Μειώνεται ο ρυθμός των σεισμών στη ζώνη Σαντορίνης – Αμοργού, λένε οι ειδικοί
Επικαιρότητα

Μειώνεται ο ρυθμός των σεισμών στη ζώνη Σαντορίνης – Αμοργού, λένε οι ειδικοί

Το Εργαστήριο Σεισμολογίας του ΕΚΠΑ έχει ανιχνεύσει συνολικά πάνω από 11.700 δονήσεις από την έναρξη του σεισμικού σμήνους στις Κυκλάδες από τις 26 Ιανουαρίου έως και τις 7 Φεβρουαρίου. Η νεότερη ανακοίνωση της Διεπιστημονικής Επιτροπής Διαχείρισης Κινδύνων και Κρίσεων
Protagon Team

Σταδιακή, μικρή μείωση του αριθμού των σεισμών στη ζώνη Σαντορίνης – Αμοργού καταγράφει το Εργαστήριο Σεισμολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Την 8η Φεβρουαρίου, συγκεκριμένα, καταγράφηκαν 95 σεισμοί, εκ των οποίων 13 με μεγέθη M≥4,0 και τρεις με Μ≥4,5, ενώ ο μεγαλύτερος σεισμός είχε μέγεθος Μ=4,8, σύμφωνα με τα όσα ανακοινώθηκαν την Κυριακή από τη Διεπιστημονική Επιτροπή Διαχείρισης Κινδύνων και Κρίσεων του ΕΚΠΑ, βάσει των στοιχείων καθημερινής ανάλυσης σεισμικών δεδομένων του Εργαστηρίου Σεισμολογίας του ΕΚΠΑ.

Ολόκληρη η ανακοίνωση της Επιτροπής έχει ως εξής:

Το Εργαστήριο Σεισμολογίας (ΕΣ) του ΕΚΠΑ (dggsl.geol.uoa.gr), από την έναρξη του σεισμικού σμήνους στη ζώνη Σαντορίνης-Αμοργού στις 26 Ιανουαρίου έως και τις 7 Φεβρουαρίου 2025, έχει ανιχνεύσει και εντοπίσει συνολικά πάνω από 11,700 επιλεγμένους σεισμούς με μεθόδους μηχανικής μάθησης (τεχνητής νοημοσύνης), εκ των οποίων άνω των 9,600 με μεγέθη Μ≥1.0.

Στις 6 Φεβρουαρίου καταγράφηκαν πάνω από 1,400 σεισμοί, με ~400 να έχουν μέγεθος Μ≥2.5, 18 σεισμούς με Μ≥4.0, και 5 σεισμούς με Μ≥4.5, με τον μεγαλύτερο σεισμό να έχει μέγεθος 4.7.

Στις 7 Φεβρουαρίου καταγράφηκαν πάνω από 1,300 σεισμοί, με ~270 να έχουν μέγεθος Μ≥2.5, 8 σεισμούς με Μ≥4.0, και 2 σεισμούς με Μ≥4.5, με τον μεγαλύτερο σεισμό να έχει μέγεθος Μ=4.8.

Οι περισσότεροι σεισμοί εντοπίζονται σε ένα τμήμα μήκους ~12 km νοτιοδυτικά της Ανύδρου, το οποίο ήταν ήδη ενεργό τις προηγούμενες ημέρες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία καθημερινής ανάλυσης σεισμικών δεδομένων (χωρίς χρήση μεθόδων μηχανικής μάθησης) του Εργαστηρίου Σεισμολογίας του ΕΚΠΑ, κατά την 8η Φεβρουαρίου έχουν καταγραφεί 95 σεισμοί, εκ των οποίων 13 με μεγέθη M≥4.0 και 3 με Μ≥4.5, ενώ ο μεγαλύτερος σεισμός είχε μέγεθος Μ=4.8.

Κατά τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται σταδιακά μία μικρή μείωση του αριθμού των σεισμών στην περιοχή.

Χάρτης κατανομής σεισμών στην περιοχή των Κυκλάδων (Σαντορίνη-Αμοργός-Ιος) που καταγράφηκαν στις 6-7 Φεβρουαρίου (ML) και στις 8 Φεβρουαρίου (καθημερινή ανάλυση) [ΕΚΠΑ]
Το Εργαστήριο Σεισμολογίας του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ παρακολουθεί σε πραγματικό χρόνο την εξέλιξη της σεισμικής δραστηριότητας στο ηφαιστειακό σύμπλεγμα της Σαντορίνης, καθώς και στη ζώνη Σαντορίνης – Αμοργού, πλησίον της νησίδας Ανύδρου.

Για την παρακολούθηση της σεισμικότητας σε πραγματικό χρόνο στην περιοχή αυτή, έχει διαμορφωθεί ειδική σελίδα στον ιστότοπο του Τομέα Γεωφυσικής και Γεωθερμίας του ΕΚΠΑ, με διαδραστικό χάρτη ο οποίος συνδυάζει επίκεντρα των πρόσφατων σεισμών, σεισμολογικούς σταθμούς και ενεργά ρήγματα στην περιοχή μελέτης: http://www.geophysics.geol.uoa.gr/stations/gmaps3/santorini_amorgos_zone.php

Απόσπασμα από τον διαδραστικό χάρτη κατανομής σεισμών στη ζώνη Σαντορίνης-Αμοργού, οι οποίοι προέκυψαν από την καθημερινή ανάλυση της σεισμικότητας από το ΕΣ-ΕΚΠΑ [ΕΚΠΑ]
SANTORY: Το ερευνητικό πρόγραμμα που παρακολουθεί το Κολούμπο

Χωριστή ανακοίνωση από το ΕΚΠΑ εκδόθηκε την Κυριακή αναφορικά με τη διεθνή ερευνητική ομάδα μελετά εδώ και μία 20ετία τη δραστηριότητα του υποθαλάσσιου ηφαιστείου Κολούμπο, ενός από τα πιο ενεργά υποθαλάσσια ηφαίστεια της Μεσογείου, 7 χλμ. βορειοανατολικά της Σαντορίνης, μέσω του ερευνητικού προγράμματος SANTORY.

Στη διεθνή ομάδα του SANTORY συμμετέχουν επιστήμονες με πολυετή εμπειρία στη μελέτη του ελληνικού ηφαιστειακού τόξου από το Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος και το Τμήμα Φυσικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών, το Εργαστήριο Τηλεπισκόπησης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, το Εθνικό Ινστιτούτο Γεωφυσικής και Ηφαιστειολογίας του Παλέρμου, το Πανεπιστήμιο του Μιλάνο-Μπικόκα και την ισπανική εταιρία Ploatech, με συντονίστρια την καθηγήτρια Γεωλογικής Ωκεανογραφίας του ΕΚΠΑ Παρασκευή Νομικού.

Το ερευνητικό πρόγραμμα, το οποίο χρηματοδοτείται από το Ελληνικό Ιδρυμα Ερευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ), σύμφωνα με σχετική ενημέρωση από το ΕΚΠΑ, έχει αποφέρει σημαντικά επιστημονικά αποτελέσματα, ενισχύοντας τη γνώση που υπάρχει για το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο.

«Με τις πρόσφατες σεισμικές δονήσεις στη θαλάσσια περιοχή της Σαντορίνης, η προσοχή όλων επικεντρώνεται στο υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπος. Ο Κολούμπος, αν και αόρατος από την επιφάνεια στα 7 χλμ. βορειοανατολικά της Σαντορίνης, είναι ένα από τα πιο ενεργά υποθαλάσσια ηφαίστεια της Μεσογείου. Η τελευταία του έκρηξη το 1650 προκάλεσε την εκπομπή τοξικών αερίων που κόστισαν τη ζωή σε πάνω από 70 κατοίκους της Σαντορίνης, ενώ το τσουνάμι που ακολούθησε προκάλεσε σοβαρές υλικές ζημιές στη Σαντορίνη, την Ιο και τη Σίκινο», αναφέρεται στην ανακοίνωση.

Το ηφαίστειο Κολούμπο αποτελεί για τους επιστήμονες του SANTORY ένα μοναδικό φυσικό εργαστήριο, το οποίο μελετούν εδώ και μία εικοσαετία. «Σκοπός της ερευνητικής μας ομάδας στο πρόγραμμα SANTORY είναι η συνεχής παρακολούθηση της δραστηριότητάς του με όργανα τελευταίας τεχνολογίας για να εκτιμήσουμε πόσο ενεργό είναι το υδροθερμικό του πεδίο και να αναλύσουμε πόσο επικίνδυνο είναι για τον πληθυσμό των κοντινών νησιών», σημειώνεται στην ανακοίνωση.

Αναλυτικά, έχουν τοποθετηθεί στο εσωτερικό του κρατήρα στα 500 μέτρα βάθος ειδικοί αισθητήρες που μετρούν φυσικοχημικές παραμέτρους (θερμοκρασία, pH, συγκεντρώσεις αερίων, πίεση κ.ά.), κλισιόμετρα για τη μέτρηση των θαλάσσιων ρευμάτων μέσα στον κρατήρα και ειδικά θερμόμετρα για τη μέτρηση των αλλαγών της θερμοκρασίας των καμινάδων του. Επιπλέον, έχουν τοποθετηθεί οπτικές κάμερες μπροστά από ενεργές καμινάδες για την καταγραφή της υδροθερμικής ροής των ρευστών, καθώς επίσης και μία ειδική κάμερα για να καταγραφεί η υφή του υποθαλάσσιου πυθμένα αλλά και μία UV κάμερα CHERI για τον εντοπισμό της ακτινοβολίας Cherenkov, κάτι που για πρώτη φορά πραγματοποιείται σε παγκόσμια κλίμακα. Τέλος, έχουν εγκατασταθεί όργανα για μετρήσεις ακτινοβολίας-γ σε πραγματικό χρόνο.

«Στο πλαίσιο της έρευνάς μας, πραγματοποιήθηκαν στο εσωτερικό του κρατήρα δειγματοληψίες νερού για μικροβιολογικές αναλύσεις με στόχο τον εντοπισμό υπερανθεκτικών βακτηρίων. Συλλέχθηκαν, επίσης, αέρια και υδροθερμικά υγρά από τις πολύ ενεργές καμινάδες», τονίζει η ερευνητική ομάδα και προσθέτει: «Μέσα από αυτές τις προσπάθειες, διαθέτουμε για πρώτη φορά χρονοσειρά δεδομένων για δύο χρονικές περιόδους από τον κρατήρα του Κολούμπου, δηλαδή όχι μεμονωμένες μετρήσεις αλλά ένα μοτίβο που μας αποκαλύπτει την καθημερινότητα του ηφαιστείου. Τα δεδομένα αυτά είναι πολύτιμα, καθώς εάν γνωρίζουμε την τυπική του δραστηριότητα, τυχόν αλλαγές στις φυσικό-χημικές και ακουστικές παραμέτρους θα μας δείξουν αλλαγές στην ενεργή συμπεριφορά του».

Σύμφωνα με τη σχετική ενημέρωση από το ΕΚΠΑ, μέσα από τα προγράμματα προέκυψαν καινοτόμα αποτελέσματα αναδεικνύοντας τη μοναδικότητα του υποθαλάσσιου ηφαιστείου Κολούμπο, μεταξύ των οποίων:

  1. Καταγραφή μεταβολών φυσικών και γεωχημικών παραμέτρων: Αυτές οι μεταβολές συνδέονται με την ηφαιστειακή δραστηριότητα του ενεργού υδροθερμικού πεδίου του Κολούμπο και εκτιμήθηκε η ηφαιστειακή επικινδυνότητά του.
  2. Καταγραφή εξαιρετικά υψηλής φυσικής ακτινοβολίας: Για πρώτη φορά καταγράφηκαν δεδομένα που δείχνουν πολύ υψηλά επίπεδα φυσικής ακτινοβολίας εντός του υδροθερμικού πεδίου του Κολούμπο.
  3. Απομόνωση μικροοργανισμών από το ακραίο περιβάλλον του Κολούμπο: Αυτοί οι μικροοργανισμοί παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αξιοποίησή τους σε τομείς της βιοτεχνολογίας, καθώς διαθέτουν μοναδικούς μηχανισμούς προσαρμογής σε ακραίες συνθήκες.
  4. Μεταγονιδιωματικές αναλύσεις: Αυτές οι αναλύσεις αποκάλυψαν νέες πληροφορίες για τον κύκλο του άνθρακα και του μεθανίου, οι οποίοι επηρεάζουν άμεσα το κλίμα του πλανήτη μας.

«Η συνεχής παρακολούθηση του Κολούμπο είναι απαραίτητη για την εκτίμηση της ηφαιστειακής επικινδυνότητας, όπως εφαρμόζεται διεθνώς στην επιτήρηση των υποθαλάσσιων ηφαιστείων» καταλήγει η ανακοίνωση.

Exit mobile version