Ο Λιονέλ Μέσι απογοητευμένος - το ισπανικό πρωτάθλημα περνάει και αυτό μια υπαρξιακή κρίση | Manu Fernandez/Pool via REUTERS/File Photo
Επικαιρότητα

Η ισπανική υποχώρηση και το «μυστήριο» της Μπαρτσελόνα

Με μεταγραφές συνολικής αξίας μόλις 300 εκατομμυρίων ευρώ μέχρι στιγμής (πέρυσι είχαν δαπανήσει πάνω από 1,3 δισ. ευρώ) οι ισπανικοί σύλλογοι μπαίνουν στη μάχη της La Liga. Μπαρτσελόνα και Ρεάλ Μαδρίτης δεν είναι στα καλύτερά τους, όμως καμία άλλη ομάδα δεν δείχνει ικανή να τους «αρπάξει» τον τίτλο
Sportscaster

Μέσα Αυγούστου του 2019 η La Liga ετοιμαζόταν για τη σέντρα της πιο ακριβής της έκδοσης. Εντελώς ανύποπτη, βεβαίως, για την πανδημία που θα ακολουθούσε. Οι ισπανικοί σύλλογοι είχαν δαπανήσει σε μεταγραφές, όλοι μαζί, πάνω από 1,3 δισ. ευρώ, ποσό – ρεκόρ στα χρονικά της διοργάνωσης. Πίσω από αυτήν την τεράστια επένδυση υπήρχε ένας κοινός σκοπός, πέρα από την αγωνιστική τους ενίσχυση: να κάνουν το ισπανικό πρωτάθλημα ακόμη πιο ελκυστικό, πιο «εμπορικό», και να αυξήσουν τα έσοδά του. Από τις χορηγίες και, κυρίως, από την τηλεόραση.

Οι Ισπανοί ζήλευαν τα μεγάλα deal των Αγγλων, που είχαν μοσχοπουλήσει τα τηλεοπτικά δικαιώματα μετάδοσης των αγώνων της Πρέμιερ Λιγκ στο εξωτερικό, και θέλησαν να ακολουθήσουν τα βήματά τους. Αλλά τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα είχαν προβλέψει. Ο κορονοϊός άνοιξε μια τεράστια «μαύρη τρύπα» στα ταμεία τους, στην Μπαρτσελόνα ξέσπασε η μεγαλύτερη κρίση της σύγχρονης ιστορίας της, και η Ρεάλ Μαδρίτης -το άλλο μεγάλο brandname του ισπανικού ποδοσφαίρου- δεν ήταν στα καλύτερά της.

Δεκατρείς μήνες μετά, στην αυγή της αγωνιστικής περιόδου 2020-2021, η συνολική μεταγραφική δαπάνη των συλλόγων της La Liga δεν ξεπερνά τα 300 εκατομμύρια ευρώ. Η καλοκαιρινή ποδοσφαιρική αγορά θα λειτουργήσει, εφέτος, έως τις 5 Οκτωβρίου, όμως τώρα η προτεραιότητα των ομάδων δεν είναι να ενισχύσουν τα ρόστερ τους, αλλά να περιορίσουν τις μεγάλες ζημιές που άφησε πίσω της η περασμένη σεζόν. Κι αυτό ισχύει, πρωτίστως, για τα δυο πιο πλούσια club της Ισπανίας (και της Ευρώπης), τη Ρεάλ και την Μπαρτσελόνα, που δεν γνωρίζουν πόσος καιρός θα περάσει ακόμη μέχρι να ξαναδούν τα γιγαντιαία τους γήπεδα γεμάτα κόσμο.

Τουλάχιστον, έμεινε ο Λιονέλ Μέσι. Ακόμη και οι άσπονδοι εχθροί του στη Μαδρίτη ανακουφίστηκαν με αυτήν την εξέλιξη, επειδή η λίγκα δεν θα άντεχε να χάσει -μετά τον Κριστιάνο Ρονάλντο- και τον αργεντινό σούπερ-σταρ. Ηδη, το Clásico, γύρω από το οποίο κινείται ολόκληρη η ποδοσφαιρική βιομηχανία της χώρας, έχει… φτωχύνει πολύ. Και δεν είναι διόλου κολακευτικό για το ισπανικό πρωτάθλημα, το γεγονός ότι σχεδόν κανείς δεν «βλέπει» πως θα μπορούσε να κατακτήσει τον εφετινό τίτλο κάποια άλλη ομάδα εκτός από τις δύο συνήθεις ύποπτες: τη Ρεάλ και την Μπαρτσελόνα. Ακόμη κι εφέτος, που βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά.

Η Ρεάλ Μαδρίτης δεν έκανε ούτε μια μεταγραφή αυτό το καλοκαίρι, για πρώτη φορά εδώ και δύο δεκαετίες (λέγεται οτι θα κινηθεί για έναν εξτρέμ, στη θέση του Γκάρεθ Μπέιλ). Αντί να ξοδέψει χρήματα, εισέπραξε κιόλας (περίπου 70 εκατ. ευρώ) από παραχωρήσεις και δανεισμούς παικτών της. Εκτός από τα μειωμένα -λόγω κορονοϊού- έσοδα έχει να χρηματοδοτήσει και την ανακαίνιση του «Σαντιάγο Μπερναμπέου». Στηρίζει τις ελπίδες της για μια επιτυχημένη σεζόν, πρωτίστως, στον Ζινεντίν Ζιντάν, που την παρέλαβε υπό διάλυση στα μέσα της περασμένης σεζόν και την οδήγησε στην κορυφή της La Liga. Ο γάλλος τεχνικός περιμένει πολλά από δύο ποδοσφαιριστές που πέρυσι δεν κατάφεραν να βοηθήσουν ουσιαστικά: τον Μάρκο Ασένσιο και, κυρίως, τον Εντέν Αζάρ. Και περιμένει «πώς και πώς» να… ξεφορτωθεί τον Μπέιλ, που κοροϊδεύει τον κόσμο.

Στο καλοκαιρινό πάρε – δώσε η Μπαρτσελόνα έχει δαπανήσει 103 εκατ. ευρώ και έχει εξοικονομήσει 95, από πωλήσεις και δανεισμούς. Αναμένεται κάποια περαιτέρω ενίσχυση, όμως η αισιοδοξία της για τη νέα σεζόν στηρίζεται, κυρίως, σε τέσσερις άξονες: στην παραμονή του Μέσι, στην εκρηκτική πρόοδο του Ανσού Φατί, στην απόκτηση του Μιραλέμ Πιάνιτς (για τον οποίο δόθηκε ως αντάλλαγμα ο Αρτούρ), και στην ελπίδα οτι ο νέος προπονητής, Ρόναλντ Κούμαν, θα καταφέρει να διαχειριστεί το ρόστερ πιο αποτελεσματικά από τους προκατόχους του. Γκριζμάν, Ντεμπελέ και ντε Γιόνγκ έχουν περισσότερα να δώσουν, αρκεί ο Ολλανδός να τους αξιοποιήσει καλύτερα. Μεσοεπιθετικά, οι «Μπλαουγκράνα» έχουν ποιότητα, όμως στο κέντρο της άμυνας υπάρχει σοβαρό έλλειμμα: ο Πικέ δεν μπορεί να γυρίσει το χρόνο πίσω για να ξαναγίνει νέος, ενώ ο Λεγκλέ δεν έχει φανεί αντάξιος του μεγέθους της «Μπάρτσα».

Να σταθούμε λίγο στον Ανσουμανέ -Ανσού- Φατί, επειδή φαίνεται πως ήρθε η ώρα να τον μάθει όλος ο κόσμος. Προτού κλείσει τα 18 (στις 31 Οκτωβρίου) καταρρίπτει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο: στην Μπαρτσελόνα, στο Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά και με τη φανέλα της εθνικής ομάδας της Ισπανίας. Επειτα από μόλις 33 επίσημες συμμετοχές του θεωρείται ως το «next big thing» της Μασία. Κανένας δεν πιστεύει πως είναι… ο επόμενος Μέσι, όμως το κοινό του «Καμπ Νου» περιμένει πολλά από τον πιτσιρικά που γεννήθηκε στη Γουϊνέα – Μπισάου της Δυτικής Αφρικής. Σε κάθε περίπτωση η Μπαρτσελόνα του 2020-2021 είναι ένα «μυστήριο».

Ατλέτικο Μαδρίτης, Σεβίλλη και Βιγιαρεάλ φαίνεται απίθανο να απειλήσουν τους δύο μεγαλύτερους συλλόγους της Ισπανίας. Παρά την απόκτηση του Αλβαρο Μοράτα από την Τσέλσι, η Ατλέτικο δεν δείχνει τόσο δυνατή, ώστε να διεκδικήσει το πρώτο της τρόπαιο πρωταθλήματος μετά το 2014. Ακόμη κι αν ο Ζοάο Φέλιξ αρχίσει, επιτέλους, να δικαιολογεί τα 125 εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν γι’ αυτόν πέρυσι. Στην ένατη σεζόν του στη Μαδρίτη ο Ντιέγο Σιμεόνε βλέπει τον «κύκλο» του να κλείνει με πολλές ευτυχισμένες στιγμές, αλλά χωρίς την υπέρβαση που είχε ονειρευτεί.

Η Σεβίλλη, που κατέκτησε το τελευταίο της πρωτάθλημα το 1946, ενισχύθηκε με τον Ιβάν Ράκιτιτς και τον Οσκαρ Ροδρίγεθ, όμως έχασε τον Εβερ Μπανέγα. Η τρίτη θέση είναι, μάλλον, η «οροφή» της. Η Βιγιαρεάλ, που επένδυσε στην πρόσληψη του Ουνάι Εμερι, έχει όλα τα φόντα για να είναι η ευχάριστη έκπληξη της σεζόν, αλλά όχι και για να στεφθεί πρωταθλήτρια.

Το ματς Γρανάδα – Αθλέτικ Μπιλμπάο, που θα άνοιγε χθες (Παρασκευή) την αυλαία της νέας La Liga, μετατέθηκε για σήμερα. Επειτα από μια έντονη διαμάχη της λίγκας με την ισπανική ποδοσφαιρική ομοσπονδία, αποφασίστηκε, τελικά, οτι οι αγωνιστικές θα διεξάγονται τα Σαββατοκύριακα, και δεν θα υπάρχουν παιχνίδια Παρασκευή ή Δευτέρα.