Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι καλεσμένοι της | Theodore Manolopoulos / Presidency Handout / SOOC
Επικαιρότητα

Η ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης στο προεδρικό τραπέζι

Σε μια εθιμοτυπική, όπως τόνισε η ίδια, συνάντηση στο Μέγαρο της Ηρώδου Αττικού, που κράτησε τρεις ολόκληρες ώρες, η Κατερίνα Σακελλαροπούλου συζήτησε τα προβλήματα της Δικαιοσύνης με τη δικαστική ηγεσία της χώρας και τους συλλειτουργούς της
Ελευθερία Κόλλια

Μονοπάτι συνεργασίας και διαλόγου στον δικαστικό κόσμο, με απώτερο στόχο την επίλυση διαχρονικών προβλημάτων της Δικαιοσύνης, άνοιξε το μεσημέρι της Δευτέρας 16 Ιανουαρίου η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Με λόγο δυναμικό, και πάντως κρίνοντας ότι απαιτούνται «τομές και όχι μικρορυθμίσεις και μπαλώματα», «τομές που θέλουν συναινέσεις, θέλουν γενναιότητα και υποχωρήσεις αμοιβαίες», η κυρία Σακελλαροπούλου εκτίμησε ότι οι παράλληλοι μονόλογοι δεν δίνουν λύσεις, θέτοντας τις βάσεις για μια νέα φόρμουλα επικοινωνίας: με πιο πυκνές συναντήσεις των ιθυνόντων, χωρίς τη δική της παρουσία, και λύσεις επί του πρακτέου – κατά την κρίση της, δεν απαιτούν άλλωστε όλα τα ζητήματα την επέμβαση του νομοθέτη.

Στην εθιμοτυπική, όπως τόνισε η ίδια η Πρόεδρος, συνάντηση στο Μέγαρο της Ηρώδου Αττικού, που κράτησε τρεις ολόκληρες ώρες, συμμετείχαν οι πρόεδροι των τριών ανώτατων δικαστηρίων, Μαρία Γεωργίου (Αρειος Πάγος), Ευαγγελία Νίκα (Συμβούλιο της Επικρατείας), Ιωάννης Σαρμάς (Ελεγκτικό Συνέδριο), ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων Δημήτριος Κωστάκης, η Πρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Ευγενία Βελώνη. Τους συλλειτουργούς της Δικαιοσύνης εκπροσώπησε ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και πρόεδρος της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας Δημήτρης Βερβεσός, ενώ το «παρών» έδωσε και ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδος Γεώργιος Διαμάντης.

Η κυρία Σακελλαροπούλου επικαλέστηκε την ιδιότητα της δικαστού επί 40 συναπτά έτη κατά το παρελθόν, για να «ερμηνεύσει» αυτή τη θεσμική πρωτοβουλία της, σημειώνοντας εξαρχής και σε όλους τους τόνους ότι δεν περιλαμβάνονται στην ατζέντα της συνάντησης θέματα της επικαιρότητας – «κάτι που θα ξέφευγε από τα όρια της θεσμικής μου ιδιότητας», υπογράμμισε.

«Όλοι συζητούμε για την έγκαιρη και αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης και η Ελλάδα τρέχει πίσω από αυτές τις μαγικές λέξεις επί δεκαετίες», υπογράμμισε αναλυτικά η Πρόεδρος. «Οι δικαστές, οι δικηγόροι, οι πάντες. Και βέβαια η κοινωνία που ταλαιπωρείται. Δεν είναι πολύ εύκολο, επιμένω όμως ότι μπορούν πολλά να γίνουν για την αντιμετώπιση αυτής της παθογένειας, γιατί η δικαιοσύνη είναι μεν συλλογικό αγαθό, αλλά η λειτουργία της είναι κάτι που μπορεί να βελτιωθεί.

»Βλέπουμε να εισάγονται ρυθμίσεις αλλεπάλληλες, οι οποίες πολλές φορές περιπλέκουν τα πράγματα ή πάντως αποδεικνύονται ανεπαρκείς». Για να μπορέσει κανείς να βρει λύσεις, χρειάζονται τομές και όχι μικρορυθμίσεις και μπαλώματα. Οι τομές όμως θέλουν συναινέσεις, θέλουν γενναιότητα και υποχωρήσεις αμοιβαίες. Ξέρω ότι αυτή την εποχή έχουν ήδη αρχίσει συζητήσεις και για τις καθυστερήσεις που είναι ένα μεγάλο θέμα. Όπως προκύπτει και από τους δείκτες του EU Justice Scoreboard, το οποίο έχει μεγάλο ρόλο και στα μέτρα που προτείνονται στα κράτη μέλη και στη χρηματοδότηση από το ταμείο Ανάκαμψης, η Ελλάδα εμφανίζεται στο θέμα αυτό να υστερεί. Τουλάχιστον πάντως για τις διοικητικές διαφορές υπάρχει σημαντική βελτίωση, από τις 1500 μέρες το 2013, στις 600, που όμως είναι και πάλι πίσω από τον ευρωπαϊκό μέσο δείκτη».

Στη συζήτηση ένας έκαστος από τους συμμετέχοντες ανέφερε τα μείζονα προβλήματα του χώρου του – μέχρι και το ζήτημα των αναβολών, και τα στάδια που δυσχεραίνουν την ποινική προδικασία αναλύθηκαν -, ενώ επί τάπητος τέθηκαν επίσης κορυφαία, τρόπον τινά κοινά ζητήματα όπως αυτά του χωροταξικού χάρτη, της αξιολόγησης, της έλλειψης δικαστικών υπαλλήλων.

«Μεγάλο ζήτημα είναι και το θέμα του χωροταξικού χάρτη, γιατί η κατάσταση των πραγμάτων και στη δικαιοσύνη είναι δυναμική«, είπε χαρακτηριστικά η Πρόεδρος. «Η Ελλάδα δεν είναι η Ελλάδα του 1960, ούτε του 2000 καν, επομένως και η χωροταξία των δικαστηρίων είναι προς μελέτη. Στο ζήτημα αυτό είναι αναπόφευκτο να υπάρχουν αντιδράσεις και επιφυλάξεις τόσο από τους πολίτες, τις τοπικές κοινωνίες και τους τοπικούς συλλόγους, όσο και από τους δικαστές. Γι’ αυτό λέω ότι οι μεταρρυθμίσεις θέλουν μελέτη, γενναιότητα και συναίνεση.

Υπάρχουν και άλλα πολλά ζητήματα, όπως η αξιολόγηση του έργου των δικαστών, όσο και να ενοχλεί καμιά φορά η λέξη αυτή. Τα θέματα αυτά δεν μπορούν να λυθούν μόνον από τους δικαστές, τον νομοθέτη ή την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά όλοι οι φορείς της δικαιοσύνης πρέπει να έχουν τη διάθεση να προβληματιστούν και να συνεργαστούν».