Γεννούν κάτι οι ογκώδεις διαδηλώσεις;
Απόψεις

Γεννούν κάτι οι ογκώδεις διαδηλώσεις;

Η κοινή λογική για τον Πρωθυπουργό λέει ότι αν δεν κάνει κάτι γρήγορα για να προλάβει τη μετατροπή τής εναντίον του κοινωνικής πλειοψηφίας σε πολιτική δύναμη και αν δεν αποτολμήσει τώρα τη δική του αναβάθμιση, όταν θα προσπαθήσει να το κάνει, καθυστερημένα, θα είναι αργά
Δημήτρης Ευθυμάκης

Αφήνω στην άκρη τα επεισόδια. Μισόν αιώνα τώρα ζούμε τα ίδια και τα ίδια. Οι πρώτοι μεταπολιτευτικοί κουκουλοφόροι ζουν πια στο γηροκομείο, αλλά τα αντιεξουσιαστικά εγγόνια τους συνεχίζουν να διαλύουν το ταλαίπωρο κέντρο της Αθήνας μετά από κάθε διαδήλωση. Για να ακούμε στην συνέχεια τις ίδιες αλληλοκατηγορίες. Οι μεν να μιλούν για προβοκάτσια των κυβερνώντων ώστε να συκοφαντηθούν οι δίκαιες λαϊκές κινητοποιήσεις και οι δε να προειδοποιούν ότι κάθε φορά που γίνεται απόπειρα να λυθούν τα προβλήματα στους δρόμους, καταλήγουμε στο χάος και στην ανομία των μπαχαλάκηδων. Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου.

Η πολιτική ουσία των καθαυτό συγκεντρώσεων είναι που έχει σημασία. Ο όγκος των απανταχού διαδηλωτών ήταν τεράστιος, πρωτοφανής. Για να μαζευτούν όλοι αυτοί, κάτι συμβαίνει εδώ. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι η πλειονότητα κατέβηκε στους δρόμους ακομμάτιστα ζητώντας μόνο απόδοση δικαιοσύνης για τα Τέμπη, θα κρυβόμασταν πίσω από το δάχτυλό μας αν θεωρούσαμε ότι οι διαδηλώσεις ήταν απολίτικες.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Οι μεγάλες συγκεντρώσεις ήταν μεν πρωτίστως για τα Τέμπη, δεν μπορεί να τις καρπωθεί προνομιακά κανένα κόμμα της αντιπολίτευσης, αλλά στην πολιτική τους βάση ήταν καθαρά αντικυβερνητικές. Οι υπερβολικά πολυάριθμοι διαδηλωτές βρίσκονται απέναντι στον Μητσοτάκη και στην κυβέρνησή του.

Εδώ, λοιπόν, προστίθεται ένα ακόμα ελληνικό πολιτικό παράδοξο στα πολλά που έχουμε ζήσει από το 2000 και εντεύθεν. Δημοσκοπικά έχουμε μια κυβέρνηση με πολιτική κυριαρχία, έναν Πρωθυπουργό χωρίς αντίπαλο και μια αντιπολίτευση που είναι πολυδιασπασμένη, δίχως ηγέτη και ανίκανη για οποιαδήποτε σύνθεση που θα τη μετατρέψει σε αξιόπιστη δύναμη.

Πλην, η κυβερνητική παράταξη του (δημοσκοπικού σήμερα) 25-30%, το οποίο αποτελεί σχετική πλειοψηφία απέναντι στα πεντάρια και τα δεκάρια της πολυκέφαλης αντιπολίτευσης, βλέπει αυτά τα αντίπαλα μικροποσοστά να ενώνονται στους δρόμους σε ένα συμπαγές 60% ή 70% που δεν θέλει ούτε να τη βλέπει. Που διαδηλώνει σκληρά εναντίον της, που φτιάχνει τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις του 21ου αιώνα στην Ελλάδα.

Η συνταγματική και θεσμική απάντηση σε όλο αυτό είναι προφανής: τη χώρα κυβερνά η σχετική πλειοψηφία, που έχει μεταφραστεί σε κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Επίσης, οι κυβερνήσεις αλλάζουν με εκλογές, όχι με διαδηλώσεις. Ομως άλλο είναι να κυβερνά το σχετικά πλειοψηφικό 30% με τους υπόλοιπους να αποδέχονται τους όρους του παιχνιδιού, και άλλο η κυβέρνηση του 30% να έχει απέναντί της ένα 60-70% που είναι μεν ανίκανο να ενωθεί σε κοινή εκπροσώπηση αλλά είναι έτοιμο να αντιδράσει δυναμικά εναντίον της.

Κοντολογίς, δεν πέφτει μεν τυπικά η κυβέρνηση, αλλά μπορεί να σταθεί; Μπορεί να κυβερνήσει; Η κοινή λογική όσον αφορά τους αντικυβερνητικούς λέει ότι, αν πράγματι υπάρχει κοινωνική πλειοψηφία κατά του Μητσοτάκη, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί ο τρόπος να μεταφραστεί και σε πολιτική εκπροσώπηση που θα την εκφράσει. Η ίδια κοινή λογική για τον Πρωθυπουργό λέει ότι αν δεν κάνει κάτι γρήγορα για να προλάβει τη μετατροπή τής εναντίον του κοινωνικής πλειοψηφίας σε πολιτική δύναμη και αν δεν αποτολμήσει τώρα δική του αναβάθμιση, όταν θα προσπαθήσει να το κάνει, καθυστερημένα, θα είναι αργά.

Ενα μόνο δεν πρέπει να πει ο Μητσοτάκης για να καθησυχάσει τον εαυτό του: ότι όλοι αυτοί μαζεύτηκαν μόνο για τα Τέμπη και όχι εναντίον του.

Exit mobile version