Κόβοντας τις ρίζες του κακού
| Shutterstock
Απόψεις

Κόβοντας τις ρίζες του κακού

Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν στερεί από τη χώρα μόνο πολύτιμο αγροδιατροφικό κεφάλαιο. Δεν την εκθέτει –για ακόμα μια φορά– ως εικόνα και οικονομία. Κλονίζει και μια από τις σταθερές του τουριστικού αφηγήματος. Τοπικά προϊόντα από εικονικά βοσκοτόπια, γίνεται;
Χριστίνα Πουτέτση

Τα νούμερα ζαλίζουν. Ενα κραυγαλέο οικονομικό σκάνδαλο που σχετίζεται με έναν από τους πιο ζωτικούς τομείς στην οικονομία της χώρας.

Τον πρωτογενή τομέα. Μια από τις μετρημένες υπαρκτές δυνάμεις για την αυτάρκεια και την επιβίωσή της. Όχι μόνο για την τροφική αλυσίδα. Αλλά και για την προστιθέμενη αξία του πιο εξαγώγιμου προϊόντος που διαθέτει η Ελλάδα. Του τουρισμού.

Πόσω δε μάλλον, όταν ο πρωτογενής τομέας, τα ελληνικά προϊόντα, είναι η «σημαία» της αυθεντικότητας, της παράδοσης, της σύνδεσης με τις ρίζες μας.

Με ποιες ρίζες;

Με βάση τα δηλωθέντα στοιχεία στον ΟΠΕΚΕΠΕ τα προηγούμενα χρόνια, οι περισσότερες από τις… ρίζες είναι εικονικές. Μια δημιουργική λογιστική. Ένα νούμερο που οραματίστηκε ο κάθε επιτήδειος για να κάνει τη ζωή του καλύτερη, εισπράττοντας μια επιδότηση που δεν είχε καμία ρεαλιστική βάση. Παρά μόνο τον δικαιωματισμό και την «εξυπνάδα» που διακρίνει – εκ του αποτελέσματος – την αξιοποίηση των επιδοματικών κονδυλίων.

Σε αυτή την φαντασμαγορικά σπάταλη επιδοματική διαχείριση, με τα πολλαπλάσια δηλωμένα βοσκοτόπια και τα ψευδή στοιχεία, ο τουρισμός βάσιζε και συνεχίζει να βασίζει το αφήγημα της τοπικής γεύσης.

Από την Ερευνα για τη Διασύνδεση του Ξενοδοχειακού Κλάδου με τον Πρωτογενή Τομέα που πραγματοποίησε για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) το 2022, προκύπτει ότι το 88% της δαπάνης των ξενοδοχείων για αγορά τροφίμων και ποτών αφορά σε αγορά ελληνικών προϊόντων. Το 36% από παραγωγούς εντός του νομού και το 52% από την υπόλοιπη Ελλάδα.

Ως κύριοι ανασταλτικοί παράγοντες προμήθειας τροφίμων και ποτών από τοπικούς παραγωγούς, σε όλες τις ελληνικές Περιφέρειες, εναλλάσσονται ο μικρός όγκος παραγωγής και το υψηλό κόστος. Ενώ προϊόντα «πρωταθλητές» στις αγορές σε τοπικό επίπεδο αποτελούν η μαναβική, τα αυγά και τα αρτοπαρασκευάσματα και ακολουθούν το λάδι, το κρασί και το μέλι.
Εκατομμύρια ευρώ επιδοτήσεις στον αγροτικό τομέα έθρεψαν κάθε τι άλλο εκτός από τη γη, τα ζώα, τις καλλιέργειες. Η Ελλάδα καλείται να επιστρέψει 415 εκατ. ευρώ για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ την περίοδο 2016–2023. Την ώρα που χιλιάδες επιχειρήσεις φιλοξενίας και εστίασης θα μπορούσαν ή θα ήθελαν να προμηθευτούν τα προϊόντα τους. Την ίδια ώρα που η περιφέρεια ερημοποιείται.

Την ίδια ώρα που ο τουρισμός καλείται να διατηρήσει την ταυτότητά του, ως θεματοφύλακας της μοναδικότητας και υπεραξίας στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Αυτή την ταυτότητα, η οποία θεωρητικά στηρίζεται σε συγκεκριμένες σταθερές. Στο περιβάλλον, στον πολιτισμό, στην παράδοση, στην τοπική παραγωγή και κουζίνα.

Σε μια εποχή που οι σταθερές αυτές χρειάζεται να επανεπιβεβαιωθούν, διεκδικώντας την αξία τους, μία τους καταρρέει εξαιτίας της φαυλότητάς της.

Στερώντας τη χώρα από πολύτιμο (και ακριβοπληρωμένο) διατροφικό κεφάλαιο, είτε προς κατανάλωση, είτε προς εξαγωγή. Εκθέτοντας – για άλλη μια φορά – την εικόνα της στην ευρωπαϊκή κοινότητα, αλλά και στα μάτια όσων από εμάς πιστεύαμε στον κοιμώμενο γίγαντα που λέγεται πρωτογενής τομέας. Φευ… Η συμμετοχή του αγροτικού τομέα στο ΑΕΠ υπολογίζεται μόλις στο 3,8%.

Και τέλος, κλονίζοντας ένα από τα βασικά επιχειρήματα του τουριστικού αφηγήματος του brand Ελλάδα.

Τοπικά προϊόντα από εικονικά βοσκοτόπια, γίνεται;

Όμως τα τοπικά προϊόντα είναι απαραίτητα, για να υπάρξει η πολυπόθητη εντοπιότητα. Ο τουρισμός δεν μπορεί παρά να είναι μια σύνθεση όλων των σταθερών που τον απαρτίζουν. Η ανάγκη για ποιότητα και εμβάθυνση στην εμπειρία, δεν είναι απλά λέξεις, οι οποίες επιπλέουν στις μελέτες. Είναι ζητούμενα που αν δεν γίνουν πράξη, πρωτίστως για τους ανθρώπους που ζουν στους τόπους, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για θετικό αποτέλεσμα στην εξίσωση της βιωσιμότητας. Και ο αγροτικός τομέας παίζει καίριο ρόλο σε αυτή την εξίσωση. Τόσο σε επίπεδο διατροφικής αυτάρκειας, εξαγωγικής ζήτησης, αλλά και προστιθέμενης αξίας στο αφήγημα της ελκυστικότητας του τόπου.

Αυτό δεν πρόκειται να επιτευχθεί αν η φαυλότητα δεν ξεριζωθεί.

Είναι ένα ρίσκο στο οποίο (και) ο τουρισμός δεν έχει την πολυτέλεια να εκτεθεί.

Ας καταλάβουμε ότι πρέπει, επιτέλους, να κοπούν οι ρίζες του κακού.

Exit mobile version