Θα μπορούσε, αλήθεια, ο Ηλίας Κασιδιάρης να φανταστεί καλύτερη προεκλογική καμπάνια; Δύσκολα. Ακόμα και αν ξόδευε μία καρότσα ευρώ, δεν θα αγόραζε τόση προβολή και μάλιστα συμβατή με το αφήγημα του: το «σύστημα» που προσπαθεί να φιμώσει την αυθεντική έκφραση λαϊκής οργής.
Γιατί, πράγματι, αν ρωτήσετε σήμερα έναν εν δυνάμει ψηφοφόρο του, αυτά θα σας πει. Και δύναται να το τεκμηριώσει βασιζόμενος σε αυτά που συμβαίνουν. Συζητήσεις επί συζητήσεων για την απαγόρευση του κόμματος, μία μίνι δικαστική κρίση, κοινοβουλευτικές αντεγκλήσεις για έναν τύπο που φέρει τατουάζ με τη σβάστικα. Η αξιωματική αντιπολίτευση εγκαλεί την κυβέρνηση επειδή, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, λειτουργεί ως χορηγός του Κασιδιάρη. Δεν έχει άδικο. Οι παλινωδίες και τα μπρος-πίσω φούσκωσαν το θέμα σε διαστάσεις μεγαλύτερες από αυτές που του αναλογούν. Ομως και η αντιπολίτευση, πλην ΠΑΣΟΚ, δεν πάει πίσω. Αντί να συναινέσει σε μία άμεση, ριζική λύση στο πρόβλημα, σε ένα στεγνό καθάρισμα του Κασιδιάρη, άνοιξε κουβέντα και έθεσε προσκόμματα. Και να πεις ότι προσδοκεί σε άμεσα εκλογικά οφέλη; Οι σχετικές έρευνες δεν διαπιστώνουν κάτι τέτοιο. Δεν πρόκειται οι ψηφοφόροι του Κασιδιάρη να διοχετεύσουν τη ψήφο τους στον ΣΥΡΙΖΑ. Ισως το κάνουν ελάχιστοι. Η ζημιά όμως ενδέχεται να είναι μεγαλύτερη.
Και κάπως έτσι, μέσα από ερασιτεχνισμούς, ιδεοληψίες και άσκοπα τερτίπια, ο Κασιδιάρης μπήκε στο κάδρο με τα κεντρικά πρόσωπα των εκλογών. Και αν μεν κατέβει υποψήφιος, τα πράγματα θα είναι εύκολα και απλά για τους δικαστές που θα υψώσουν το απαγορευτικό. Τι θα συμβεί, όμως, αν αποφασίσει να μείνει στην άκρη; Αν πει ότι δεν θα κατέβει στις εκλογές, επιφυλασσόμενος για τις ευρωεκλογές; Μπορεί, αλήθεια, ο Αρειος Πάγος να απαγορεύσει τη συμμετοχή του κόμματος στις κάλπες του Μαΐου, επικαλούμενος την ντρίπλα; Εντάξει, όλα γίνονται, αλλά σε αυτήν την περίπτωση δεν θα είναι εύκολο και η χώρα, πιθανότατα, θα κληθεί να δώσει εξηγήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ομως ας υποθέσουμε, για διευκόλυνση της συζήτησης, ότι επιβάλλεται γενικό απαγορευτικό. Ο Κασιδιάρης έχει ήδη αποκτήσει ρόλο που σε κάποιο βαθμό δύναται να αποδειχθεί επιδραστικός. Μπορεί, ας πούμε, να παζαρέψει πού θα κατευθύνει τους οπαδούς του. Δύσκολο, γιατί θα χάσει τον αντισυστημικό μανδύα του, αλλά εφικτό.
Κάπως έτσι, έρχεται ο λογαριασμός για την αμεριμνησία με την οποία το πολιτικό σύστημα και οι θεσμοί αντιμετώπισαν την υπόθεση. Μέχρι να τελεσιδικήσει, σέρνεται χρόνια. Ο Κασιδιάρης είχε τη δυνατότητα να επικοινωνεί απρόσκοπτα μέσα από τη φυλακή. Κανένας δεν έσπευσε να ακυρώσει τα κανάλια επικοινωνίας του καταργώντας τους λογαριασμούς του στα social media. Αντιμετωπίστηκε ως κάτι μάλλον ακίνδυνο ή, τέλος πάντων, χωρίς την εμβέλεια που του αποδίδουν οι δημοσκοπήσεις. Και στο τέλος γίνεται καβγάς έξω από το κελί του. Δεν ξέρεις αν πρέπει να σε πιάνει απελπισία ή ντροπή. Και τα δύο.
Αυτές τις μέρες γράφονται και διάφορα για τις ευθύνες του πολιτικού συστήματος που εξωθεί στα άκρα ένα κομμάτι του πολιτικού ακροατηρίου. Συγγνώμη, αλλά κανένας δεν οφείλει απολογία στους φασίστες ή στους συμπατριώτες μας που δεν διαθέτουν στοιχειώδη παιδεία και βουλεύονται με άναρθρες κραυγές, ύβρεις, μουγκρητά και αφορισμούς. Το πιο δύσκολο πράγμα στους καιρούς μας είναι να αλλάξεις γνώμη σε κάποιον καθώς μπορεί να μην κοιτάζει ούτε έξω από τη φούσκα που έχει κατασκευάσει για να κλειστεί μέσα της. Από εδώ και πέρα θα ζούμε με αυτούς. Και αν τους χάσει ο Κασιδιάρης, θα τους πάρει κάποιος άλλος.