Τελικά γίναμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης…
| Shutterstock/ CreativeProtagon
Απόψεις

Τελικά γίναμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης…

Η έκρηξη του τουρισμού συνοδεύεται από τη δημιουργία θέσεων εργασίας χαμηλής εξειδίκευσης με περιορισμένες αμοιβές. Το πρόβλημα αυτό και η έλλειψη υποδομών αντανακλώνται στο παραγωγικό μας μοντέλο, που αρνείται πεισματικά να αλλάξει, τέσσερις δεκαετίες (και πλέον) μετά την είσοδο στην τότε ΕΟΚ
Ζώης Τσώλης

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, παραμονές της ένταξης της Ελλάδας στην (τότε) ΕΟΚ, στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης βρισκόταν η οικονομία και το μέλλον της στο νέο περιβάλλον της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς.

Ενα από τα επιχειρήματα του ΠΑΣΟΚ και της Αριστεράς απέναντι στην κομβική –πολιτικά και οικονομικά– επιλογή της καραμανλικής ΝΔ, ήταν ότι, στο πλαίσιο αυτού του καταμερισμού, οι Ελληνες «θα γίνουν τα γκαρσόνια της Ευρώπης», κάτι που θα αποβεί σε βάρος της αγροτικής παραγωγής και κυρίως της βιομηχανίας, η οποία θα συγκεντρωνόταν στον ευρωπαϊκό Βορρά.

Κι αυτό ίσως αποδείχθηκε εν μέρει σωστό, καθώς σήμερα στον τουρισμό απασχολούνται πάνω από 800.000 εργαζόμενοι, έστω και εποχικά, ενώ το 1/4 του ΑΕΠ προέρχεται από τον τουρισμό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», από τον περασμένο Απρίλιο αυξήθηκαν σημαντικά οι προσλήψεις: άνοιξαν 133.907 νέες θέσεις εργασίας –οι περισσότερες στον τουρισμό– και τον Μάιο ακολούθησε νέο κύμα με 137.841 προσλήψεις.

Τον Ιούνιο, όταν άνοιξαν και οι τελευταίες (εποχικής λειτουργίας) επιχειρήσεις, έγιναν 33.702 προσλήψεις στην εστίαση, ενώ στα beach bar δηλώθηκαν 26.556 νέες θέσεις στα καταλύματα (ξενοδοχεία, Airbnb), τα οποία αυξάνονται με διψήφιο ποσοστό κάθε χρόνο. Επιπλέον, από το υπουργείο Εργασίας καταγράφεται μεγάλος αριθμός εργαζομένων που δεν έχουν καν ασφαλιστεί.

Τα χρόνια κυλούν σαν το νερό

Επιστρέφοντας στην ιστορία της ρήσης «θα γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης», αξίζει να θυμηθούμε πως, μετά την ένταξη στην ΕΟΚ (1981), η Ελλάδα εντάχθηκε δύο δεκαετίες μετά στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ) και το 2002 έγινε ισότιμο μέλος της ευρωζώνης με την κυκλοφορία του ευρώ. Αντίθετα με ό,τι πίστευαν τότε αρκετοί τουριστικοί επιχειρηματίες –ότι το τέλος της δραχμής θα έκανε την Ελλάδα ακριβότερη και θα απομάκρυνε τους τουρίστες– τα πράγματα εξελίχθηκαν αλλιώς:

Η ζωή και ο τουρισμός όντως ακρίβυναν, αλλά τουρίστες ήρθαν περισσότεροι. Στις αρχές της νέας ευρωπαϊκής εποχής, οι ξένοι επισκέπτες πλησίαζαν τα 15 εκατομμύρια. Με τα ανοιχτά σύνορα, το ενιαίο νόμισμα και την αίσθηση «ανήκομεν εις την Ευρώπην», δημιουργήθηκε ένα τεράστιο τουριστικό ρεύμα. Ομως οι ευρωπαϊκοί μισθοί παρέμειναν και παραμένουν υψηλότεροι από τους ελληνικούς.

Το 2015, εν μέσω οικονομικής κρίσης, μνημονίων, δημοψηφίσματος και αβεβαιότητας (μένουμε ή φεύγουμε από το ευρώ), το ρεύμα αυτό ξεπέρασε τα 24 εκατομμύρια αφίξεις.
Μετά την αποδοχή του τρίτου μνημονίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η αβεβαιότητα έλαβε τέλος και το 2017 η Ελλάδα υποδέχθηκε 30,1 εκατομμύρια τουρίστες. Το 2019, χρονιά εκλογών, το νούμερο ανέβηκε στα 31,1 εκατομμύρια.

Ο τουρισμός, με τα αλλεπάλληλα ρεκόρ, συνέβαλε στη δημιουργία έως και του 25% του ΑΕΠ. Το πόσο σημαντική ήταν αυτή η συμβολή φάνηκε όταν ξέσπασε η πανδημία: μαζί με τον τουρισμό, βούλιαξε και η οικονομία.

Ο τουρισμός έσωσε το ισοζύγιο

Οι αδιάψευστοι αριθμοί δείχνουν ότι ο τουρισμός τράβηξε την ελληνική οικονομία από το τέλμα της ύφεσης των μνημονίων. Εκτός από τον τεράστιο αριθμό επισκεπτών, τα έσοδα ξεπέρασαν τα 20 δισ. ευρώ τον χρόνο, δίνοντας ανάσα στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών – που ήταν η δεύτερη αιτία (μετά το δημοσιονομικό έλλειμμα) της χρεοκοπίας του 2010.

Θέλουμε 40 εκατομμύρια τουρίστες;

Το 2024, ο αριθμός των τουριστών ξεπέρασε τα 40 εκατομμύρια και το ίδιο αναμένεται να συμβεί φέτος. Παρά τις οικονομικές δυσκολίες των Ευρωπαίων, συνεχίζουν να επιλέγουν τη χώρα μας, αν και μένουν λιγότερες ημέρες (4-5) και ξοδεύουν λιγότερα.

Η φετινή χρονιά είναι κομβική:

Θέλουμε ακόμη περισσότερους (ίσως και φτωχότερους) τουρίστες ή ένα νέο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης με υψηλότερα εισοδήματα και ποιοτικές υπηρεσίες;

Το ερώτημα δεν είναι μόνο ποσοτικό, αλλά και στρατηγικό:

Ρεκόρ… φθηνών προσλήψεων

Μπορεί να προσφέρει μια προσωρινή ανακούφιση το γεγονός ότι στο εξάμηνο Ιανουαρίου–Ιουνίου δημιουργήθηκαν πάνω από 340.500 νέες θέσεις εργασίας, κυρίως ανειδίκευτων ή χαμηλής ειδίκευσης εργαζομένων στις τουριστικές υπηρεσίες.

Το ερώτημα παραμένει:

Πόσες και ποιες από αυτές τις θέσεις θα διατηρηθούν και μετά τη λήξη της τουριστικής περιόδου; Καθώς, στην πλειονότητά τους, πρόκειται για εποχικές θέσεις που δημιουργούνται την άνοιξη και το καλοκαίρι, αλλά χάνονται μαζί με τους τουρίστες το φθινόπωρο.

Exit mobile version