Η Μελόνι «γεφύρωσε» στο Στενό της Μεσσήνης τις υποχρεώσεις της στο NATO
| REUTERS/Remo Casilli
Επικαιρότητα

Η Μελόνι «γεφύρωσε» στο Στενό της Μεσσήνης τις υποχρεώσεις της στο NATO

Με την εκπόνηση ενός φαραωνικού έργου, μιας γέφυρας κόστους 13,5 δισ. ευρώ που θα ενώνει τη Σικελία με την ηπειρωτική Ιταλία, η Ρώμη εκπληρώνει τις αυξημένες υποχρεώσεις που απαιτεί η Βορειοατλαντική Συμμαχία. Βέβαια οι Ρώσοι γνωρίζουν ότι ενισχύσεις του ΝΑΤΟ προς τις Βαλτικές χώρες ή την Πολωνία δεν θα περάσουν ποτέ από εκεί...
Protagon Team

Η κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι επαναφέρει ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα έργα της ιταλικής Iστορίας: τη γέφυρα του στενού της Μεσσήνης. Αυτή τη φορά, όμως, το αφήγημα αλλάζει. Από εργαλείο ανάπτυξης για τον ιταλικό Νότο, η γέφυρα παρουσιάζεται πλέον ως στρατηγικής σημασίας έργο για την εθνική άμυνα και τις δεσμεύσεις της Ιταλίας στο ΝΑΤΟ, προκαλώντας νέες αντιδράσεις, παλιά ερωτήματα και βαθύτερους γεωπολιτικούς προβληματισμούς.

Η κυβέρνηση Μελόνι ενέκρινε, την Τετάρτη (06.08), την κατασκευή γέφυρας κoστους 13,5 δισ. ευρώ, που θα συνδέει τη Σικελία με την υπόλοιπη Ιταλία, επανεκκινώντας ένα έργο που χαρακτηρίζεται πλέον από τη Ρώμη ως «κρίσιμο για την εθνική ασφάλεια».

Το αρχικό σχέδιο είχε στόχο την οικονομική ανάπτυξη μιας από τις φτωχότερες περιοχές της Ιταλίας με μια γέφυρα μήκους 3,3 χλμ. πάνω από το Στενό της Μεσσήνης. Παρά τις κατά καιρούς εξαγγελίες, το έργο δεν προχώρησε ποτέ. Σήμερα, όμως, η Ρώμη το επαναφέρει, εντάσσοντάς το, όπως γράφουν οι Financial Times, στο πλαίσιο της συμμετοχής της στις αμυντικές υποχρεώσεις του ΝΑΤΟ, «γεφυρώνοντας» τις απαιτήσεις της Συμμαχίας για αυξημένες δαπάνες με την εκπόνηση ενός φαραωνικού έργου που στην πάροδο των χρόνων απέκτησε σχεδόν μυθικές διαστάσεις.

Καλλιτεχνική απεικόνιση της γέφυρας. (webuildgroup.com)

«Πρόκειται για έργο χωρίς προηγούμενο, παγκοσμίως», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ματέο Σαλβίνι σε συνέντευξη Τύπου, μετά την έγκριση του σχεδίου. «Είμαι υπερήφανος για όσα έχουμε πετύχει».

Οπως όλα τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, η Ιταλία έχει δεσμευτεί να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες της στο 5% του ΑΕΠ μέσα σε μία δεκαετία, με το 1,5% να αφορά στρατηγικές υποδομές. Η κυβέρνηση Μελόνι θέλει να εντάξει το κόστος της γέφυρας σε αυτή την κατηγορία και υπογραμμίζει τη στρατηγική της αξία στη Μεσόγειο, όπου εκτιμά ότι η Ρωσία εντείνει την επιρροή της.

«Η γέφυρα στο Στενό της Μεσσήνης αποτελεί κρίσιμη υποδομή για τη στρατιωτική κινητικότητα, ιδίως λόγω της παρουσίας σημαντικών βάσεων του ΝΑΤΟ στη Νότια Ιταλία», αναφέρεται σε μια έκθεση του Απριλίου, η οποία χαρακτήρισε το έργο ως «υπέρτατου δημοσίου συμφέροντος». Η γέφυρα, οδική και σιδηροδρομική, θεωρείται, σύμφωνα με τους FT, ότι θα διευκολύνει τη μετακίνηση ιταλικών και συμμαχικών δυνάμεων, ιδίως καθώς η Μεσόγειος γίνεται όλο και πιο ευαίσθητη γεωπολιτικά.

Ωστόσο, ο Αλεσάντρο Μαρόνε, επικεφαλής του προγράμματος άμυνας στο Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων της Ρώμης, σχολιάζει στους FT ότι η κυβέρνηση «τεντώνει υπερβολικά» την έννοια της στρατηγικής υποδομής. Οπως λέει, το ΝΑΤΟ δίνει προτεραιότητα στην ταχεία ανάπτυξη στρατευμάτων από τη Δυτική προς την Ανατολική Ευρώπη, σε περίπτωση ρωσικής απειλής, όχι στη νότια Ιταλία.

«Η Ιταλία θα έπρεπε να εστιάσει περισσότερο στην αναβάθμιση λιμανιών, αεροδρομίων και οδικών αξόνων εκεί όπου σταθμεύουν οι δυνάμεις της», συνεχίζει. «Για να πας ανατολικά, η μετακίνηση γίνεται είτε μέσω Αδριατικής, είτε με αεροπλάνο, είτε από τις Αλπεις».

Οι προσπάθειες να γεφυρωθεί το Στενό της Μεσσήνης, γνωστό ήδη από την Οδύσσεια για τα επικίνδυνα νερά του, έχουν αρχίσει αιώνες πριν. Το 252 π.Χ., σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, ένας ρωμαίος ύπατος μετέφερε 100 αιχμάλωτους ελέφαντες από τη Σικελία στην Ιταλική χερσόνησο με σχεδίες από δεμένα βαρέλια.

Η ιδέα της γέφυρας ενισχύθηκε τον 19ο αιώνα με την ενοποίηση της Ιταλίας και, το 1970, χαρακτηρίστηκε εθνική προτεραιότητα για την ανάπτυξη του Νότου. Ομως, σημειώνουν οι FT, οι προσπάθειες κατασκευής της γέφυρας ναυαγούσαν ξανά και ξανά, λόγω των αδύναμων δημοσίων οικονομικών και των αμφιβολιών για τη βιωσιμότητα και την ασφάλειά της.

Οι κάτοικοι της Μεσσήνης πολέμησαν επί χρόνια για να αποτρέψουν την κατασκευή και τώρα κινητοποιούνται εκ νέου. Το έργο απαιτεί μετακινήσεις σιδηροδρομικών σταθμών και κατεδαφίσεις ολόκληρων συνοικιών. Ο Σαλβίνι δήλωσε ότι στόχος είναι να ξεκινήσουν οι εργασίες και οι απαλλοτριώσεις το φθινόπωρο.

Το 2005, η κυβέρνηση Μπερλουσκόνι είχε υπογράψει συμβόλαιο 3,9 δισ. ευρώ για το έργο. Ομως, με την πτώση της κυβέρνησης, το σχέδιο πάγωσε. Ο Μπερλουσκόνι προσπάθησε να το επαναφέρει το 2008, αλλά το 2011 εγκαταλείφθηκε και πάλι, μέσα στην κρίση χρέους. Το κόστος έχει εκτοξευθεί πλέον στα 13 δισ. ευρώ.

Η κυβέρνηση Μελόνι, όμως, εμφανίζεται αποφασισμένη να το προχωρήσει, ενισχύοντας το αφήγημα της στρατηγικής σημασίας. «Βλέπουμε τη Ρωσία να εντείνει την παρουσία της στη Μεσόγειο», δήλωσε η ιταλίδα πρωθυπουργός στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ τον περασμένο Ιούνιο, αναφερόμενη και στις ρωσικές σχέσεις με τη Λιβύη. «Υπάρχουν πολλές υβριδικές απειλές και εχθρικοί παράγοντες στο νότιο μέτωπο της Συμμαχίας», πρόσθεσε.

Ωστόσο, η ίδια η γέφυρα μπορεί να μετατραπεί σε τρωτό σημείο, γράφουν οι FT και να αυξήσει τα αμυντικά κόστη για τη Ρώμη. Ηδη από το 1987, ο στρατηγός Γκουαλτιέρο Κορσίνι προειδοποιούσε ότι «η γέφυρα αποτελεί πιθανό στόχο ακόμη και για έναν μικρό εχθρό», και θα χρειαζόταν αντιαεροπορική και αντιπυραυλική προστασία.

Ο Μαρόνε συμφωνεί ότι, εφόσον η γέφυρα χαρακτηριστεί στρατηγική υποδομή, θα πρέπει να προστατευθεί από αέρα και θάλασσα. Ομως δεν πιστεύει ότι θα είναι πραγματικός στρατιωτικός στόχος: «Συμβολικά, είναι εύκολος στόχος· θα τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας. Αλλά οι Ρώσοι γνωρίζουν ότι πιθανές ενισχύσεις του ΝΑΤΟ προς τις Βαλτικές χώρες ή την Πολωνία δεν θα περάσουν ποτέ από εκεί».

Exit mobile version