Ο Μάικλ Τζάκσον αποτέλεσε πηγή έμπνευσης ακόμα και για ζωγράφους. Ομως το σκοτεινό πρόσωπό του όπως αποκαλύπτεται μετά θάνατον κάνει πολλούς να τον αμφισβητήσουν | EPA/IAN LANGSDON
Επικαιρότητα

Μπορούμε να κλείσουμε τα αυτιά μας στη μουσική του Μάικλ Τζάκσον;

O Guardian ζήτησε από διακεκριμμένους δημοσιογράφους, ειδικούς στη μουσική και σχετικούς με την ποπ κουλτούρα να εξηγήσουν κατά πόσο είναι εφικτό να ακυρώσουμε ολόκληρη τη θαυμαστή καριέρα ενός ανθρώπου που μετά θάνατον κατηγορείται ως παιδόφιλος μέσω του ντοκιμαντέρ «Leaving Neverland»
Protagon Team

Οι δίσκοι του πούλησαν εκατομμύρια αντίτυπα και η μουσική του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις ζωές όλων μας. Από τα παιδικά και εφηβικά πάρτι, όταν αγόρια και κορίτσια προσπαθούσαν -μάταια- να αντιγράψουν τις χορευτικές τους φιγούρες, μέχρι τη λιγότερο ανέμελη ενήλικη ζωή, που όμως, στο άκουσμα ενός από τα δεκάδες χιτ του, θα ανέβαζες την ένταση της μουσικής, όπου και αν βρισκόσουν.

Η αποκαθήλωση του Μάικλ Τζάκσον (1958-2009) είχε έρθει αρκετά χρόνια πριν από τον θάνατό του. Η σταδιακή αλλοίωση στο χρώμα του δέρματός του που οι Αφροαμερικανοί δεν του συγχώρεσαν ποτέ θεωρώντας ότι απαρνιόταν τις ρίζες του για να γίνει «ένας από τους λευκούς» και οι ψίθυροι ότι η αγάπη του για τα παιδιά δεν ήταν και τόσο αθώα, αμαύρωσαν τη φήμη και την εικόνα του. Η σοκαριστική είδηση του θανάτου του σε ηλικία πενήντα ετών, από κάποιους θεωρήθηκε ως φυσικό επόμενο της αυτοκαταστροφικής του φύσης.

Το γεγονός ότι ο Τζάκσον επέλεξε να αλλοιώσει τα αφροαμερικανικά χαρακτηριστικά του και το χρώμα του δέρματός του, αποτέλεσε τα πρώτα σημάδια της αυτοκαταστροφής του (YouTube)

Τώρα όμως, ήρθε με μεγάλη φόρα, σαν ξεχασμένο πρωτοσέλιδο αδίστακτου tabloid, το ντοκιμαντέρ του Νταν Ριντ, «Leaving Neverland». Ο ντόρος που έχει προκληθεί, είναι ήδη τεράστιος, καθώς φιλοξενούνται συνεντεύξεις – εξομολογήσεις ανδρών που ήταν κάποτε αγόρια και ισχυρίζονται ότι ο Τζάκσον τα φιλοξενούσε στο διάσημο ράντσο-παιδότοπό του «Neverland» και τα κακοποιούσε σεξουαλικά.

Ο Γουέιντ Ρόμπσον είναι ένας από τους άνδρες που κατηγορούν τον Τζάκσον για σεξουαλική κακοποίηση, μέσα από το ντοκιμαντέρ «Leaving Wonderland»

Μέσα σε όλη αυτή την μιντιακή παραζάλη, υπάρχουν και κάποιες φωνές που προσπαθούν να υπερασπιστούν τον Τζάκσον, ο οποίος δικάζεται ερήμην, μετά θάνατον. «Γιατί, αφού υποτίθεται ότι συνέβαιναν όλα αυτά τα τέρατα στην Neverland οι γονείς αυτών των αγοριών επέμεναν να τα ξαναπηγαίνουν εκεί και να κάνουν παρέα με τον Τζάκσον;» είναι ένα από τα εύλογα ερωτήματα, που σε πρόσφατη τηλεοπτική τους συνέντευξη διατύπωσαν και κάποια από τα αδέλφια του.

Ομως το σκάνδαλο έχει πάντα πιο δυνατή φωνή από οποιαδήποτε επιχειρηματολογία. Με τον Τζάκσον να είναι από καιρό νεκρός και να μην μπορεί πλέον να υπερασπιστεί τον εαυτό του, το μόνο που έχει μείνει να «δικαστεί», είναι η ίδια, σπουδαία μουσική του.

Η βρετανική εφημερίδα Guardian ζήτησε από διακεκριμμένους δημοσιογράφους και γνώστες της μουσικής του, όσο και της ποπ κουλτούρας που την ανέδειξε, να απαντήσουν σε ένα δύσκολο ερώτημα: μπορούμε να απομονώσουμε τον άνθρωπο από τα τραγούδια του; Και τελικά, πόσο δύσκολο είναι να μην ακούμε για παράδειγμα ένα αριστούργημα όπως το «Smooth Criminal» και να μην πηγαίνει αμέσως το μυαλό μας στους ισχυρισμούς παιδοφιλίας, κόβοντάς μας αυτομάτως την όρεξη για κάθε χορευτική διάθεση;

«Ξέραμε εδώ και δεκαετίες την αυτοκαταστροφική πλευρά του Τζάκσον»

Ο αφροαμερικανός συγγραφέας και μουσικός Γκρεγκ Τέιτ, γράφει: «Η αφροαμερικανική κοινότητα είχε εντοπίσει από καιρό την αυτοκαταστροφική του πλευρά. Είχαμε τη νηφαλιότητα να διαχωρίσουμε τον καταπληκτική σόουλ τραγουδιστή και απίθανο χορευτή από τις όλο και πιο τρελές επιλογές του, συμπεριλαμβανομένων και των λίφτινγκ προσώπου που σταδιακά μετέτρεψε το δέρμα του από μαύρο σε λευκό, ή τις ρινοπλαστικές και τις αισθητικές επεμβάσεις στο πηγούνι. Εχοντας δει μόνο το τρέιλερ του συγκεκριμένου ντοκιμαντέρ, το μόνο που έχω να πω, είναι πως ο σκηνοθέτης αναζητά την αλήθεια όσο και ένας “κίτρινος” ρεπόρτερ ενός tabloid».

«Πάρα πολλοί άνθρωποι έχουν συνδέσει τη ζωή τους με τη μουσική του»

Ο Αλέξης Πετρίδης, ο εμπειρότατος μουσικός συντάκτης και επικεφαλής κριτικός της ποπ και ροκ σκηνής στον Guardian, γράφει: «Το ντόμινο των αποκαλύψεων σχετικά με την ιδιωτική ζωή του Τζάκσον πιθανότατα να οδηγήσουν στον άγραφο νόμο της απαγόρευσης της μουσικής του από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν και με άλλους καλλιτέχνες που βρέθηκαν αντιμέτωποι με αντίστοιχες κατηγορίες. Καταλαβαίνω γιατί μπορεί να φτάσουμε σ’ αυτό το σημείο, προσωπικά όμως, δεν πιστεύω ότι τελικά θα ισχύσει κάτι τέτοιο. Δεν είναι εύκολο να διαγράψεις τον Τζάκσον από την Ιστορία. Ισως λοιπόν να είναι εντάξει το να ακούμε ακόμη τη μουσική του, φτάνει μόνο, να γίνεται και ο αυτόματος συνειρμός: ότι μας θυμίζει πως η σπουδαία τέχνη μπορεί να δημιουργηθεί και από απαίσιους ανθρώπους, ότι το ταλέντο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όπλο για τους πιο αποκρουστικούς λόγους και το ότι όταν εξιδανικεύουμε έναν καλλιτέχνη μόνο και μόνο επειδή θαυμάζουμε τη δουλειά του, μπορεί να έχει τρομακτικές συνέπειες».

«Είναι προσωπική υπόθεση του καθενός αν θα ακούει ή όχι τα τραγούδια του»

Η Λίντσεϊ Ουίνσιπ, κριτικός χορού του Guardian, γράφει: «Το να διαχωρίσεις έναν άνθρωπο από τη μουσική του είναι πολύ δύσκολο, όταν μιλάμε για ένα τέτοιο παγκόσμιο φαινόμενο, η επίδραση του οποίου ξεπέρασε τα όρια της μουσικής. Ο Τζάκσον έφερε το χορευτικό στιλ των Αφροαμερικανών στη mainstream σκηνή. Ενέπνευσε τον κόσμο να σηκωθεί από τις καρέκλες του και να χορέψει και μεταξύ πολλών άλλων, έμεινε στην Ιστορία ως ο καλλιτέχνης που έκανε τους πάντες να θέλουν να κουνηθούν στον ρυθμό του. Δεν πρέπει λοιπόν να νιώθουμε ντροπή επειδή ο άνθρωπος που κάποτε μας ενέπνευσε, τώρα κατηγορείται για τόσο χυδαία πράγματα. Το αν θα πετάξουμε στα σκουπίδια τους δίσκους του ή αν θα συνεχίσουμε να τους ακούμε και να χορεύουμε υπό τους ήχους του, είναι απολύτως προσωπική επιλογή».