Στο μπλοκάρισμα της εντολής του Ντόναλντ Τραμπ να απαγορεύσει στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ να δέχεται ξένους φοιτητές προχώρησε ομοσπονδιακό δικαστήριο στη Βοστόνη, μετά από μήνυση που είχε καταθέσει η διοίκηση του κορυφαίου πανεπιστημίου.
Η δικαστής, Αλισον Ντ. Μπάροους, εξέδωσε προσωρινή διαταγή παγώματος της απόφασης, τονίζοντας ότι το Χάρβαρντ θα δέχονταν ένα «άμεσο και άνευ προηγουμένου πλήγμα», εάν η εντολή τεθεί σε ισχύ.
Η ενέργεια της αμερικανικής κυβέρνησης και η αντίδραση του Χάρβαρντ σηματοδότησαν μια δραματική κλιμάκωση της αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο πλευρών. Η άμεση και σθεναρή απάντηση του πανεπιστημίου αποτέλεσε απόδειξη ότι ο περιορισμός της εισροής διεθνών φοιτητών στο Χάρβαρντ —που προσελκύει μερικούς από τους κορυφαίους επιστήμονες παγκοσμίως— θα αποσταθεροποιούσε την ίδια του την ύπαρξη.
Σε επιστολή προς την κοινότητα του Χάρβαρντ, ο πρόεδρος του πανεπιστημίου, Δρ Άλαν Μ. Γκάρμπερ, έγραψε: «Καταδικάζουμε αυτή την παράνομη και αδικαιολόγητη ενέργεια», προσθέτοντας ότι «θέτει σε κίνδυνο το μέλλον χιλιάδων φοιτητών και επιστημόνων στο Χάρβαρντ και λειτουργεί ως προειδοποίηση για αμέτρητους άλλους σε πανεπιστήμια σε όλη τη χώρα, που ήρθαν στην Αμερική για να σπουδάσουν και να εκπληρώσουν τα όνειρά τους».
Η αγωγή που κατέθεσε το Χάρβαρντ κατηγορεί την κυβέρνηση Τραμπ για μια «εκστρατεία αντεκδίκησης» εναντίον του πανεπιστημίου, μετά την ανακοίνωση της Πέμπτης ότι ανακαλείται η πιστοποίησή του στο Πρόγραμμα Φοιτητών και Ανταλλαγών, γεγονός που σταματά τη δυνατότητα εγγραφής διεθνών φοιτητών. Ήταν η δεύτερη φορά μέσα σε λίγες εβδομάδες που το Χάρβαρντ κατέθεσε μήνυση κατά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Στη νέα αγωγή, το πανεπιστήμιο κατηγορεί την κυβέρνηση Τραμπ ότι προέβη σε «ξεκάθαρη αντεκδίκηση επειδή το Χάρβαρντ άσκησε τα συνταγματικά του δικαιώματα να ελέγχει τη διακυβέρνηση, το πρόγραμμα σπουδών και την “ιδεολογία” των καθηγητών και φοιτητών του». «Με μια υπογραφή, η κυβέρνηση επιχείρησε να διαγράψει το ένα τέταρτο του φοιτητικού πληθυσμού του Χάρβαρντ —τους διεθνείς φοιτητές που συμβάλλουν ουσιαστικά στο έργο και την αποστολή του πανεπιστημίου», αναφέρεται στην αγωγή. «Χωρίς τους διεθνείς του φοιτητές, το Χάρβαρντ δεν είναι Χάρβαρντ».
Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι το Χάρβαρντ δεν συμμορφώθηκε με λίστα απαιτήσεων που του απεστάλη στις 16 Απριλίου και περιλάμβανε αρχεία διαδηλώσεων τα τελευταία πέντε χρόνια, βιντεοσκοπήσεις παραβατικής συμπεριφοράς και πειθαρχικά μέτρα που αφορούσαν διεθνείς φοιτητές.
Η αγωγή του Χάρβαρντ σημειώνει ότι το πανεπιστήμιο εργαζόταν για να ανταποκριθεί στο αίτημα της 16ης Απριλίου, καθώς και σε επιστολή που το επέκρινε επειδή δεν καταδίκασε τον αντισημιτισμό.
Παρά τη «άνευ προηγουμένου φύση και έκταση» των απαιτήσεων —που ζητούσαν στοιχεία για κάθε διεθνή φοιτητή, περίπου 7.000 άτομα από τις 13 σχολές του Χάρβαρντ, εντός 10 εργάσιμων ημερών— το πανεπιστήμιο υπέβαλε τις πληροφορίες στις 30 Απριλίου και συμμορφώθηκε με επακόλουθο αίτημα.
«Ωστόσο, στις 22 Μαΐου, το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας χαρακτήρισε ανεπαρκή την απάντηση του Χάρβαρντ, χωρίς να εξηγήσει το γιατί ή να παραπέμψει σε κάποια ρύθμιση που δεν τηρήθηκε», προστίθεται στην αγωγή, η οποία αναφέρεται και σε αναρτήσεις του Τραμπ στο Truth Social ως αποδείξεις της προσωπικής του εκστρατείας κατά του Χάρβαρντ.
Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Αμπιγκέιλ Τζάκσον, απάντησε στην αγωγή δηλώνοντας ότι «αν το Χάρβαρντ νοιαζόταν τόσο για την εξάλειψη των αντιαμερικανικών, αντισημιτικών και υπέρ της τρομοκρατίας υποκινητών εντός της πανεπιστημιούπολής του, δεν θα βρισκόταν σ’ αυτή τη θέση. Αντί να καταθέτει γελοίες αγωγές, θα έπρεπε να επενδύσει στη δημιουργία ενός ασφαλούς περιβάλλοντος».
Η Τρίσια ΜακΛάφλιν, αναπληρώτρια υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας, δήλωσε ότι η αγωγή «προσπαθεί να καταλύσει τις συνταγματικά κατοχυρωμένες εξουσίες του προέδρου», προσθέτοντας πως «η εγγραφή ξένων φοιτητών είναι προνόμιο, όχι δικαίωμα». «Η κυβέρνηση Τραμπ δεσμεύεται να αποκαταστήσει τη λογική στο σύστημα φοιτητικών βίζας• καμία αγωγή, αυτή ή άλλη, δεν θα το αλλάξει. Έχουμε το νόμο, τα στοιχεία και τη λογική με το μέρος μας».
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει αιτιολογήσει τις επιθέσεις της προς το Χάρβαρντ και άλλα κορυφαία ιδιωτικά πανεπιστήμια ως προσπάθεια καταπολέμησης του αντισημιτισμού και αντιμετώπισης φιλελεύθερων προκαταλήψεων στους πανεπιστημιακούς χώρους. Κατά την προεκλογική του εκστρατεία, ο Τραμπ είχε αποκαλέσει τα πανεπιστήμια της Ivy League «μανιακά με τον μαρξισμό».
Μετά την ανάληψη της εξουσίας, η κυβέρνησή του προσπάθησε να χρησιμοποιήσει σχεδόν κάθε διαθέσιμο κρατικό εργαλείο για να επιβάλει τις απόψεις της στα πανεπιστήμια, ειδικά στο Χάρβαρντ— το οποίο πλέον βρίσκεται υπό τουλάχιστον οκτώ έρευνες από έξι διαφορετικές ομοσπονδιακές υπηρεσίες.
Παράλληλα, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε το σύστημα φοιτητικής μετανάστευσης ως μέσο απέλασης αλλοδαπών. Οι αρμόδιες αρχές στοχοποίησαν ορισμένους φιλοπαλαιστίνιους ακτιβιστές, αλλά και ανακάλεσαν το καθεστώς εκατοντάδων φοιτητών, προκαλώντας κλίμα αβεβαιότητας στους διεθνείς φοιτητές σε όλη τη χώρα.
Το Χάρβαρντ έχει περίπου 6.800 διεθνείς φοιτητές —περίπου το 27% του συνόλου— και η απόφαση της κυβέρνησης μπορεί να επηρεάσει τόσο τους ήδη εγγεγραμμένους όσο και τους νεοεισερχόμενους φοιτητές.
