| CreativeProtagon
Απόψεις

Είναι το Κίνημα Αλλαγής μια Ενωση Κέντρου;

Οσο το φλερτ της ΝΔ αλλά κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ εντείνεται, η συζήτηση για το αν το «ανανεωμένο» σχήμα του ΠΑΣΟΚ θα έχει τη μοίρα του κόμματος του πατέρα του ιδρυτή του, έρχεται στην επιφάνεια. Ομως υπάρχουν διαφορές. Κυρίως δε, η απειλή του νέου, άφθαρτου αντιπάλου, του «επόμενου»...
Μυρτώ Λιαλιούτη

Ο χρόνος, η ιστορία και οι ομοιότητες: τα τρία πράγματα που κανείς πολιτικός δεν καταφέρνει να κερδίσει. Πολλές φορές, αντί να τα κερδίσει, επιδιώκει να τα χρησιμοποιήσει. Αυτό φαίνεται πως κάνει και ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος δηλώνει σίγουρος πως θα ηγηθεί του ευρύτερου κεντροαριστερού χώρου (ΒΗΜΑτοδότης, «Βήμα της Κυριακής). Κι αυτό γιατί υπάρχει ιστορικό προηγούμενο: αυτό της Eνωσης Κέντρου που τελικά απορροφήθηκε από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.

Το παράδειγμα της Eνωσης Κέντρου, πέρα από τον ιστορικό συμβολισμό του πράγματος (το νέο που έρχεται να «τελειώσει» το παλιό), ενέχει και το στοιχείο της απειλής. Είναι σαν ο ΣΥΡΙΖΑ να λέει στο Κίνημα Αλλαγής πως μάταια αντιστέκεται στο φλερτ, πως αν η σύγκλιση δεν γίνει με το καλό θα γίνει αναπόφευκτα με το άγριο. Είναι το παράδειγμα που αποκαλύπτει πως μια πιθανή συνεννόηση, όπως αυτή που στα χαρτιά οραματίζεται η Κουμουνδούρου για την «επομένη προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας», δεν θα γίνει με ίσους όρους, αλλά με την παραδοχή της πασοκικής πλευράς πως έκανε λάθος –πως έχασε το παιχνίδι που ξεκίνησε ήδη από το 2012, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ εξελέγη για πρώτη φορά αξιωματική αντιπολίτευση. Δεν είναι λίγα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά εκείνα που επιχειρούν να εμφανιστούν ως μεσολαβητές, που συνοψίζουν το επιχείρημα με την φράση «δεν θα περιμένουμε για πάντα». Παρακινώντας τους συνομιλητές τους να αλλάξουν στάση εγκαίρως, γιατί δεν θα μπορούν να εγγυηθούν ευνοϊκές συνθήκες αν η σημερινή απόρριψη συνεχίσει για πολύ. Η απάντηση που λαμβάνουν μέχρι τώρα δεν χωρά παρερμηνείας, σύγκλιση δεν υπάρχει.

Είναι, όμως, το Κίνημα Αλλαγής μια νέα Eνωση Κέντρου; Η κατάσταση για την Χαριλάου Τρικούπη είναι καλύτερη απ’ ό,τι ίσως φαίνεται. Η μεταπολιτευτική Eνωση Κέντρου, η οποία μετά την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης το 1974, στις επόμενες εκλογές άλλαξε όνομα και χάθηκε στον χρόνο, ήταν κουρασμένη πολιτικά και ηλικιακά –σίγουρα, σκέφτονται συνειρμικά στον ΣΥΡΙΖΑ, πλήρωσε την συμμετοχή της στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή εκείνους τους πρώτους μήνες μετά την χούντα.

Η δημιουργία του Κινήματος Αλλαγής, παρότι δεν έφερε το «μπαμ» που θα περίμενε κανείς μετά από την προσέλευση 210.000 ψηφοφόρων στην κάλπη για την ανάδειξη ηγεσίας, έδειξε πως η σκληροπυρηνική «πράσινη» βάση δεν θα φύγει ποτέ. Στην Κεντροαριστερά δεν παλεύουν να μπουν στην Βουλή, παρά το μονοψήφιο ποσοστό είναι τρίτο κόμμα. Ακόμα και οι εν ζωή πρώην πρόεδροι του ΠΑΣΟΚ, όποια κι αν είναι η σχέση τους με τη σημερινή ηγεσία ή και το ίδιο το κόμμα, δεν κοίταξαν αλλού, όπως, έστω ως συνεργαζόμενος, έκανε ο Γεώργιος Μαύρος. Στις τελευταίες εκλογές που πήρε μέρος, η Eνωση Κέντρου είχε ονόματα, αλλά δεν είχε στελέχη. Αυτό δεν ισχύει σήμερα –για την ακρίβεια, η δεξαμενή του ΠΑΣΟΚ «δίνει» σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, και παράλληλα αρκεί για να διατηρήσει στην πολιτική ζωή και τον πιο παραδοσιακό εκφραστή της, με βιτρίνα ηλικιακά νεότερη από αυτήν της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Λείπει και κάτι ακόμα: η απειλή του νέου, άφθαρτου αντιπάλου, του «επόμενου». Η εμφάνιση του ΠΑΣΟΚ έδωσε την ευκαιρία στους μισούς κεντρώους να ακολουθήσουν τον γιο του Γέρου και στους υπόλοιπους να πάνε σπίτι τους. Ο ιστορικός κύκλος του κόμματος είχε τελειώσει. Κι όμως, στην πραγματικότητα, ο Παπανδρέου είχε ακολουθήσει την ίδια συνταγή με τον πατέρα του: έφτιαξε το ΠΑΣΟΚ με πολιτικούς αριστερίζοντες, κεντρώους και φιλελεύθερους, που ακόμα και αν τσακώνονταν μεταξύ τους, μπορούσαν να συνυπάρχουν στο ίδιο πολιτικό περιβάλλον. Eκανε τις εκκαθαρίσεις του όταν θεωρούσε πως έπρεπε και κυρίως συμμορφώθηκε με την πραγματικότητα της διακυβέρνησης μέσα σε ελάχιστο χρόνο.

Πάνω σε αυτή την πραγματικότητα στηρίχθηκαν οι επόμενες νίκες του –και αυτή την πολιτική εμπειρία χρησιμοποιούν και σήμερα στο Κίνημα Αλλαγής, αναδεικνύοντας τις διαφορές τους με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το Κίνημα Αλλαγής, επομένως, δεν είναι Ένωση Κέντρου γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ΠΑΣΟΚ. Θα μπορούσε, βέβαια, να έχει το τέλος της, αν δεν παίξει σωστά τα χαρτιά που έχει στα χέρια του. Αν αυτή η (τεράστια) δεξαμενή στελεχών ξαφνικά στερέψει και βασικοί μοχλοί του μηχανισμού του το εγκαταλείψουν για μεγαλύτερες δόξες, με μεταγραφές στη ΝΔ και στον ΣΥΡΙΖΑ. Το επόμενο διάστημα η πίεση θα είναι μεγάλη, ενώ οι υποψίες για τον επικείμενο ανασχηματισμό ήδη οδηγούν σε δημοσιεύματα που «δείχνουν» ΠΑΣΟΚ –οι εν ενεργεία βουλευτές που είδαν το όνομά τους στα μανταλάκια έβγαλαν και σχετική διάψευση. Ή, αν πέσει στην παγίδα των κραυγών: ίσως η καλύτερη αντιπολιτευτική φάση για το Κίνημα Αλλαγής ήρθε στην πανδημία, με το κόμμα να ασκεί έντονη κριτική, δείχνοντας παράλληλα θεσμική υπευθυνότητα.

Η πίεση, όμως, είναι αναπόφευκτη. Κι αυτό γιατί η Ενωση Κέντρου δεν είναι μόνο παράδειγμα προς αποφυγή, αλλά και παράδειγμα προς μίμηση. Υπό μια έννοια, παίρνει την εκδίκησή της. Ποιος πολιτικός σήμερα δεν θα ήθελε την αποδοχή του Γεωργίου Παπανδρέου στον χώρο του πολιτικού κέντρου; Αυτόν ακριβώς αποζητούν: ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλοντας να ακολουθήσει τον δρόμο του Ελευθέριου Βενιζέλου (το κόμμα των Φιλελευθέρων ήταν μια από τις συνιστώσες της ΕΚ), προσπαθεί να «ανοίξει» την ΝΔ προς το Κέντρο, παρά την εσωκομματική γκρίνια εκείνων που δεν βλέπουν την συμβίωση με καλό μάτι. Ο Αλέξης Τσίπρας, από την άλλη, θέλει να εκφράσει το σύνολο του προοδευτικού χώρου απέναντι στον «γιο του αποστάτη». Η φράση δεν ανήκει στο παρελθόν, ούτε σε λαϊκίστικα συριζαϊκά πηγαδάκια. Χρησιμοποιήθηκε προεκλογικά από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, με σκοπό να προσελκύσει όλο το «πράσινο» ακροατήριο.

Αυτό το ακροατήριο, όμως, ειδικά τώρα που δεν διαφαίνεται η προοπτική της επιστροφής στην εξουσία, δεν του κάνει το χατίρι.