Απόψεις

Η χαρά τού να είσαι άθλιος γονιός

Οι συνθήκες βιολογικού τρόμου εν έτει 2020 σού προσέφεραν ένα απρόσμενο bonus. Σε μεταμόρφωσαν σε μια σκιά του παλιού, τέλειου εαυτού σου. Ισως τώρα να είσαι πιο ανθρώπινος και πιο ενδιαφέρων για το παιδί σου
Λένα Παπαδημητρίου

«Οταν είμαστε μες στα σκατά ως τον λαιμό, δεν μένει παρά να τραγουδήσουμε». Το απόφθεγμα του Μπέκετ ταιριάζει γάντι στη γονεϊκότητα της πανδημίας. Εξω μαίνεται το τέλος του κόσμου; Εσύ εναγκαλίζεσαι το παράλογο. Aνάβεις τα λαμπάκια στο ήδη από τις αρχές Νοεμβρίου έτοιμο χριστουγεννιάτικο δέντρο, κόβεις ένα κομμάτι αφράτο σπιτικό τσουρέκι και λες, δήθεν αδιάφορα, πως κάτι άκουσες ότι o (click way) Αγιος Βασίλης ίσως φέτος να αργήσει λίγο.

Φέτος, η μαμά και ο μπαμπάς αναγκάστηκαν να αναμετρηθούν με τους μεγαλύτερους εφιάλτες τους. Είναι σαν όλα τα τρομακτικά ντικενσιανά φαντάσματα που επισκέφθηκαν τον Εμπενίζερ Σκρουτζ παραμονή των Χριστουγέννων να έχουν κατσικωθεί στο σαλόνι. Ολα τα παλιά στοιχήματα χάθηκαν. Η ρουτίνα ξεχαρβαλώθηκε. Ο φόβος εισέβαλε στο σπίτι. Το ίδιο και η πλήξη. Οχι η απλή πλήξη· εδώ μιλάμε για τη διαβρωτική μετα-πλήξη της καραντίνας. Η μέρα και η νύχτα είναι ο ίδιος ομοιογενής πολτός που χωρίζεται, ενίοτε, από ένα μίζερο drink στον καναπέ μόλις βαρέσει το σιωπητήριο.

Πάνω από όλα, βέβαια, ατόνησαν οι κανόνες που κρατούσαν όρθια τη συλλογική καθημερινότητα της οικίας. Για να είμαι πιο ακριβής, έγιναν φύλλο και φτερό. Οι γονείς έχουν, π.χ., φτάσει πλέον στο σημείο να δίνουν αιματηρές μάχες για τα αυτονόητα: «Είναι δυνατό να κάνεις μάθημα μέσα από το πάπλωμα;». Η επιβολή ορίων στον χρόνο που περνά το παιδί μπροστά στην οθόνη σιγά σιγά εξασθένησε και αυτή. Σήμερα δεν είναι παρά μια ανάμνηση ενός παλιού κόσμου αλλά και μια σαφής (απενοχοποιημένη σχεδόν) ένδειξη bad parenting. «Παραπονιόμουν σε μια γνωστή ότι συνέλαβα τον 15χρονο γιο μου να βλέπει Netflix την ώρα της τηλεκπαίδευσης» μου διηγιόταν προ ημερών μια φίλη. «Εκείνη έβαλε τα γέλια και μου είπε: “Καλά, εσύ τώρα το κατάλαβες;”».

Το τέλος ενός μύθου

Ισως το πιο σκληρό είναι ότι εν έτει 2020 η μαμά και ο μπαμπάς απεκδύθηκαν εν μια νυκτί τον μύθο τους. Διότι δεν έχει τίποτα το ηρωικό το να σε βλέπει το παιδί σου να τρίβεις διακόπτες και πόμολα με μαντιλάκι ντετόλ, το να επιδίδεσαι σε bingeing με την ίδια σκισμένη φόρμα όλο το Σαββατοκύριακο, το να λες ξανά και ξανά στο τηλέφωνο «Δεν ξέρω τι μου ξημερώνει στη δουλειά», το να τσακώνεσαι με τον σύντροφό σου από απελπισία, ανία, burnout ή ενοχές. Δεν έχει, αναμφιβόλως, τίποτα το μεγαλειώδες το ότι μέρα με τη μέρα μεταλλάσσεσαι σε ένα υποχόνδριο, υστερικό, φοβισμένο και ανασφαλές ανθρωπάκι που νιώθει ότι κρατάει τα ηνία μόνο όταν κάνει videoconference στο Ζoom.

Δεν έχει σαφέστατα τίποτα το ηρωικό το να γνωρίζεις ότι μεγαλώνεις την αποκαλούμενη πλέον στις ΗΠΑ «screwed generation» (κύριε Μπαμπινιώτη, θα μου επιτρέψετε να αποφύγω την ακριβή απόδοση). Τη γενιά δηλαδή που εκτιμάται ότι θα έχει τα πλέον δυσθεώρητα ελλείμματα γνωστικής και ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης. Σίγουρα, τέλος, δεν έχει τίποτα το επικό το να προσπαθείς να τα φέρεις βόλτα στην εποχή της Μεγάλης Παράλυσης (και ουχί του Μεγάλου Πολέμου), το να μην μπορείς, ίσως για πρώτη φορά, να πάρεις το παιδί σου αγκαλιά και να το διαβεβαιώσεις ότι «όλο αυτό θα τελειώσει σύντομα».

Και όμως. Παρά την πλημμυρίδα συμφορών, το 2020 ήταν αδιαμφισβήτητα και μια περίοδος χρυσών ευκαιριών για τον μπαμπά και τη μαμά. Και δεν αναφέρομαι αποκλειστικά σε αυτές που χρησιμοποιούν οι ειδικοί για να κατευνάσουν την ανησυχία μας (ήτοι για να μας χρυσώσουν το χάπι): την ευκαιρία για υιοθέτηση καλών τρόπων υγιεινής, για περισσότερο ποιοτικό χρόνο μαζί, για αληθινή συνύπαρξη, για αλληλεγγύη κ.ο.κ.

Η πανδημία πέτυχε –έστω βιαίως– να διαρρήξει το κουκούλι της τέλειας, εντατικής γονεϊκότητας των τελευταίων δεκαετιών. Τώρα που δεν υπάρχουν τα play dates, η εμμονική ψύχωση με τις ακαδημαϊκές επιδόσεις, η καταναλωτική νιρβάνα, οι αμέτρητες δραστηριότητες (και ο συνοδευτικός κομπασμός στα social media), τώρα που μείναμε μόνοι μας –με άπλετο χρόνο και χωρίς περισπασμούς– με τα παιδιά μας μέσα στο σπίτι, ο γονεϊκός ρόλος απέκτησε ρωγμές. Θα έλεγε κανείς ότι κατά κάποιο τρόπο επέστρεψε στην ουσία του, απέμεινε καθαρός, πρωτόγονος, γυμνός.

Το 2020 μένεις μόνος με το παιδί σου. Και επιτέλους, σου επιτρέπεται να μην κονταρομαχείς για τον απόλυτο έλεγχο. Εχεις τη δυνατότητα να είσαι βαρετός, βαρεμένος, χωρίς δώρα και εμπειρίες από το τελευταίο σου επαγγελματικό ταξίδι στο εξωτερικό, απεριποίητος, μη οργανωμένος, χωρίς σούπερ δημιουργικές ιδέες για το Σαββατοκύριακο, επικεντρωμένος μόνο στην επιβίωση, ελάχιστα cool και πνευματώδης ένας κακός, κάκιστος, τρισάθλιος γονιός. Οποία απελευθέρωση!

Η πανδημία ήταν επίσης η ιδεώδης ευκαιρία να εκτεθεί στον έξω κόσμο η τυλιγμένη σε σελοφάν παιδική ηλικία της νέας χιλιετίας. Τα παιδιά του «Τik Tok» και του «Among us» κατάφεραν αισίως να εκτεθούν στην αβεβαιότητα, την οδύνη, την τρωτότητα, ακόμα και σε αυτήν την, εξοστρακισμένη από την «τέλεια παιδική ηλικία», έννοια του θανάτου. Θυμάμαι μια φίλη που μου διηγιόταν πώς, όταν μεγάλωνε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 στην Σκιάθο, χάζευε από το μπαλκόνι τα φέρετρα και τις νεκρικές πομπές του χωριού της. Ηταν κάτι το απολύτως φυσιολογικό, ένα αναπόσπαστο κομμάτι της παιδικής της ηλικίας, που πόσως την τρόμαζε. Κάτι τόσο συνηθισμένο, όσο οι φωνές της μάνας της όταν τής έλεγε να σταματήσει το παιχνίδι και να τσακιστεί να έρθει στο σπίτι για φαγητό ή όταν ο πατέρας της την πέταγε στον αέρα για να ακούσει τις άγριες, ενθουσιώδεις κραυγές της.

Επανεκκίνηση

Η μεγαλύτερη υγειονομική κρίση των τελευταίων 100 ετών σού έδωσε ταυτόχρονα την ευκαιρία να επαναπροσδιορίσεις αυτό που είσαι και αυτό που θέλεις να είσαι «όταν όλο αυτό θα έχει τελειώσει». Σε υποχρέωσε να γίνεις ένας πιο προσαρμοστικός γονιός, πιο εύκαμπτος, πιο ανθεκτικός, πιο προσηλωμένος στα ουσιώδη. Προφανώς, αυτή τη χρονιά δεν θα κάτσεις να συγχυστείς που η 16χρονη κόρη σου δεν είναι και Σεγκόβια στην κιθάρα, που ο έγκλειστος μαθητής της Α΄Δημοτικού ουρλιάζει «Μελομακάρονα!» την ώρα της μεσημβρινής τηλεκπαίδευσης ή που ο μικρός είναι πολύ πιο κοινωνικός και δημοφιλής από τη δίδυμη αδελφή του.

Η μετάλλαξή σου δεν περνάει απαρατήτητη. Το παιδί της πανδημίας αφουγκράζεται την αυξημένη σου εγρήγορση για την υγεία του παππού και της γιαγιάς (που όχι, δεν υπάρχουν μόνο για να μαγειρεύουν όταν η μαμά κάνει υπερωρίες στη δουλειά ή για να πηγαινοφέρνουν δύστροπα εγγόνια από το μπάσκετ). Το τέκνο της πανδημίας «ρουφάει» σαν σφουγγάρι την προσπάθειά σου να επιβιώσεις σε πρωτόγνωρες συνθήκες βιολογικού τρόμου.

Παρατηρεί τον αγώνα που καταβάλεις για να μη φλιπάρεις (π.χ. το ότι κάθεσαι και μαθαίνεις σκάκι μέσω Ιντερνετ ή το ότι βγάζεις το αραχνιασμένο πικάπ από την αποθήκη). Δεν χάνει ούτε μία στιγμή από την κοπιώδη λαχτάρα σου να ελέγξεις μια τεράστια γκάμα από πρωτόγνωρες δυνητικές καταστροφές («Και αν ο νομός μας μπει σε σκληρή καραντίνα;», «Και αν καθυστερήσει το εμβόλιο;») ή να συμπυκνώσεις μια σειρά από επιπρόσθετους ρόλους (π.χ. συντονισμός του μαθησιακού χάους μέσω Webex, βοήθεια σε συγγενικά ή άλλα πρόσωπα που έχουν αυτή την περίοδο περισσότερη ανάγκη κ.ο.κ.).

Βουτηγμένοι μέχρι τον λαιμό μέσα στην κόπρο του 2020 (για να επιστρέψω στη ρήση του Σάμιουελ Μπέκετ), η τρισάθλια μαμά και ο κάκιστος μπαμπάς της πανδημίας μπορεί ενίοτε να σε κάνουν να «κριντζάρεις». Ομως, τελικά αποδεικνύονται πολύ πιο ανθρώπινοι και πολύ πιο ενδιαφέροντες. Φτάνει να μην πάψουν να τραγουδούν.