| George Vitsaras / SOOC
Απόψεις

Ζωή μετ’ αμουσίας

Αμουσα και με μούγκα θα βγούμε απ’ τη στρούγκα και ο μέχρι-τις-2-νταν Στέλιος Παπαθεμελής σαρδόνια θα χαμογελά. Τα αόρατα αιωρούμενα αεροσταγονίδια αποκλείουν την ακρόαση έστω και νότας και επομένως την επικοινωνία, την εγγύτητα, τη συνήχηση αλλά και όποια υποψία μέθεξης ή κεφιού...
Στάθης Παχίδης

«Αμουσία» ειν’ η λέξη που χρησιμοποίησε ο Ευριπίδης για να περιγράψει τον άνευ μουσικής και ατραγούδιστο βίο στον «Ηρακλή μαινόμενο» — καμία σχέση με τα μπανάλ μούσια του τριγύρω «Τhis-is-Sparta» συρμού. Και να που η «αμουσία», αντοχικό και περίλαμπρο γλωσσικό επίτευγμα 2500 χρόνων και βάλε, γίνεται ευθύβολη ξανά, καθώς μαινόμενοι από μανία πολιτικοπροστατευόντων και λοιμωξιολόγων καταδικαζόμαστε, μετά από σχεδόν ετήσιο φόβο και εγκλεισμό, να ζήσουμε τη χαρά του λυμένου σκύλου που επιτέλους θα εστιαστεί, βουβά και άνευ οιασδήποτε μουσικής υπόκρουσης.

Ο ειδικός απεφάνθη επισήμως και αυτολεξεί: «Χωρίς μουσική δεν θα καταβάλλεται η επιπλέον προσπάθεια, που χρειάζεται για να ακουστούμε σε έναν χώρο, που έχει δυνατή μουσική και η οποία στέλνει τα σταγονίδιά μας και μαζί με αυτά τον ιό πιο μακριά από εκεί που τα στέλνει η φυσιολογική ομιλία». Ούτε φτου, ούτε ξελεφτερία δηλαδή. 

Προφανώς είμαστε μια χώρα βαρήκοων, άσε που μπρος στην ενδεχομένως διαφιλονικούμενη διάκριση μεταξύ «δυνατής» και «μη δυνατής» μουσικής, τις απαγορεύουμε όλες, για να είμαστε κυριολεκτικά ήσυχοι. Τα σάλια φέρνουν χάλια. Τα αόρατα αιωρούμενα αεροσταγονίδια αποκλείουν την ακρόαση έστω και νότας και επομένως την επικοινωνία, την εγγύτητα, τη συνήχηση αλλά και όποια υποψία μέθεξης ή κεφιού. Πιο προχώ στην Κύπρο έθεσαν εκτός νόμου και το λίκνισμα και μια τεκμηριωμένη νομικά περιγραφή του αδικήματος του λικνίζεσθαι πολλά θα είχε να εισφέρει στον καγχασμό των επόμενων γενεών.

Άμουσα και με μούγκα θα βγούμε απ’ τη στρούγκα και ο μέχρι-τις-2-νταν Στέλιος Παπαθεμελής σαρδόνια θα χαμογελά. Η όποια Μουσική σε δημόσια εκτέλεση και συνακρόαση δια νόμου χαρακτηρίστηκε αιτία μετάδοσης του ιού, ανεξαρτήτως είδους και μη ψάξετε τα μοναχικά σας γουόκμαν στην αποθήκη. Στο ίδιο τσουβάλι  (με τη γάτα) τα ζντουπ ζντουπ τάχα-dance, τα γαβγαβ ποπ και τα επιτραπέζια τσιφτετέλια με την κλασσική, την τζαζ ή την καντάδα. 

Κι αν σας πιάσει μεράκι ή αντιστασιακό γινάτι και ξεκινήσετε, λυμένοι και απολυμένοι, να τραγουδάτε από Δευτέρα βραδάκι πρίμο σεγόντο  τα αντάρτικα της νέας εποχής, πχ το «Εφτά τραγούδια θα σου πω» ή το «Παίξε Χρήστο το μπουζούκι», πιθανόν και να διατρέχετε κίνδυνο ποινής. Ήδη ευφάνταστοι θύλακες αντιστάσεως ετοιμάζουν μπουζουκτσίδικα χωρίς μουσική — ξέρετε: νεγκλιζέ τραγουδίστριες, μπαλέτα κρεοπωλείου, λουλούδια Επιταφίου, σαμπάνιες πίστας, καλτσάτα πρώτα τραπέζια, όλα με τα προβλεπόμενα μέτρα προστασίας από τον ιό, με ευλαβική σιωπή και πάντα άνευ μουσικής. 

Η Μουσική μέχρι τώρα ήταν η μόνη απόλαυση των αισθήσεων που δεν είχε συνδεθεί με την αμαρτία και την τιμωρία αλλά πάει κι αυτό. Είναι σίγουρο πως πίσω απ’ όλη αυτή την δια νόμου επιβεβλημένη μούγκα κάποιο τραύμα κρύβεται. Κάποιον λοιμωξιολόγο απέρριψαν από σχολική χορωδία, σε κάποιον πολιτικοπροστατεύοντα είπαν «τζάμπα λεφτά δίνεις στο Ωδείο». Και ας μην ξεχνάμε βέβαια πως ουδείς έως τώρα κατάφερε να απαντήσει ποια ήταν η επίδραση στην παγκόσμια Ιστορία των ανθρώπων, που απέρριψαν δυο φορές τον Χίτλερ από τη Σχολή Καλών Τεχνών της Βιέννης.