Τα παιδιά μου πηγαίνουν τρεις φορές την εβδομάδα κολυμβητήριο, ανελλιπώς. Δεν το αγαπούν ιδιαίτερα, αρκετές φορές δεν θέλουν να πάνε. Ο μπαμπάς τους, όμως, ο οποίος έχει αναλάβει αυτή τη δραστηριότητα, τους πετάει τα μαγιό και τους δείχνει την πόρτα. Θα χάσουν μάθημα μόνο όταν αρρωστήσουν.
Μπορεί η επιμονή του να κρύβει έναν ψυχαναγκασμό, αλλά το αποτέλεσμα είναι δύο παιδιά που εξοικειώθηκαν με το υγρό στοιχείο από νωρίς και από εκεί που πλατσούριζαν άγαρμπα σε θάλασσες και πισίνες, πλέον διαχειρίζονται το σώμα τους στο νερό με μεγαλύτερο έλεγχο. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι παίρνεις τα μάτια σου από πάνω τους όταν κολυμπούν. Και θες και βοήθεια, το μάτι του ειδικού, τουλάχιστον σε οργανωμένες παραλίες και τουριστικές επιχειρήσεις με πισίνες. Δηλαδή, θες το αυτονόητο. Εναν ναυαγοσώστη να κοιτάει αυτό που εσύ μπορεί να χάσεις. Δεν θέλει πολύ για να γίνει το κακό.
Κάθε καλοκαίρι, μια είδηση για ένα παιδί που χάνει τη ζωή του στο νερό ανοίγει την αυλαία των παιδικών πνιγμών στη χώρα. Φέτος η αυλαία άνοιξε με δύο εφήβους που πνίγηκαν σε ποταμό. Ακολούθησε ένα τρίχρονο που πνίγηκε σε πισίνα καφετέριας, κατά τη διάρκεια παιδικού πάρτι. Διέφυγε της προσοχής της γιαγιάς του, η οποία το συνόδευε, και η επιχείρηση δεν είχε ναυαγοσώστη, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων.
Σκέφτεσαι πώς γίνεται να μην υπάρχει άτομο εκπαιδευμένο σε χώρο με πισίνα, που μάλιστα διατίθεται για παιδικά πάρτι. Οποιος έχει μικρά παιδιά μπορεί να αισθανθεί τον τρόμο τού να αλωνίζουν πιτσιρίκια γύρω από πισίνες και πόσο δύσκολο αποδεικνύεται να τα προσέχεις. Σου φεύγει η μισή ζωή τρέχοντας από πίσω τους, επιθεωρώντας την κάθε τους κίνηση σαν ραντάρ, για να είσαι έτοιμος να ορμήσεις στο νερό να τα σώσεις, αν χρειαστεί.
Ο παιδικός πνιγμός είναι βουβός, διαρκεί μόλις ένα λεπτό. Και σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, κάθε χρόνο στην Ελλάδα πνίγονται δέκα παιδιά, με το 30% των περιστατικών να σημειώνεται σε πισίνες. Γιατί, προφανώς, οι παρατυπίες στις επιχειρήσεις μεταφράζονται σε ατυχήματα και τραγωδίες. Λογικό.
Η νομοθεσία ορίζει ότι όλες οι κολυμβητικές δεξαμενές, ανεξαρτήτως βάθους, υποχρεούνται να έχουν επόπτη ασφαλείας με γνώσεις διάσωσης και παροχής πρώτων βοηθειών, καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας τους. Υποχρεούνται, επίσης, να έχουν πινακίδες οδηγιών χρήσης της πισίνας και να διασφαλίζουν ότι μετά το πέρας του ωραρίου δεν θα είναι προσβάσιμες στο κοινό. Κάθε πισίνα θα πρέπει να διαθέτει και ειδικό εξοπλισμό, όπως κυκλικά σωσίβια, λαβίδα διάσωσης και φαρμακείο πισίνας.
Ξέρουμε πολύ καλά ότι ούτε τα μισά από όσα ορίζει η νομοθεσία δεν τηρούνται. Και το έχουμε δει με τα μάτια μας, όταν φτάνουμε σε ξενοδοχεία και χώρους αναψυχής με πισίνες και διαπιστώνουμε ότι ισχύει το «ο σώζων εαυτώ σωθήτω». Το ίδιο ισχύει και στις παραλίες. Ακόμα και στο καλό σενάριο, όταν υπάρχει επόπτης ασφαλείας, διαπιστώνεις ότι είναι ένα άτομο για δεκάδες μέτρα παραλίας.
Στις παρατυπίες και τις ελλείψεις έρχεται να προστεθεί και η δική μας άγνοια και παράβλεψη των κανόνων. Εχει κλείσει η πισίνα του καταλύματος για το κοινό; Δυσανασχετούμε και ψάχνουμε τρόπο να κάνουμε το δικό μας πίσω από την πλάτη των υπευθύνων. Μπαίνουμε σε θάλασσες με φουρτουνιασμένα νερά όπου έχει τοποθετηθεί ξεκάθαρα πινακίδα κινδύνου. Κολυμπάμε μετά το φαγητό και επιτρέπουμε και στα παιδιά μας να κάνουν το ίδιο. Και αφήνουμε στην τύχη την εκμάθηση της ικανότητάς τους να κολυμπούν.
Σε μια χώρα με τόση θάλασσα γύρω της και τόσο μεγάλο καλοκαίρι, το να μάθεις κολύμπι είναι μια εκπαίδευση εξίσου ωφέλιμη με τη βασική. Τα σχολεία ορθώς την ενέταξαν στο πρόγραμμά τους τα τελευταία χρόνια. Προαιρετικά, βέβαια, και κάπως περιορισμένα. Κανονικά θα έπρεπε να είναι υποχρεωτικό μάθημα. Οι στατιστικές για τους πνιγμούς στην Ελλάδα, ενηλίκων και ανηλίκων, αποδεικνύουν ότι χρειαζόμαστε αυτού του είδους την εκπαίδευση. Οχι τώρα, χθες.
