Απόψεις

Κασσελάκης και ΣΥΡΙΖΑ: Ενα δάνειο που «αγοράζει» εξουσία

Η κίνηση του Κασσελάκη δεν αλλάζει μόνο τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα κομματικά ΜΜΕ, αλλά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα κόμματα γενικώς. Και τον αλλάζει με έναν τρόπο πολύ παράξενο, καθώς γίνεται σε ένα αριστερό κόμμα. Υπό μια έννοια, οι υπάλληλοι στον ΣΥΡΙΖΑ έπαψαν να είναι υπάλληλοι του κόμματος και έγιναν υπάλληλοι του κ. Κασσελάκη
Μαρία Δεδούση

Ενα πρωί, τον Ιανουάριο του 2019, ο σπουδαίος δημοσιογράφος Μάρτιν Μπάρον, τότε διευθυντής της Washington Post, ξύπνησε με πονοκέφαλο. Ο ιδιοκτήτης της εφημερίδας και αφεντικό του Μπάρον, Τζεφ Μπέζος, χώριζε. Και χώριζε άσχημα και πολύ δημόσια, με juicy αποκαλύψεις για ερωμένη, για μηνύματα, για διαμάχη (η οποία επιλύθηκε εξωδικαστικά τελικά) για το μοίρασμα της μεγαλύτερης ιδιωτικής περιουσίας στο γνωστό σύμπαν. Ο Μπάρον έφτιαξε έναν τετραπλό εσπρέσο –πιθανώς κατέβασε και ένα διπλό ουίσκι– και σήκωσε το τηλέφωνο: «Ρε συ, Τζεφ, τα ‘κανες σκατά, για πες τι κάνουμε τώρα;»

Δεν ήμασταν εκεί, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Μπάρον έκανε ακριβώς αυτό πριν πάρει την εκδοτική απόφαση να «τρέξει» την ιστορία που ήταν καθημερινά πρωτοσέλιδη σε ΟΛΑ τα άλλα ΜΜΕ του κόσμου, ή να την κάνει γαργάρα. Δεν είναι μόνο που ο Μπέζος ήταν ιδιοκτήτης της εφημερίδας, το οποίο είναι ένα θέμα από μόνο του. Το βασικό είναι ότι ο Μπέζος είχε σώσει το 2013 την ιστορική εφημερίδα από βέβαιο θάνατο, αγοράζοντάς την, μαζί με τα θηριώδη χρέη της.

Η Ρost, ήταν μια μαύρη τρύπα που ρούφαγε λεφτά, αλλά ο Μπέζος δεν την πήρε για να κερδίσει χρήματα. Χρήματα είχε μπόλικα. Την πήρε για πρεστίζ. Και ενώ θα μπορούσε να έχει ανοίξει 350 εφημερίδες στη θέση της, επέλεξε να σώσει τη συγκεκριμένη, γεγονός που τον κατέστησε δια παντός ήρωα στα μάτια των εργαζομένων σε αυτήν.

Ο Μπάρον ήταν δύο χρόνια από τη σύνταξη και θα μπορούσε να έχει συνδέσει τον Μπέζος με το υπερπέραν και να βγάλει τη φάτσα του αφεντικού του πρωτοσέλιδη, κερδίζοντας ο ίδιος δημοσιογραφικά εύσημα. Δεν το έκανε. Η Post «έτρεξε» την είδηση περίπου σαν να έγραφε «τροχαίο στην εθνική οδό», στεγνά και απόμακρα, χωρίς καμία από τις λεπτομέρειες του ρεπορτάζ που μοσχοπούλαγαν σε όλα τα άλλα ΜΜΕ, ακόμη και τα πλέον «σοβαρά». Η Post προστάτευσε τον σωτήρα της. Θα πείτε, βέβαια, χώρισε ο άνθρωπος, δεν έκλεψε. Κι αν έκλεβε, πάλι το ίδιο θα κάνανε, ποντάρω και τα δύο νεφρά μου σε αυτό.

Η Post, όπως και τα περισσότερα ΜΜΕ παγκοσμίως, παραμένει οικονομικά προβληματική. Γι’ αυτό και τα περισσότερα είναι στα χέρια εκατομμυριούχων. Η βρετανική Telegraph, με χρέη που ξεπερνούν το ένα δισεκατομμύριο λίρες, βγήκε προς πώληση πριν από δύο μήνες και περισσότεροι από δέκα πάμπλουτοι κονταροχτυπήθηκαν για να αποκτήσουν τον έλεγχό της. Η τράπεζα Lloyds, που την είχε κατασχέσει, τρίβει τα χέρια της, και βέβαια όλοι εμείς απορούμε γιατί να θέλει κανείς να πληρώσει τα μαλλιοκέφαλά του για να αγοράσει χρέη.

Επειδή θα του δώσουν δύναμη, έλεγχο, και πρόσβαση στην εξουσία. Και, εν τέλει, μέρος της ίδιας της εξουσίας.   

Αυτά συμβαίνουν στα καπιταλιστικά ΜΜΕ απ’ αρχής Κόσμου, διότι τα καπιταλιστικά ΜΜΕ είναι προσωποποιημένα· όταν πας να δουλέψεις σε αυτά ξέρεις ότι θα προστατεύσεις το αφεντικό και τα συμφέροντά του, και ας φωνάζετε εσείς για «ελεύθερη δημοσιογραφία». Η ελευθερία του Τύπου τελειώνει εκεί που ξεκινάει ο μισθός του επόμενου μήνα. Από εκεί και πέρα είναι θέμα του «πληρώνω» πόσο ελεύθερες θα είναι οι πένες. Οι πένες πρέπει να φάνε, να θυμίσω. Και οι πένες ανεβάζουν πίεση όσο και εσείς όταν ακούνε «παλεύω να βρω λεφτά να σας δώσω το δώρο», όπως είχε πει ο κύριος Κασσελάκης από το μικρόφωνο του «Στο Κόκκινο». Είναι το σημείο στο οποίο τελειώνει κάθε ψευδαίσθηση λειτουργήματος και ξυπνάει το ένστικτο της επιβίωσης.

Γι’ αυτό και δεν το λες ποτέ αυτό, εκτός αν θέλεις να δημιουργήσεις ανασφάλεια, εξάρτηση και εν τέλει ευγνωμοσύνη, η οποία –φυσικά– κάπως, κάπου, κάποτε θα εξαργυρωθεί.

Ο ιδιοκτήτης της Washington Post, Τζεφ Μπέζος (δεξιά), δίνει συνέντευξη στον τότε διευθυντή της, Μάρτιν Μπάρον, τον Μάιο του 2016. Ο Μπέζος είχε σώσει το 2013 την ιστορική εφημερίδα από βέβαιο θάνατο, αγοράζοντάς την μαζί με τα θηριώδη χρέη της (Linda Davidson / The Washington Post via Getty Images)

Τέλος οι περιστροφές. Τα κομματικά ΜΜΕ επίσης έχουν ιδιοκτήτη, και αυτός ο ιδιοκτήτης είναι το κόμμα. Για να μιλήσουμε για τα κομματικά ΜΜΕ και την κίνηση του κυρίου Κασσελάκη να δανείσει χρήματα από την προσωπική του περιουσία προκειμένου να πληρωθούν οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να ορίσουμε αρχικά κατά πόσον τα ίδια τα κόμματα μπορούν να είναι προσωποποιημένα και να ταυτίζονται και να μπαίνουν σε σχέση οικονομικής εξάρτησης με τους καθ’ εκάστην επικεφαλής τους. Εμφαση στο «καθ’ εκάστην». Τα κόμματα δεν έχουν ιδιοκτησιακή σχέση με τους επικεφαλής τους, σωστά; Δεν πρέπει να έχουν. Αλλάζουν οι επικεφαλής, αυτός είναι ο ορισμός της δημοκρατίας.

Αξιέπαινος, συνεπώς, ο κ. Κασσελάκης που προσφέρθηκε να δώσει λεφτά από την τσέπη του για να πληρωθούν οι άνθρωποι, κανείς δεν θέλει να μην πληρώνονται οι εργαζόμενοι. Και κανείς δεν θέλει να κλείνουν ΜΜΕ ή και οποιαδήποτε επιχείρηση. Μπορεί, όμως, ένα κομματικό ΜΜΕ να λειτουργεί με τέτοιους όρους; Μπορεί, μέσω οικονομικής εξάρτησης, να μετατρέπεται σε επικοινωνιακό όχημα ενός ανθρώπου;

Ο δανεισμός, προφανώς δημιουργεί εξάρτηση· ακόμη κι αν προσποιούμαστε ότι τα έχουμε ξεχάσει αυτά, τα θυμηθήκαμε με τον μακαρίτη τον Σόιμπλε. Εξάρτηση που βαθαίνει με τον χρόνο, διότι για να αναγκαστείς να δανειστείς, σημαίνει ότι έχεις θέματα. Και αν δεν λύσεις τα θέματα, θα δανειστείς ξανά. Και ξανά. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήξερε από τον Ιούνιο ότι θα έχει οικονομικό πρόβλημα, αλλά έχουμε φτάσει στον Δεκέμβριο και το βασικό που έγινε έκτοτε στα κομματικά του ΜΜΕ είναι να αλλάξουν κάποια πρόσωπα. Γεγονός που επίσης προκάλεσε ντόρο και μεγάλες αντιπαραθέσεις, αλλά ας μείνουμε στο διά ταύτα.

Το διά ταύτα είναι ότι όλοι οι εργαζόμενοι στην «Αυγή» και «Στο Κόκκινο» γνωρίζουν πλέον ποιος τους πληρώνει. Οχι ποιος μηχανισμός τους πληρώνει, αλλά ποιος άνθρωπος. Υπό μία έννοια έπαψαν να είναι υπάλληλοι του κόμματος και έγιναν υπάλληλοι του κ. Κασσελάκη. Ξέρουν σε ποιον «οφείλουν», και το ξέρουν επειδή η οικονομική συναλλαγή έγινε πολύ φωναχτά και πολύ δημόσια – και έγινε δημόσια πριν ακόμη τελεστεί, με εκείνο το «παλεύω να βρω λεφτά να πληρωθούν τα δώρα». Και επειδή το ξέρουν, θα αισθάνονται ευγνωμοσύνη στον σωτήρα τους.

Η κίνηση του κ. Κασσελάκη δεν αλλάζει μόνο τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα κομματικά ΜΜΕ, αλλά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα κόμματα γενικώς. Και τον αλλάζει με έναν τρόπο πολύ παράξενο, καθώς γίνεται σε ένα αριστερό κόμμα, εισάγοντας ιδιοκτησιακή σχέση πολιτικής και κεφαλαίου και προσώπων σε ένα πεδίο το οποίο θεωρητικά είναι ακραία αντίθετο με τέτοιες σχέσεις. Αν μη τι άλλο, έχει πολύ ενδιαφέρον όλο αυτό.

Εύχομαι ειλικρινά στον κ. Κασσελάκη να μη βρεθεί ποτέ στη θέση που βρέθηκε ο Τζεφ Μπέζος.

Το εύχομαι και στους εργαζόμενους στα ΜΜΕ του ΣΥΡΙΖΑ.