Οι πιο σημαντικές δράσεις για την αποφυγή ή και τη ρύθμιση του διαβήτη παραμένουν η μέτρηση της γλυκόζης, η ισορροπημένη διατροφή και η άσκηση | Shutterstock
Επικαιρότητα

Σήμα κινδύνου: Ο διαβήτης απλώνεται (και) στην Ελλάδα

Τετραπλασιάστηκαν οι ασθενείς στη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών, εκτιμάται ότι 500.000 πάσχουν από διαβήτη τύπου ΙΙ (μη ινσουλοεξαρτώμενος) που προσβάλλει ολοένα και μικρότερες ηλικίες νέων και παιδιών - Το νέο φάρμακο για την αντιμετώπισή του και οι οδηγίες πρόληψης
Protagon Team

Ο αριθμός των ατόμων με διαβήτη στην Ελλάδα έχει τετραπλασιαστεί τα τελευταία 30 χρόνια, ενώ η πρόληψη της νόσου στη χώρα μας είναι σχεδόν ανύπαρκτη, μολονότι ο ένας στους δέκα Ελληνες είναι διαβητικός και το γνωρίζει. Συνολικά εκτιμάται ότι περίπου 500.000 ενήλικες έχουν διαβήτη τύπου II. Οι διαπιστώσεις αυτές προέκυψαν από τα στοιχεία της Εθνικής Μελέτης Νοσηρότητας (Ε.ΜΕ.ΝΟ ) και τις απαραίτητες στατιστικές αναγωγές και παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του 15ου Πανελλήνιου Διαβητολογικού Συνέδριου που ολοκληρώθηκε την Κυριακή 19 Mαρτίου στην Αθήνα.

Η Εθνική Μελέτη Νοσηρότητας έγινε σε τυχαίο δείγμα του πληθυσμού ενηλίκων που ζουν στην Ελλάδα. Από τα συνολικά 5.967 άτομα που συμμετείχαν, στα 5.843 άτομα (ποσοστό 97,7%) ήταν γνωστό αν είχαν ή όχι διαγνωσμένο διαβήτη. Οι 660 δήλωσαν ότι είχαν διαγνωσμένο διαβήτη, με το 82,3% αυτών να βρίσκεται υπό θεραπεία.

Οι εργαστηριακές εξετάσεις για 504 από το σύνολο των 660 ατόμων που ανέφεραν ότι έχουν διαγνωστεί με διαβήτη, δείχνουν ότι το 26,7% έχουν γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη μεγαλύτερη από 7,1 δηλαδή θεωρούνται αρρύθμιστοι διαβητικοί. Εξαιρώντας τα άτομα που είχαν διαγνωσμένο διαβήτη, βρέθηκαν 63 άτομα με ενδείξεις για αδιάγνωστο διαβήτη. Με βάση τα στοιχεία αυτά ο συνολικός ρυθμός αύξησης του διαβήτη στον ενήλικο πληθυσμό εκτιμάται στο 10% του γενικού πληθυσμού.

Όπως ανέφεραν οι ειδικοί στο συνέδριο, το πιο ανησυχητικό στοιχείο, είναι ότι ο αριθμός των ατόμων με διαβήτη στην Ελλάδα έχει τετραπλασιαστεί τα τελευταία τριάντα χρόνια και ότι ο διαβήτης τύπου Ι αυξάνεται 3% κάθε χρόνο στα παιδιά και στους εφήβους. Επίσης, ο διαβήτης τύπου ΙΙ προσβάλλει πλέον σε όλο και μικρότερες ηλικίες νέους και παιδιά.

Γερνάει πρόωρα την καρδιά

Ενδιαφέρον έχει και η παρατήρηση ότι ο διαβήτης έχει υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης στο δυτικό κόσμο, πράγμα που σχετίζεται με τη διατροφή και την καθιστική ζωή – αλλά και ότι οι διαβητικοί παρουσιάζουν ίδιο κίνδυνο εμφράγματος μυοκαρδίου, με τον κίνδυνο που έχουν για έμφραγμα άνθρωποι που είναι κατά 15 χρόνια μεγαλύτεροι τους. Ο διαβήτης δηλαδή γερνάει πρόωρα την καρδιά.

Μερικές από τις σημαντικές εργασίες του συνεδρίου περιλάμβαναν τις αναθεωρημένες κατευθυντήριες οδηγίες της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας, τα νέα φάρμακα, τις έννοιες καρδιαγγειακής ασφάλειας και οφέλους, το τεχνητό πάγκρεας, αλλά και τον νέο αλγόριθμο της μεταβολικής χειρουργικής, στην οποία η ΕΔΕ έχει δώσει ήδη την έγκρισή της, μαζί με άλλες επιστημονικές εταιρείες.

Καινοτόμο σκεύασμα

Στο συνέδριο προέκυψε επίσης ότι ήταν σημαντικές και οι εξελίξεις στην αντιμετώπιση του διαβήτη και στη ρύθμιση του σακχάρου. Το καινοτόμο σκεύασμα ντουλαγλουτίδη, που χορηγείται μια φορά την εβδομάδα, έχει ήδη εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές (παγκόσμιες και ελληνικές) και υπόσχεται ρύθμιση του διαβήτη με απλό και εύκολο τρόπο. Είναι μια νέα ενέσιμη αγωγή που αναμένεται τους επόμενους μήνες να κυκλοφορήσει στην Ελλάδα και εκτός από την ρύθμιση του διαβήτη βοηθάει στην απώλεια βάρους χωρίς να προκαλεί υπογλυκαιμικά επεισόδια. Οπως φαίνεται από την ένδειξή της, η ντουλαγλουτίδη μπορεί είτε να χορηγηθεί σε συνδυασμό με άλλα αντιδιαβητικά φάρμακα ως επιπρόσθετη θεραπεία, περιλαμβανομένης της ινσουλίνης (όταν εκείνα, σε συνδυασμό με άσκηση και δίαιτα, δεν παρέχουν επαρκή έλεγχο της γλυκόζης στο αίμα), είτε ως μονοθεραπεία σε ενήλικες ασθενείς με διαβήτη τύπου ΙΙ (των οποίων τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα δεν ελέγχονται επαρκώς μόνο με δίαιτα και άσκηση και οι οποίοι δεν μπορούν να λάβουν μετφορμίνη).

«Είναι ίσως η πιο αποτελεσματική κατηγορία αντιδιαβητικών φαρμάκων και το πλεονέκτημα είναι ότι η δράση τους προάγει την έκκριση της ινσουλίνης όταν το ζάχαρο είναι υψηλό. Όταν είναι χαμηλό δεν παράγουν ινσουλίνη και με αυτόν τον τρόπο δεν προκαλούν υπογλυκαιμίες», εξηγεί ο Θεόδωρος Αλεξανδρίδης, καθηγητής Ενδοκρινολογίας – Διαβητολογίας στο Πανεπιστήμιο Πάτρας, διευθυντής του τμήματος Παθολογίας. Παράλληλα, όπως εξηγεί ο ίδιος, αναστέλλουν την έκκριση της γλυκαγόνης, μίας ουσίας που ανεβάζει το σάκχαρο, ενώ παράλληλα μειώνει την όρεξη και οδηγεί σε απώλεια βάρους.