Η Μάνια Τεγοπούλου σε νεαρή ηλικία | Φωτογραφία Αρχείου/CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Η Μάνια Τεγοπούλου για το τέλος της «Ελευθεροτυπίας»: «Τους απέλυσα όλους γιατί…»

Η τελευταία εκδότρια της «Ε», κόρη του θρυλικού Χρήστου Τεγόπουλου, μιλά για πρώτη φορά για τις τελευταίες ημέρες της ιστορικής εφημερίδας, για τον Φυντανίδη και τον Ψυχάρη και για τους δημοσιογράφους που, όπως λέει, της «έσπαγαν τα αρχ@@@δι@»
Protagon Team

Ο πατέρας της ήταν αγωνιστής της Αντίστασης. Πρόεδρος της ΕΙΗΕΑ. Ιδρυτής βεβαίως της «Ελευθεροτυπίας». Ηταν ο θρυλικός Χρήστος Τεγόπουλος που έφυγε από τη ζωή το 2006. Τον διαδέχτηκε η κόρη του Μάνια. Και τι έκανε; «Τους απέλυσα γιατί μου έσπαγαν τα αρχ@@@α»…

Η συνέντευξη που έδωσε η πρώην εκδότρια της «Ελευθεροτυπίας» Μάνια Τεγοπούλου στο περιοδικό «Οδός Πανός» και στον Γιώργο Χρονά και αποσπάσματά της αναδημοσίευσε το lifo.gr προκαλεί αίσθηση. Λογικό. Δεν είναι και λίγο να είσαι εκείνη που έκλεισες επί των ημερών σου ένα τόσο ιστορικό φύλλο. Αλλά η κυρία Τεγοπούλου ποτέ δεν μάσησε τα λόγια της – είτε στις ιδιωτικές είτε στις δημόσιες συζητήσεις της. Ετσι, μιλάει για όλους και για όλα, για τον Φυντανίδη και τον Ψυχάρη, τα χρέη της «Ελευθεροτυπίας» και του ΔΟΛ, για τους εχθρούς που έκανε, τους μισθούς που δίνονταν…

Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα αποσπάσματα της συνέντευξης είναι αυτό στο οποίο αναφέρει ότι η ίδια γνώριζε πολύ καλά τους «εχθρούς» της που απέλυε από την Ελευθεροτυπία, μεταξύ των οποίων και ο θείος της, και ότι πολύ απλά της «έσπαγαν τα αρχ@@@α».

– Κυρία Τεγοπούλου, θυμάστε πότε βγήκε το τελευταίο φύλλο της Ελευθεροτυπίας;

«Πότε κυκλοφόρησε. 22 Δεκεμβρίου του 2011».

– Ηταν κάτι που εσείς επιθυμούσατε ή το θέλανε οι δημοσιογράφοι;

«Ηταν κάτι που είχα ζητήσει. Να κλείσει η εφημερίδα πολλούς μήνες πριν. Ήταν φανερό ότι δεν υπήρχε περίπτωση να επιβιώσει. Είχε προβλήματα. Είχαν έρθει εδώ, οι διευθυντές, σπίτι μου, τους είχα πει ότι πρέπει να κλείσει. Είχαν έρθει και οι συνδικαλιστές, σπίτι μου, ήταν ο εκπρόσωπος των συντακτών, και τους είπα, αυτό- πρέπει να κλείσει. Πρέπει να έγινε αρχές Οτκώβρη ή λίγο μετά, όταν αρνήθηκε το δάνειο ο κύριος Κωστόπουλος της Alpha Bank. Και αυτοί είπαν όχι, θα βάλουμε πλάτη»

– Υπάρχει όμως μια πληροφορία ότι τους είπατε, να ξεκινήσουν ξανά τα φύλλα μετά τις 20 Ιανουαρίου του ’12 και ό,τι εισπράττετε από το Πρακτορείο και από τις διαφημίσεις, κάτι το οποίο συμβαίνει τώρα στα «Νέα» και στο «Βήμα», να αποδίδεται στους δημοσιογράφους, και ρώτησαν τότε, πότε ακριβώς θα μπαίνει ο μισθός μας; (προφανώς ο Χρονάς αναφέρεται στο μοντέλο που ακολουθήθηκε στη λειτουργία του ΔΟΛ την περασμένη άνοιξη, κατά τη διαδικασία της εκκαθάρισής του εν λειτουργία).

«Ναι. Πριν από αυτό όμως, το οποίο είναι πολύ σημαντικό, διότι η Ελευθεροτυπία δεν ήτανε μόνο ένας τίτλος, είχε και το πιεστήριο. Και είχα πει να δουλέψει το πιεστήριο, γιατί υπήρχαν συμβόλαια με τη Χρυσή Ευκαιρία, τα οποία συμβόλαια δεν επέτρεπαν να φύγει η Χρυσή Ευκαιρεία και να πάει να τυπωθεί στην Ίριδα, όπως τελικά έγινε. Θα έπρεπε να τυπώνεται και να πληρώνει κανονικά την Ελευθεροτυπία μέχρι τέλη του 2012. Ήταν μέσα στο συμβόλαιο. Και είπα δουλέψτε το πιεστήριο και παίρνετε τα λεφτά εσείς. Έπεται αυτό που λέτε εσείς, γιατί πήγα να μπω στο άρθρο 99 αλλά δεν κατάλαβε κανένας ότι έκλεισε η τράπεζα την Ελευθεροτυπία. Θεώρησαν όλοι ότι την έκλεισα εγώ. Βεβαίως είχα πει να ξαναδουλέψει και να παίρνουν τα λεφτά για να δω, αν θα τα καταφέρουν, να παίρνουν τα λεφτά, αφού έτσι και αλλιώς οι επιχειρήσεις πηγαίνανε κατά διαόλου. Του Τύπου οι επιχειρήσεις. Και οι υπόλοιπες που δεν με ενδιέφεραν, έτσι κι αλλιώς».

– Σας λείπει;

«Οχι. Δεν ήταν δικό μου δημιούργημα. Δεν μου λείπει αλλά δεν θα την έκλεινα. Την περιουσία μου έχασα. Αν μου λείπει η περιουσία μου με ρωτάτε; Τι να σας απαντήσω. Εσάς σας λείπει η περιουσία που είχατε ή δεν είχατε;»

– Έχετε καιρό να πάτε στο κτίριο της οδού Μίνωος;

«Έχω να πάω από το 2012».

– Δεν ξαναπήγατε;

«Όχι. Πήγα ένα βράδυ που είχε κοπεί το ρεύμα, ήταν λίγο πριν βγει η number two Ελευθεροτυπία. Τέλος του ’12 πρέπει να ήταν, όταν ο Παναγόπουλος έφτιαχνε τη νέα μαζί με τον Οικονομόπουλο, με τη δική μου άδεια φυσικά, δεν το συζητώ».

(…)

– Πιστεύετε ότι με το κλείσιμο της εφημερίδας αποκτήσατε εχθρούς, από το δημοσιογραφικό μέρος που δούλευε σε σας;

«Όχι, είχα αποκτήσει ήδη».

– Τους ξέρατε;

«Πολύ καλά. Τους μισούς τους είχα απολύσει. Κάποιος έχει βγάλει και βιβλίο τώρα τελευταία. Και τον θείο μου απέλυσα».

– Αυτό σημαίνει δύναμη, εκ μέρους σας ή όσφρηση του μέλλοντος να συμβεί;

«Αυτό σημαίνει ότι μου έσπαγαν τα αρχίδια».

– Εχετε σκεφτεί τι οφείλει η Α.Ε., μπαίνοντας στο νόμο 99;

«Ναι».

– Πόσα;

«Οι υποχρεώσεις προς τις τράπεζες ήταν 50 εκατ. ευρώ, πολύ λιγότερες απ’ όσες είχαν άλλα ΜΜΕ, ο ΔΟΛ και ο Πήγασος π.χ. Οι αποζημιώσεις και οι μισθοί των εργαζομένων έφθαναν τα 35 εκατ. ευρώ. Η μόνη πιθανότητα που υπήρχε για να πάρουν οι εργαζόμενοι αυτά τα ποσά ήταν μέσα από την ένταξη στο άρθρο 99 και την συνέχεια της λειτουργίας. Με την πτώχευση και το κλείσιμο των εφημερίδων αυτά τα ποσά τα χάσανε. Το άρθρο 99 προστάτευε τα δικαιώματα των εργαζομένων και όχι των τραπεζών. Οι τράπεζες θα την πατούσαν».

– Άρα προηγούνται οι υπάλληλοι και μετά οι τράπεζες.

«Ναι τότε. Αλλά τώρα έχουν αλλάξει οι νόμοι. Μιλάμε για πράγματα που είναι αλλιώτικα. Τώρα προηγείται το κράτος. Είναι μεσαιωνικό πλέον. Το κράτος μόνο παίρνει δεν δίνει».

– Είναι αυτά που γράψατε στα δύο άρθρα, μια στα «Νέα» και μία στο «Βήμα»;

«Ναι. Το πρώτο που έγραψα ήτανε μια δοκιμή που έκανα για να δω κατά πόσο ο Ψυχάρης θα βάλει αυτό που θα του στείλω. Το έβαλε αμέσως στα Νέα».

– Ναι το έβαλε. Ναι αλλά εσείς ξέρετε τι θα πει αυτή η φράση;

«Όχι»

– Τι έγινε με τον Φυντανίδη και σας είχε σε στόχο όλες τις συνεντεύξεις που έδινε; Ο διάλογος, λέει, έγινε στο διάδρομο της Ελευθεροτυπίας, την επομένη της κηδείας του πατέρα σας.

«Δεν έγινε την επομένη της κηδείας του πατέρα μου. Ο πατέρας μου πέθανε 29 Νοέμβρη του 2006. Ο Φυντανίδης παραιτήθηκε τον Μάιο του 2007».

– Είναι αλήθεια ότι ο πατέρας σας είχε πει ότι πρέπει να αλλάξει η διεύθυνση από τα χέρια του Φυντανίδη προτού πεθάνει;

«Είναι μεγάλη ιστορία, αυτή, διότι ο πατέρας μου ήθελε να του πει ότι δεν μπορεί να παίρνει 55.000-60.000 ευρώ το μήνα. Το νούμερο αυτό του το είπα εγώ. Μου λέει να τον πάρω τώρα. Δεν είναι δυνατόν του λέω, δεν θα τον πάρεις τώρα θα τον πάρεις το Σάββατο γιατί εγώ έχω μια δουλειά και θα μου τη χαλάσεις. Μου λέει εντάξει, το Σάββατο θα τον φωνάξω. Την Τρίτη έγινε η κουβέντα και ο πατέρας μου πέθανε την Τετάρτη. Που να τον φωνάξει να του πει ότι παίρνεις 55.000; Όχι μόνο ο Φυντανίδης όμως. Όλοι αυξάνανε μόνοι τους το μισθό τους. Δεν ήταν η μοναδική περίπτωση. Οπότε πάει αυτό χάθηκε, οπότε λέω πως θα πολεμήσω τον Φυντανίδη; Περνάει Γενάρης, Φλεβάρης και μετά ο Φυντανίδης δίνει για εγγύηση στη Millennium Bank το μισθό του, που δεν ήταν μισθός, τα έβαζε σε μια εταιρεία γιατί αυτός ήταν συνταξιούχος. Έπαιρνε δηλαδή και δύο τρία χιλιάρικα από το ταμείο. Και τα 55 τα έβαζε σε εταιρεία. Και δεν πλήρωνε ούτε φόρους πάνω σε αυτό. Και τα δεσμεύει κιόλας γιατί είχε δάνειο στη Millennium. Οπότε εκεί άδραξα την ευκαιρία και όπως έφευγε από το γραφείο του και την αίθουσα συσκέψεων, που ήταν στον δεύτερο όροφο, φορούσε μάλιστα ένα παλτό μαύρο σαν 1925 και του λέω κύριε Φυντανίδη να σας πω κάτι; Ήμουν με τον Θανάση, τον θείο μου, και τον φώναξα και του λέω πρέπει να μειώσετε τον μισθό σας. Μου λέει και λέει και στον Θανάση που ήταν εκεί, να τον μειώσω, πόσο να τον κάνω, να τον μειώσω 10.000; Του λέει ο Θανάσης κάτω από το μισό. Ο Φυντανίδης χλωμιάζει. Το μισό του 55 δεν είναι και λίγα λεφτά το μήνα. Και μετά είπε, εντάξει τότε θα φύγω. Όμως επειδή κλείνω τα 75 θα το ανακοινώσω εγώ μετά τα γενέθλιά μου –είπε. Και έτσι το ανακοίνωσε το Μάιο».

– Οταν κόπηκε το παραδάκι αποκτήσατε και άλλους καινούργιους εχθρούς; Έκφραση του Χριστιανόπουλου «το παραδάκι».

«Δεν απέκτησα εχθρούς. Δεν είχα πλέον φίλους».

– Ακόμη και τώρα;

«Βεβαίως».

– Σας έμαθε πολλά πράγματα το κλείσιμο της εφημερίδας;

«Απολύτως τίποτα».

– Τα ξέρατε και πριν.

«Ναι» (…)

– Τα σαιτ σας, τα μαίηλς της Ελευθεροτυπίας, έχουν πάψει, δεν υπάρχουν;

«Έχει παύσει το σάιτ εδώ και χρόνια. Από τότε που έκλεισε. Μετά την Ελευθεροτυπία νούμερο δύο»

– Σκέφτεστε κάτι για την «Ελευθεροτυπία» ή είστε αναγνώστης άλλων φύλλων που αγοράζετε στο περίπτερο;

«Δεν είμαι αναγνώστης πια γιατί δεν μπορώ να διαβάσω τίποτα. Αγοράζω πού και πού το Βήμα και τα Νέα, την Καθημερινή δεν τολμώ να την αγγίξω». (…)

– Σκεφτόσαστε να γράψετε βιογραφία;

«Δεν ξέρω να γράφω».

– Να τα υπαγορεύσετε τουλάχιστον.

«Όχι. Σκέφτομαι να γράψω ένα αστυνομικό».

– Όπου θα περιέχονται όλα αυτά.

«Ναι. Αλλά δεν ξέρω να γράφω. Το σκέφτομαι. Μόνο που το σκέφτομαι δεν φτάνει».

– Αυτή είναι η πρώτη φορά που μιλάτε μετά το κλείσιμο της Ελευθεροτυπίας;

«Είναι η πρώτη φορά που μιλάω γενικότερα. Δεν έχω μιλήσει ποτέ σε κανέναν»…