Τι πρέπει να κάνει για την άμυνά της η Ευρώπη
Μελόνι, Φον ντερ Λάιεν, Μερτς, Μακρόν, Στουμπ, Ζελένσκι και Ρούτε όπως κάθισαν στο Οβάλ Γραφείο απέναντι από τον Τραμπ. Για να δουν μια νέα πραγματικότητα | REUTERS/The White House/Facebook/CreativeProtagon
Απόψεις

Τι πρέπει να κάνει για την άμυνά της η Ευρώπη

Αν η επιμονή στη διατήρηση του συνόλου της ουκρανικής γης είναι πράγματι μάταιη, τότε αυτό που προέχει για την Ευρώπη είναι η δημιουργία ενός αξιόμαχου μηχανισμού στρατιωτικής προστασίας όχι μόνο του Κιέβου, αλλά και της ίδιας της Ενωσης με την προσθήκη της Μεγάλης Βρετανίας
Πιέρρος Ι. Τζανετάκος

Μετά τη θορυβώδη αποτυχία της Αλάσκας, ο Ντόναλντ Τραμπ έβγαλε στο τραπέζι τα βαριά χαρτιά. Ο ουκρανός πρόεδρος και οι πρόθυμοι της Ευρώπη έπρεπε να τοποθετηθούν ταχέως ενώπιον των ευθυνών τους. «Αφού δεν μπόρεσα εγώ να πείσω τον Πούτιν για μια εκεχειρία επί της οποίας θα ξεκινούσε μια εφ’ όλης της ύλης διαδικασία ειρήνευσης, τότε είστε εσείς που πρέπει να πεισθείτε ότι έφθασε η ώρα για τον επώδυνο συμβιβασμό. Με πραγματικό διακύβευμα την παραχώρηση ουκρανικών εδαφών στη Μόσχα».

Υποθετικά, κάπως έτσι σκέφτεται ο αμερικανός πρόεδρος, επικαλούμενος τη σκληρή πραγματικότητα. Μετά το μάθημα ευρωπαϊκής Ιστορίας στο οποίο υποχρεώθηκε να παραστεί, ο Ντόναλντ Τραμπ πιέζει πλέον το Κίεβο και τους Ευρωπαίους να επιβραβεύσουν αλλά και να προστατεύσουν εαυτούς έναντι του ρωσικού αναθεωρητισμού.

Αντ’ αυτών, ο Ζελένσκι και οι επτά ηγέτες που βρέθηκαν κλεισμένοι στην ανατολική αίθουσα του Λευκού Οίκου διεκδικούν τη συμμετοχή των Αμερικανών στο σύστημα εγγυήσεων ασφαλείας της μεταπολεμικής Ουκρανίας. Παρά το γεγονός ότι το διαπραγματευτικό σχήμα που αναπτύσσεται στο τραπέζι είναι «έδαφος έναντι εγγυήσεων», ουδείς τόλμησε να αναφερθεί δημοσίως σε εδαφικές παραχωρήσεις. Ούτε καν ο λαλίστατος κ. Τραμπ. Το κύριο αντικείμενο της διένεξης παραμένει στο δημόσιο λόγο, ακόμα, ταμπού. Παραλλήλως, όμως, είναι αδύνατο να περάσουν απαρατήρητα τα πίσω βήματα των Ευρωπαίων. Ενώ εδώ και τρία χρόνια ουδείς συζητούσε για αλλαγή συνόρων, η γραμμή πλέον άλλαξε: «μόνο η Ουκρανία μπορεί να λάβει αποφάσεις για θέματα εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας». Οσο και αν οι Μακρόν και Μερτς επιμένουν, η αλήθεια είναι ότι όπως ο Τραμπ πέταξε το μπαλάκι στους Ευρωπαίους, έτσι και αυτοί παραδίδουν το πικρό ποτήρι στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

Αν η επιμονή στη διατήρηση του συνόλου της ουκρανικής γης είναι πράγματι μάταιη, τότε αυτό που προέχει για την Ευρώπη είναι η δημιουργία ενός αξιόμαχου μηχανισμού στρατιωτικής προστασίας όχι μόνο του Κιέβου, αλλά και της ίδιας της Ενωσης με την προσθήκη της Μεγάλης Βρετανίας. Διότι τα σύνορα της Ουκρανίας με τη Ρωσία, νέα ή παλαιά, θα είναι τα σύνορα της Δύσης με την Ανατολή, και μάλιστα υπό εντελώς διαφορετικούς όρους: σε έναν κόσμο που αλλάζει, με τις Ηνωμένες Πολιτείες ωσεί παρούσες και με έναν κατά τεκμήριο επιθετικό και αναθεωρητικό γείτονα, ο οποίος αφού δεν δίστασε το 2008 να εισβάλει στην Ουκρανία, το 2014 να προσαρτήσει την Κριμαία, το 2022 να εισβάλει ξανά στην Ουκρανία, γιατί να διστάσει αργότερα να προχωρήσει ακόμα παρακάτω;

Εξ ου και οι Ευρωπαίοι θέλουν να εξασφαλίσουν την παρουσία των Αμερικανών στο σημείο επαφής Ρωσίας- Ουκρανίας, όποιο και αν είναι αυτό. Έχοντας στο πλευρό του τον Ζελένσκι, ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι «θα υπάρχει μια πρώτη γραμμή άμυνας και θα εμπλακούμε και εμείς». Σαφές αλλά και αόριστο μαζί, όπως πολλά από αυτά που λέει ο αμερικανός πρόεδρος. Τα σενάρια για τη συμμετοχή της Ουάσινγκτον στις εγγυήσεις ασφαλείας της Ουκρανίας ποικίλουν: Αεροπορική κάλυψη, δίκτυο πληροφοριών, δημιουργία στρατιωτικών υποδομών. Αυτό που αποκλείεται είναι ανάπτυξη αμερικανικών δυνάμεων επί του εδάφους, κάτι που σημαίνει ότι το βαρύ έργο θα πρέπει να το αναλάβει η συμμαχία των προθύμων και όσοι άλλοι- βλ. Τουρκία- θα σπεύσουν να διεκδικήσουν έτερα οφέλη δια της συμμετοχής τους.

Το μεγάλο ερώτημα, βεβαίως, έχει να κάνει με την αξιοπιστία του αμερικανού προέδρου, ο οποίος αν συνηθίζει κάτι αυτό είναι να αλλάζει γνώμες με κάθε εύλογη ή μη αιτία και αφορμή. Και επειδή η διαδικασία της διαπραγμάτευσης αναμένεται μακρά, ουδείς από τους Ευρωπαίους θα κοιμάται ήσυχος με μαξιλάρι τη χαλαρή υπόσχεση του Τραμπ. Άλλωστε, όπως αποδείχθηκε περίτρανα ο ιδιόρρυθμος μεγιστάνας αθέτησε μέσα σε λίγες ώρες τη δέσμευση της επιβολής εκεχειρίας στον Πούτιν. Σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους- και ειδικά τους Μακρόν, Μερτς και Στάρμερ- δεν αντιλαμβάνεται ότι όσο περνά ο καιρός χωρίς κατάπαυση του πυρός τόσο θα αλλάζουν οι ισορροπίες επί του εδάφους, προφανώς υπέρ της Ρωσίας. Ούτε ότι η Μόσχα επιδιώκει να παραμείνει ανοικτός ο πόλεμος, διότι στο τέλος κάθε ημέρας διαπραγματεύεται από ακόμα ισχυρότερη θέση.

Άρα, αν οι κ.κ. Πούτιν και Ζελένσκι καταλήξουν σε κάποιου είδους συμφωνία αφού έχουν περάσει για παράδειγμα δύο χρόνια παράλληλων διαπραγματεύσεων και συγκρούσεων, τότε το ισοζύγιο θα γέρνει ακόμα περισσότερο σε βάρος της Ευρώπης. Η διάρκεια των συζητήσεων, εφόσον αυτές γίνουν ή δεν ναυαγήσουν εν τη γενέσει τους, θα είναι μακρά. Και αυτό γίνεται κατανοητό αν κανείς μετρήσει την απόσταση που χωρίζει σήμερα τους προέδρους Ουκρανίας και Ρωσίας. Λίγη ώρα μετά την ολοκλήρωση της συνόδου στον Λευκό Οίκο ο Ζελένσκι αποκάλυψε κάποια από αυτά που είπε στον Τραμπ: «παρά τα όσα λέγονται και γράφονται, η Ρωσία έπειτα από χίλιες μέρες πολέμου κατέχει μόλις 1% του εδάφους της Ουκρανίας». Τη θέση αυτή, μάλλον, δεν τη συμμερίζεται ο Βλαντίμιρ Πούτιν.

Όσο γρήγορα και αποτελεσματικά αν δράσει η συμμαχία των προθύμων προκειμένου να αναπτυχθεί στο ουκρανικό έδαφος- κάτι που παρεμπιπτόντως θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και τις πιθανότητες επιτυχίας του εγχειρήματος της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας- αυτό που αναδεικνύεται περισσότερο καίριο είναι η ύπαρξη του ουκρανικού στρατού. Την ώρα που ο ρώσος πρόεδρος έχει θέσει ως προαπαιτούμενη για τη λήξη του πολέμου την ουδετεροποίηση της χώρας και σχεδόν τον εκμηδενισμό των Ενόπλων Δυνάμεων της, ο Ζελένσκι δήλωνε ενώπιον του Τραμπ ότι «η Ουκρανία θα επανεξοπλιστεί, θα συνεργαστούμε τις Ηνωμένες Πολιτείες σε σειρά θεμάτων όπως είναι αεράμυνα». Για τους Ευρωπαίους θα είναι εντελώς διαφορετικά τα πράγματα αν έχουν να πατήσουν πάνω σε μια ισχυρή στρατιωτική δομή σε σχέση με το σχεδιάσουν εξ αρχής την απαραίτητη γραμμή άμυνας. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να το διεκδικήσουν πάση θυσία.

Όσο δε για τους εξοπλισμούς αμφοτέρων; Εδώ μπαίνει και πάλι στην εξίσωση ο Ντόναλντ Τραμπ σε αγαστή συνεργασία με τον δικό του απόλυτο κόλακα, τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε. Η αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών- μελών της Συμμαχίας στο 5% αποτελεί την καλύτερη συνθήκη για την αγορά επιπλέον αμερικανικών όπλων. Μια αγορά από την οποία ψωνίζει και η Ουκρανία. «Πουλάμε όπλα, δεν χαρίζουμε», είπε μεγαλοφώνως ο αμερικανός πρόεδρος στο Οβάλ Γραφείο, σε περίπτωση που κάποιος δεν έχει εμπεδώσει τη στρατηγική του.

Όλη η συζήτηση βέβαια μοιάζει να γίνεται χωρίς τον ξενοδόχο, δηλαδή τον Πούτιν. Λίγες ώρες αφότου ο αμερικανός διαμεσολαβητής μίλησε για διάθεση της Ρωσίας να συζητήσει ένα ισχυρό σύστημα εγγυήσεων, ο Σεργκέι Λαβρόφ –ο μακροβιότερος υπουργός Εξωτερικών παγκοσμίως, ο οποίος ποτέ δεν μιλά στην τύχη– ξεκαθάρισε ότι η Μόσχα δεν πρόκειται να δεχθεί ποτέ «δυτικά» στρατεύματα στα σύνορά της. Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν με πυγμή τη ρωσική αδιαλλαξία, όπως αυτή αναμένεται να αναπτυχθεί έπειτα από μια διμερή ή ακόμα και μια τριμερή Πούτιν – Ζελένσκι – Τραμπ. Και σε κάθε περίπτωση οφείλουν να μην βασιστούν απλώς και μόνο στον αμερικανό πρόεδρο. Μετά την εκεχειρία μπορεί να ξεχάσει και τις εγγυήσεις.

Είναι προφανές ότι η Ευρώπη, σε όποια μορφή της, είναι ενώπιον της μεγαλύτερης μεταπολεμικής κρίσης, καλούμενη να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της νέας εποχής των τεράτων. Δηλαδή να μετασχηματιστεί, καθιστάμενη πιο ευέλικτη, αμυντικά αυτόνομη και ισχυρή και εν τέλει πιο αποτελεσματική. Σύμφωνα με το κλισέ, η κρίση είναι και ευκαιρία. Και επειδή είναι η Ευρώπη αυτή που απειλείται, η ευκαιρία δεν πρέπει να πάει χαμένη.

Exit mobile version