Περί τα τέλη Μαρτίου θα πραγματοποιηθεί στη Γενεύη μια διάσκεψη για το Κυπριακό με τη συμμετοχή των δύο ηγετών της Κύπρου, της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Βρετανίας. Θα είναι η πρώτη συνάντηση αυτού του επιπέδου από το 2017 και θα έχει διαγνωστικό χαρακτήρα. Το ζητούμενο είναι να διαπιστωθεί αν υπάρχουν δυνατότητες για μια νέα διαπραγματευτική διαδικασία ή αν θα επιβεβαιωθεί ότι το Κυπριακό δεν λύνεται με τις ίδιες μεθόδους που εφαρμόζονται από το 1974.
Ηδη πέρασαν πενήντα χρόνια από την εισβολή και οκτώ χωρίς συνομιλίες, με τα δεδομένα επί του εδάφους να επιδεινώνονται δραματικά. Ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης τονίζει με κάθε ευκαιρία ότι το στάτους κβο στην Κύπρο δεν είναι βιώσιμο, όμως περιορίζεται στις διακηρύξεις και δεν κάνει απολύτως τίποτα για την ακύρωσή του.
Η κακοδαιμονία της Κύπρου, από την ανεξαρτησία της, μέχρι πρόσφατα, ήταν η άρνησή της να συμφιλιωθεί με το γεγονός ότι ανήκε στη δυτική ζώνη επιρροής. Το σύστημα ασφάλειας της Δύσης, όπως καθορίστηκε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, επέβαλλε τη συνεργασία της Ελλάδας και της Τουρκίας απέναντι στη σοβιετική απειλή. Η Κύπρος χρησιμοποιήθηκε από τη Μόσχα για να υποδαυλίζει την ελληνοτουρκική σύγκρουση, επιτυγχάνοντας τη διάσπαση της συνοχής του ΝΑΤΟ στην ανατολική Μεσόγειο.
Επρεπε να απομονωθεί η Ρωσία ως αποτέλεσμα της εισβολής στην Ουκρανία για να απογαλακτιστεί η Κύπρος από τη ρωσική επιρροή και να στραφεί προς τη Δύση. Ομως, και πάλι, αυτή η στροφή είχε το στοιχείο του τακτικισμού και όχι του ανασχεδιασμού της εξωτερικής της πολιτικής. Προσφέροντας κάθε διευκόλυνση που έχουν ζητήσει οι ΗΠΑ, ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης εξασφάλισε κάποια προστασία στο Κυπριακό. Ετσι, προσέδωσε αξία και εξασφάλισε παράταση στο σημερινό στάτους κβο. Η προστασία αυτή είναι πλέον στον αέρα και κινδυνεύει να γυρίσει μπούμερανγκ.
Με την επάνοδό του στην εξουσία, ο Τραμπ άλλαξε τους κανόνες της πολιτικής και κατάργησε τη διεθνή νομιμότητα. Η απαίτησή του να αποκτήσει τη Γροιλανδία, η πρότασή του να φύγουν οι Παλαιστίνιοι από τη Λωρίδα της Γάζας, την οποία προσδοκά να μετατρέψει σε «Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής», και η θέση του ότι η Ρωσία δικαιούται τα ουκρανικά εδάφη, διότι έχυσε πολύ αίμα για να τα κατακτήσει, προκαλούν αναστάτωση και αβεβαιότητα στους εταίρους των ΗΠΑ στον δυτικό κόσμο.
Πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Ευρώπη ανησυχεί για την ασφάλειά της. Οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις που συντελούνται είναι σεισμικές και θα καθορίσουν το νέο σύστημα ασφάλειας της Ευρώπης, χωρίς εξάρτηση από τις ΗΠΑ. Σε αυτή τη νέα εξίσωση θα μπει και η Τουρκία λόγω γεωγραφικής θέσης, μεγέθους και επιρροής στην ευρύτερη περιοχή, ιδιαίτερα μετά την πτώση του καθεστώτος Ασαντ στη Συρία. Μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι απαραίτητα αρνητική. Με τους κατάλληλους χειρισμούς μπορεί να γίνει και ευκαιρία. Η Ελλάδα είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ της ευρωπαϊκής ηπείρου και της Τουρκίας. Χωρίς την Ελλάδα δεν μπορεί να αξιοποιηθεί η Τουρκία και με άλυτο το Κυπριακό δεν μπορεί να υπάρξει εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Οι ηγέτες των πιο ισχυρών κρατών της ΕΕ συνήλθαν εκτάκτως στο Παρίσι για να συζητήσουν το Ουκρανικό σε συνάρτηση με την ασφάλεια της Ευρώπης. Στην Ελλάδα ασκείται κριτική για τη μη πρόσκληση του Πρωθυπουργού σε αυτή την ιστορική σύναξη. Η συμμετοχή σε τέτοιες διεργασίες δεν εξασφαλίζεται με όρους δημοσίων σχέσεων αλλά κερδίζεται αναλόγως του ρόλου που το κάθε κράτος μπορεί να διαδραματίσει. Η Ελλάδα, και κατ’ επέκταση η Κύπρος, μπορούν να εξασφαλίσουν θέση στο τραπέζι εάν έχουν ουσιαστική συνεισφορά στη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης, προτείνοντας την προσέγγιση της Ευρώπης με την Τουρκία, με αντάλλαγμα εξασφαλίσεις για τη δική τους ασφάλεια.
Το φιλορωσικό λόμπι στην Ελλάδα, από την άκρα Δεξιά μέχρι την άκρα Αριστερά, εναποθέτει τις ελπίδες του στον Τραμπ για διάλυση της ΕΕ, υποτιμώντας δραματικά τους εθνικούς κινδύνους που θα επιφέρει μια τέτοια εξέλιξη. Μόνο η ένταξη της Ελλάδας και της Κύπρου σε ένα νέο σύστημα ασφάλειας της Ευρώπης μπορεί να διασφαλίσει μακροπρόθεσμη σταθερότητα. Εναλλακτικά, εάν ο λαϊκισμός και η εθνικιστική πλειοδοσία εξωθήσουν τα πράγματα σε γεωπολιτικό ανταγωνισμό με την Τουρκία, όπως υποβάλλει η Μόσχα στην κοινή γνώμη μέσω των τοπικών δορυφόρων της, θα γίνουμε όμηροι του χάους της παγκόσμιας αποσταθεροποίησης.
Αν η Τουρκία αποκοπεί οριστικά από την Ευρώπη, νομοτελειακά θα προσδεθεί στη Ρωσία του Πούτιν και στις ΗΠΑ του Τραμπ. Και τότε το Κυπριακό θα τελειώσει με το χειρότερο τρόπο. Κάθε άλλο παρά εκτός πραγματικότητας είναι το σενάριο να ξυπνήσουμε ένα πρωί και να ακούσουμε στις ειδήσεις ότι ο Τραμπ, έπειτα από συνομιλίες που είχε με τον Ερντογάν, ανακοίνωσε ότι η κατεχόμενη Κύπρος είναι κομμάτι της Τουρκίας επειδή την κατέχει για 50 χρόνια, και οι ενεργειακοί πόροι της Ανατολικής Μεσογείου είναι εντός της τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Μια τέτοια εξέλιξη θα προκαλέσει χάος και συγκρουσιακό περιβάλλον ανάλογο με εκείνο του 1974.
Οι νέες διεθνείς πραγματικότητες είναι επίφοβες. Το στάτους κβο στην Κύπρο, κατ’ ομολογία του ίδιου του προέδρου Χριστοδουλίδη, είναι εύθραυστο. Η κατάρρευσή του εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους για την οικονομία, την ευημερία και την ασφάλεια του πληθυσμού. Οπως κάθε ετοιμόρροπο οικοδόμημα, το στάτους κβο πρέπει να καταργηθεί συντεταγμένα, πριν καταρρεύσει και μας πλακώσει.
Οσο κρατάνε ακόμη οι δομές ασφάλειας της Δύσης, όσο η Ευρώπη στέκεται στα πόδια της, όσο υπάρχει στην Ελλάδα μια κυβέρνηση που εργάζεται για την ύφεση, όσο υπάρχουν ακόμη Τουρκοκύπριοι στα κατεχόμενα, όσο ο Ερντογάν συζητά μια λύση, πρέπει να υπάρξει μια διευθέτηση στην Κύπρο που θα ενσωματώνει όλο το νησί στην ΕΕ, θα είναι μέρος του συστήματος ασφάλειας της Ευρώπης και θα απαντά στα ζητήματα ασφάλειας του πληθυσμού της. Ολα τα άλλα είναι πλέον δευτερεύοντα.
Η συνάντηση της Γενεύης, περί τα τέλη του Μάρτη, μπορεί να γίνει η αφετηρία για μια νέα αρχή. Μπορεί να είναι και η αρχή του τέλους. Η ελπίδα και η προσδοκία είναι ότι θα επικρατήσει το πρώτο. Η Ιστορία διδάσκει ότι θα επισυμβεί το δεύτερο.
