O τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος το 1974 και το 1964 –στο φόντο το Τατόι | CreativeProtagon/IntimeNews/Getty Images
Απόψεις

Ο αστόλιστος βασιλιάς

Πόσο θλιβερή ήταν η επιμονή σε κείνο το «Γλίξμπουργκ» που χόρταινε το στόμα τους να το προφέρουν, μην και θεωρηθεί Ελληνας ο Ελληνας και μολυνθεί η φυλή. Πόσος αναίτιος φόβος. Πόση εγκατάλειψη σε κείνο το Παλάτι, λες και δεν υπήρξε μνημείο της Ιστορίας μας
Ρέα Βιτάλη

Πράξις 1η

Τα περισσότερα παραμύθια της δικής μου γενιάς είχαν και έναν βασιλιά. Και δη το αγαπημένο μου «Οι δώδεκα βασιλοπούλες και το μυστικό τους». Τον εικονογραφούσαν στρουμπουλό με χρυσή κορόνα, μπέρτα με γουνάκι, κάτι στο χέρι που ποτέ δεν έμαθα πώς το λένε, πάντως, ήταν κι αυτό χρυσό. Οι βασιλιάδες των παραμυθιών μας ήταν στολισμένοι.

Ο βασιλιάς της Ελλάδας ήταν εκτός Ελλάδας, άρα δεν είχα αληθινή εικόνα του, παρά μόνο μέσα από μια συγκεκριμένη φωτογραφία που τον έδειχνε ως έναν γλυκύτατο νέο, στολισμένο κατάλληλα και πάντα, σε διπλανή φωτογραφία, αυτή της Αννας Μαρίας, που ήταν μια γλυκύτατη και κατάλληλα στολισμένη νέα κοπέλα με κορόνα, που αποκλείεται να μη σου μετέφερε ένα χαμόγελο συμπάθειας.

Θυμάμαι και ένα γυάλινο σταχτοδοχείο στο σπίτι του παππού που είχε σκαλισμένο κάποιον βασιλιά. «Τον Γεώργιο» ή «Τον Παύλο», δεν θυμάμαι ποιον έλεγε ο παππούς. Πάντως γυάλινος ήταν, σχεδιασμένος με παράστημα βασιλικό, αν και σε σταχτοδοχείο. Πώς το κατάφεραν! Υπήρχε και μια ιστορία που έλεγε η γιαγιά, για έναν άλλον βασιλιά, που τον είχε δαγκώσει μαϊμού και πέθανε. Ακου, μαϊμού! Αυτό ξετίναζε τη φαντασία μου και με έκανε να τρέμω τις μαϊμούδες.

Στο σπίτι, στα κομμωτήρια, στα μοδιστράδικα, συχνά αναφέρονταν στην Αννα Μαρία. Σε ό,τι έλεγαν για εκείνη διέκρινα πάντα μια ενδιαφέρουσα συμπάθεια, ανάμεικτη με μια ενδιαφέρουσα δόση λύπησης. Λύπηση που όμως δεν τη χαμήλωναν σε οίκτο, γι’ αυτό την ονομάζω ενδιαφέρουσα λύπη. «Μικρό κορίτσι ήρθε στη χώρα μας να ζήσει το δικό της παραμύθι και δες…». Ως εκεί.

Πράξις 2η

Η τηλεόραση το 1974 ήταν ασπρόμαυρη. Στο σπίτι κυριαρχούσε ένας ατμοκίνητος αναβρασμός. Γενικά εκείνον τον καιρό είχαμε αναβρασμούς, που στα παιδικά μας φάνταζαν ενδιαφέροντες και σκόρπιζαν ερωτήματα, που όμως δεν εκφράζαμε. Απλώς καταγράφαμε ατμόσφαιρες. (Θυμάμαι, για παράδειγμα, τον ενθουσιασμό των γονιών μου, τα φιλιά τους, τη χαρά τους ό,τι «Ερχεται ο Καραμανλής, Βεττάκι μου!». Ο πατέρας μου του είχε λατρεία –η μάνα μου λατρεία στην Αμαλία, κι ας είχαν χωρίσει. Θυμάμαι, πάλι ασπρόμαυρα, το πλήθος λαού να ωρύονται στην υποδοχή του «Ε! Ε! Ερχεται!», θυμάμαι τη Νάκη Αγάθου, θρυλική τηλεπαρουσιάστρια της εποχής, να λιώνει προφέροντας το όνομά του. Πόσων χρόνων να ήταν τότε ο πατέρας μου και η μαμά μου; Τριάντα έξι και τριάντα τεσσάρων). Κλείνει η μεγάλη παρένθεση. Εκείνη την ημέρα ο βασιλιάς θα απευθυνόταν στον ελληνικό λαό μέσω τηλεοπτικού διαγγέλματος.

Παρατάχθηκαν όλοι στον στητό καναπέ της εποχής, «Σαρίδης». Εγώ κάθισα οκλαδόν στο χαλί «Πιο μακριά, θα τυφλωθείς» μου φώναξαν. Η τηλεόραση τη χειρότερη ώρα έκανε «Χιόνια!», φωνάξαμε όλοι με απόγνωση. Ετσι γινόταν τότε. «Κρακ κρακ» έστριψα το μεγάλο κουμπί, σταμάτησαν τα χιόνια, ξαναστηθήκαμε.

Ο βασιλιάς της Ελλάδας. Ο εξόριστος. Μα τι ήταν αυτό; Ηταν αυτός βασιλιάς; Πού ήταν η κορόνα του; Πού ένα γουνάκι στους ώμους του; Πού κάτι χρυσό να κρατάει στο χέρι του; Τόσο που τον είχα εμφανισιακά, παραμυθένια, εξιδανικεύσει! Τόσο δραματικά αστόλιστος, με ένα κοστούμι σαν τόσων και τόσων! Δραματικά αστόλιστος!

***

Η αβασίλευτη Δημοκρατία συγκέντρωσε μεγάλη πλειοψηφία 69,2% έναντι 30,8% της βασιλευομένης. Ο Κωνσταντίνος, αντιγράφω τώρα πια, την επομένη της ψηφοφορίας απηύθυνε το ακόλουθο μήνυμα: «Ελληνες και Ελληνίδες. Πιστός στην διακήρυξή μου, επαναλαμβάνω ότι προέχει η εθνική ενότητα χάριν της ομαλότητάς, της προόδου και της ευημερίας της χώρας και εύχομαι ολόψυχα οι εξελίξεις να δικαιώσουν το αποτέλεσμα που προέκυψε από τη χθεσινή ψηφοφορία».

Εκτοτε πολλά βιβλία μελέτησα, πολλά είδα, πολλά με εμψύχωσαν, αλλά και πολλά με μελαγχόλησαν για το ποιος γράφει την Ιστορία αυτού του τόπου ώστε να μένουμε εσαεί μοχθηρά ανιστόρητοι. Ο λαός μίλησε: 69,2% υπέρ της αβασίλευτης Δημοκρατίας. Πιο πολύ από αυτό δεν είχε! Σοφά μίλησε και η πορεία τον δικαίωσε. Ωστόσο, πόσο δεν υπολόγισαν αυτή τη φωνή ως αρκούντως αρκετή;

Πόσο μονομερή οχλαγωγία έστηναν πάνω από τη φωνή του λαού! Τόση, που να μην προχωράμε ποτέ μπροστά, αλλά πάντα να κοιτάμε προς τα πίσω, αιμορραγώντας ανώφελα. Ποτέ με μάτια πολλών αναγνώσεων, αλλά με μονομερή εθελοτυφλία. Σχεδόν απαγορεύοντας την έρευνα, τα ερωτήματα, το «Μήπως;». Πόσο θλιβερή, για παράδειγμα, εκείνη η επιμονή σε κείνο το «Γλίξμπουργκ» που χόρταινε το στόμα τους να το προφέρουν, μην και θεωρηθεί Ελληνας ο Ελληνας και μολυνθεί η φυλή.

Πόσος αναίτιος φόβος. Πόση εγκατάλειψη σε κείνο το Παλάτι, λες και δεν υπήρξε μνημείο της Ιστορίας μας. Πόση χολή! Πόσοι δρόμοι να μετονομάζονται αστεία. Πώς χώρες όπως η ματωμένη ποικιλοτρόπως Ρωσία, η Σοβιετική ένωση, ρε φίλε, συντηρούν παλάτια και εμείς… Ο αστόλιστος βασιλιάς των παιδικών μου χρόνων είχε πεθάνει πριν πεθάνει.

Παιδί ήμουν, εκεί «τον τελείωσα». Ο ελληνικός λαός ως ενήλικας διέθετε την ύψιστη, ιερή ευεργεσία της ψήφου. Η βασιλεία «μπαμ και κάτω». Στα χρόνια που επακολούθησαν… Μεταξύ μας… Πολλά, πάρα πολλά έχουν πεθάνει, χωρίς όμως να τα πεθαίνουμε. Αυτά είναι τα ζόρικα. Η δημοκρατία είναι το πιο υγιές αλλά και το πιο δύσκολο πολίτευμα.

Διαθέτει δε πολλές κρυψώνες για να μεταμφιέζονται δικτατορίσκοι, ψευτοβασιλείς της δεκάρας πλην πάντα σπουδαίων προνομίων, ως δημοκράτες, ως «υπέρμαχοι» Δημοκρατίας. Σοφός ο λαός. Χρόνο με τον χρόνο, με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς, τους ξεσκεπάζει. Ε, δεν είναι και εύκολη η διαδρομή… Ξεκινώντας πάντα από την απόλυτη εξιδανίκευση! (Και με τόση «τέχνη» να μας στραβώνουν τη μελέτη και γνώση της Ιστορίας).

ΥΓ. Καλό ταξίδι σε ένα κομμάτι της Ιστορίας μας.

ΥΓ. 1  Ερμοι Αγγλοι!.. Στο «Μπροστά γκρεμός και πίσω ρέμα» σας.