Συγγενείς θύματος έξω από το Νοσοκομείο Λάρισας | CreativeProtagon/Intimenews
Απόψεις

Οι καλές προθέσεις της Μίνας Γκάγκα που οδηγούν στην κόλαση

Τους νεκρούς μας θέλουμε να τους κρατάμε μαζί μας από πάντα. Με οποιονδήποτε τρόπο. Οι συμβολισμοί. Οι τελετουργίες. Τα φτιάξαμε όλα αυτά για να κάνουμε τη ζωή μας λίγο πιο εύκολη και να απαλύνουμε τον πόνο μας. Τον πόνο της ύπαρξης και του θανάτου εξίσου. Δεν τα παίρνεις αυτά από τους ανθρώπους, εκτός αν θέλεις να τους τιμωρήσεις
Μαρία Δεδούση

Η Μίνα Γκάγκα (η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας) ίσως σκέφτηκε με πολλή ενσυναίσθηση όταν είπε να μη δουν οι οικείοι τα φριχτά παραμορφωμένα σώματα των νεκρών τους και να «τους θυμούνται γερούς». Εάν έλεγε ας πούμε «κρίμα που θα τους δουν έτσι», ή «θα θέλαμε να μην τους έβλεπαν έτσι» και στα ψιλά θα περνούσε η δήλωσή της και θα έκανε και καλή εντύπωση. Το πρόβλημα είναι ότι ήθελε να επιβάλει αυτό που η ίδια αντιλαμβάνεται ως ενσυναίσθηση στους ανθρώπους. Κι εκεί παύει να είναι ενσυναίσθηση και γίνεται στεγνή αλαζονεία.

Πέρα από θεσμοθετημένο, το δικαίωμα να πάρεις τον νεκρό σου στα χέρια σου είναι κάτι πολύ περισσότερο: είναι θεμελιώδης πανανθρώπινη ανάγκη.

Δεν ξέρω τι θα κάναμε αν ήμασταν άλλο είδος, με άλλη προϊστορία και ιστορία, με άλλες συλλογικές ιδεολογίες, ίσως και να τους πετάγαμε στα σκουπίδια τους νεκρούς μας χωρίς να κουνηθεί βλέφαρο. Δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα νομοτελειακοί κανόνες για αυτά τα πράγματα, εκτός αν πιστεύεις σε κάποιον θεό που σου στέλνει σχετικές οδηγίες. Εμείς παραδοσιακά πιστεύουμε.

Κι επειδή τον Θεό (τους θεούς) τους φτιάξαμε εμείς κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση και όχι το αντίθετο, τους βάλαμε να μας στέλνουν και οδηγίες κομμένες και ραμμένες στις ανάγκες μας.

Μια από αυτές, ολόκληρα σετ οδηγιών για την ακρίβεια, είναι το πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε στους νεκρούς μας. Πράγματα που πέρασαν και στο Δίκαιό μας, το ευαγγέλιο της κοσμικής και όχι θρησκευτικής μας ύπαρξης ως κοινωνίες.

Εχουν γίνει μάχες και μάχες για ένα νεκρό σώμα και όχι μόνο μυθολογικές όπως στην Ιλιάδα ή στην Αντιγόνη. Ιστορικά η ανάκτηση του νεκρού σώματος ενός ηγέτη μπορούσε να σημάνει τη νίκη ή την ήττα σε έναν ολόκληρο πόλεμο. Γι’ αυτό διάφοροι κάπως λιγότερο πολιτισμένοι πρόγονοί μας παλουκώνανε τα κεφάλια των νεκρών εχθρών να τα βλέπει ο κόσμος: δεν ήταν μόνο το «κοίτα τον είναι νεκρός». Ηταν και το «κοίτα τον, τον ατίμασα νεκρό».

Σε πιο προσωπικό επίπεδο, διάβαζα πριν από λίγες ημέρες για την περίπτωση του Μάριου Παπαγεωργίου.

Ο Μάριος δολοφονήθηκε πριν από 11 χρόνια κάπου έξω από τα Δερβενοχώρια. Τον είχαν απαγάγει για λύτρα και τελικά τον σκότωσαν. Ο δολοφόνος συνελήφθη, ομολόγησε, καταδικάστηκε, αλλά δεν αποκάλυψε ποτέ που είναι το πτώμα. Εκτοτε η μάνα του Μάριου δεν έπαψε ποτέ να το αναζητά, με όποιο μέσο είχε, τη Νικολούλη, την αστυνομία, ιδιωτικούς ερευνητές…

Ενας κρατούμενος για άσχετο έγκλημα πήρε στη Νικολούλη πριν από λίγες ημέρες και αποκάλυψε στοιχεία για την εύρεση του σώματος, προκειμένου «να ηρεμήσει η μητέρα του μετά από τόσα χρόνια», όπως είπε.

Από τι να ηρεμήσει η μάνα του, θα πουν κάποιοι, αφού ξέρει από δεκαετίας ότι ο γιος της είναι πεθαμένος;

Μα, δεν είναι ότι δεν πιστεύουμε την είδηση του θανάτου. Την πιστεύουμε. Πώς να σώθηκε δηλαδή κάποιος από μια κατάσταση όπως αυτή του τρένου ή ενός αεροπλάνου που έπεσε καρφί στη γη;

Ο δικός μας άνθρωπος –αν ήταν εκεί– σκοτώθηκε. Αυτό που απομένει να σκοτώσουμε, όμως, είναι αυτή η κακούργα η ελπίδα που δεν έχει καμία, μα καμία, λογική, αλλά μας κρατάει όρθιους και ζωντανούς το κρίσιμο εκείνο διάστημα που πρέπει να κρατηθούμε όρθιοι και ζωντανοί.

Οσοι έχουν χάσει δικό τους άνθρωπο, ξέρουν πολύ καλά τι λέω. Σου λέει η νοσοκόμα «πέθανε» κι εσύ σκέφτεσαι «για άλλον λέει» ή «λάθος κάνουν», ή «αποκλείεται».

Μετά περνάει το κρίσιμο διάστημα και μπαίνεις στην αποδοχή, το πιο δύσκολο στάδιο του πένθους. Και το πιο απαραίτητο όμως.

Το νεκρό σώμα είναι το εισιτήριό σου για τη διαδικασία της αποδοχής. Είναι το πειστήριο ότι κανείς δεν έκανε λάθος, δεν μιλάνε για άλλον και τελικά δεν αποκλείεται.

Και μετά έρχεται το πένθος. Κι εκεί χρειάζεται το νεκρό σώμα, ως μέρος του τελετουργικού. Είναι ο ναός που κατοικούσε ο άνθρωπός σου, δεν έχει σημασία αν ο ίδιος έχει ήδη αναχωρήσει, είναι το μόνο που έχεις πλέον απ’ αυτόν, είναι εκεί όπου θα τον προσκυνήσεις για μια τελευταία φορά πριν αποχωριστείτε για πάντα.

Οι συμβολισμοί. Οι τελετουργίες. Τα φτιάξαμε όλα αυτά για να κάνουμε τη ζωή μας λίγο πιο εύκολη και να απαλύνουμε τον πόνο μας. Τον πόνο της ύπαρξης και του θανάτου εξίσου.

Δεν τα παίρνεις αυτά από τους ανθρώπους, εκτός αν θέλεις να τους τιμωρήσεις. Και κυρίως δεν τους τα παίρνεις αλαζονικά, επειδή έχεις την εξουσία να το κάνεις.

Πριν από λίγο καιρό πήγα στο Μουσείο των Πολιτισμών της Ανατολίας, στην Αγκυρα.

Εκεί βλέπεις την ανθρώπινη παρουσία πάνω στη Γη σχεδόν από το ξεκίνημά της.

Ανάμεσα στα εκθέματα υπάρχει η αναπαράσταση της μιας «κατοικίας» της Παλαιολιθικής εποχής, μια σπηλιά δηλαδή και τα λιγοστά πράγματα των μακρινών προγόνων μας, με τη διάταξη που βρέθηκαν σε ανασκαφές.

Τα δέρματα που σκεπάζονταν το βράδυ, κάτι σκαλίσματα στους τοίχους, ένα πέτρινο «τσουκάλι», τα δόρατα που σκάλιζαν σε πέτρες και ξύλα…

Και στη γωνία, ένας ρηχός τάφος με δύο σκελετούς μέσα.

Τους νεκρούς μας θέλουμε να τους κρατάμε μαζί μας από πάντα.

Με οποιονδήποτε τρόπο.