Απόψεις

Παιδική κακοποίηση: Η Ζάκυνθος, η κοινωνία και μια Πολιτεία θεατής

Είναι φοβερό το συμβάν στη Ζάκυνθο –να γίνεσαι δολοφόνος, να σκοτώνεις τον πατέρα σου για να προστατεύσεις τα αδέλφια σου. Οπως ήταν φοβερή η υπόθεση της Λέρου. Αλλά ακόμα πιο φοβερή είναι η Πολιτεία θεατής, η αίσθηση πως κάποια παιδιά σε αυτή τη χώρα είναι ολομόναχα, παραδομένα στα θηρία
Κοσμάς Βίδος

Είναι φοβερό να σε χειροκροτούν επειδή σκότωσες άνθρωπο, όπως έκαναν συμπατριώτες του 26χρονου πατροκτόνου της Ζακύνθου. Είναι εξίσου φοβερό να γίνεσαι δολοφόνος, να σκοτώνεις τον ίδιο σου τον πατέρα (που μόνο ως πατέρας δεν στάθηκε απέναντί σου) για να προστατεύσεις τα αδέλφια σου. Μια τέτοια πράξη μπορεί να σε κάνει στα μάτια των πολλών ήρωα. Όμως, δεν παύεις να έχεις διαπράξει ένα αποτρόπαιο έγκλημα που θα καθορίσει τη ζωή σου.

Πολλές οι σκέψεις που γεννάει η αποκάλυψη ενός ακόμα δραματικού χρονικού ενδοοικογενειακής βίας και σεξουαλικής κακοποίησης στην επαρχία. Μιας ακόμα υπόθεσης-θρίλερ που έρχεται μετά την τραγωδία της Λέρου (όπου πατέρας και μητέρα βίαζαν συστηματικά τα παιδιά τους) για να μας θυμίσει τις σκοτεινές πλευρές της οικογένειας. Μάλλον τις σκοτεινές-αρρωστημένες πλευρές κάθε ανθρώπου που στην πορεία της ζωής του μπορεί να γίνει γονιός, αναλαμβάνοντας έναν ρόλο για τον οποίο είναι εντελώς ακατάλληλος –για να χρησιμοποιήσουμε τον πιο επιεική χαρακτηρισμό.

Οσο όμως τρομακτικός και αν είναι ο ρόλος των γονέων-τεράτων και στις πρόσφατες υποθέσεις, δεν παύει να είναι αποτρόπαια και η αδιαφορία με την οποία η Πολιτεία αντιμετώπισε τις καταγγελίες. Το «Χαμόγελο του παιδιού» που ήταν ενήμερο και για τις δύο περιπτώσεις αποκάλυψε πως αν και προσπάθησε να κινητοποιήσει τις αρμόδιες αρχές δεν βρήκε την ανταπόκριση που θα έπρεπε. Ως «συμμέτοχες» στην τραγωδία καταγγέλλονται και οι τοπικές κοινωνίες που γνώριζαν πως κάτι δεν πήγαινε καλά αλλά δεν έκαναν τίποτα.

Τι μένει; Η αίσθηση πως κάποιοι άνθρωποι (εν προκειμένω παιδιά) είναι ολομόναχοι, παραδομένοι στα θηρία. Πεταγμένοι σε μία αρένα όπου ως θεατές παρακολουθούμε. Είναι ελληνικό το φαινόμενο; Οχι φυσικά, συμβαίνει παντού, εύκολα το επιβεβαιώνεις αναζητώντας στο Διαδίκτυο παρόμοιες υποθέσεις. Είναι φαινόμενο της νέας εποχής; Ούτε. Συνέβαινε πάντα, και στις μικρές και στις πιο διευρυμένες κοινωνίες. Πάντα στο χωριό μας, στη μικρή μας πόλη, στη γειτονιά μας, στο σχολείο μας, υπήρχε ένα παιδί που δεν ήταν τόσο κοινωνικό, που δεν φερόταν όπως τα άλλα, που γινόταν επιθετικό, που όταν το παρατηρούσες ή όταν έβλεπες τους γονείς του και τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονταν η οικογένεια καταλάβαινες πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Τα συζητούσαν αυτά μεταξύ τους χαμηλόφωνα οι γείτονες και οι συγγενείς πίνοντας τον καφέ τους, αλλά το θέμα έκλεινε εκεί. Ελάχιστοι είχαν το κουράγιο, τη δύναμη (δεν είναι εύκολο) και την ανθρωπιά να κάνουν κάτι περισσότερο, όπως φαίνεται πως έκαναν η θεία και ο θείος των παιδιών στη Λέρο. Τι λέει τώρα ο θείος; «Εκανα καταγγελίες και μου έλεγαν “δεν έχεις αποδείξεις”».

Ομως, την εποχή που η μία μετά την άλλη αυτές οι αποτρόπαιες περιπτώσεις αποκαλύπτονται επειδή ο κόσμος αρχίζει να μιλάει πιο εύκολα, επειδή πλέον οι νοοτροπίες που επέβαλαν τη σιωπή αλλάζουν, επειδή έχουν δημιουργηθεί δομές στις οποίες μπορούν τα κακοποιημένα παιδιά ή οι κακοποιημένες γυναίκες (άλλο μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα) να απευθυνθούν, ο ρόλος της Πολιτείας έχει καταλυτική σημασία.

Μιας Πολιτείας που αντί να στέκεται ως θεατής περιμένοντας μια δολοφονία ή ένα έγκλημα για να αντιδράσει, πρέπει να αναλαμβάνει αμέσως δράση. Οι καταγγελίες δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται με την επιπολαιότητα και με την αδιαφορία με την οποία φαίνεται πως αντιμετωπίζονται τις περισσότερες φορές. Εκείνος που θα αποφασίσει να μιλήσει πρέπει να γνωρίζει πως, και θα ακουστεί η φωνή του, και θα ερευνηθούν άμεσα αυτά που καταθέτει, και θα προστατευθεί αν στοχοποιηθεί. Οι (όλο και περισσότερες) ενημερωτικές καμπάνιες κατά της κακοποίησης των παιδιών (βλέπε, μεταξύ άλλων εδώ και εδώ) και των γυναικών δεν έχουν καμία χρησιμότητα αν η Πολιτεία δεν είναι έτοιμη να αντιδράσει άμεσα και αποφασιστικά κάθε φορά που υπάρχει καταγγελία. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα κάνει και στόματα που μένουν ακόμα κλειστά να μιλήσουν. Μόνο τότε η κάκιστη νοοτροπία του «κοίτα τη δουλειά σου για να μην έχεις μπελάδες» πίσω από την οποία οχυρωνόμαστε για να μην μπλέκουμε σε υποθέσεις που δεν (;) μας αφορούν, θα σταματήσει να λειτουργεί ως μανδύας προστασίας για τα τέρατα που ζουν ανάμεσά μας.