Ρητορική δεινότητα και θεατρινισμός από τον Αλέξη Τσίπρα στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ την περασμένη Παρασκευή | INTIMENEWS/ΛΙΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Απόψεις

Ο άφιλος κύριος Τσίπρας

Η συμφωνία με τους εταίρους. Η δήθεν «συνεπής Ελλάδα». Οι αποδιοπομπαίοι δανειστές μας. Και ο «δικός μας τρόπος» απέναντι σε κυβερνήσεις και θεσμούς της ΕΕ, οι οποίοι είναι κατά τον Πρωθυπουργό «μη φίλοι μας» ασχέτως αν όλοι μας έχουν δανείσει και σε όλους χρωστάμε...
Χρήστος Μιχαηλίδης

Το πρόβλημα με την κατ’ αρχήν συμφωνία εκπροσώπων των δανειστών και της ελληνικής κυβέρνησης, δεν είναι τόσο στα μέτρα που περιέχει. Πολλά από αυτά είναι σωστά ή και αναγκαία. Επιπλέον, με τη γνωστή μέθοδο του τσουβαλιάσματος σε ένα πολυνομοσχέδιο, με κοινοβουλευτική διαδικασία που, δημοκρατικά, μπάζει από παντού, και με ψηφοφορία από αρκετούς φοβισμένους και ανασφαλείς, θα περάσουν.

Θα γίνουν νόμος του κράτους και, όπως πολλοί άλλοι νόμοι του κράτους, απλώς δεν θα εφαρμοστούν. Ή, θα εφαρμοστούν αποσπασματικά, με προσαρμογές, αναπροσαρμογές, τροποποιήσεις και με τους ρυθμούς που ισχύουν για όλα στην Ελλάδα.

Αυτό συμβαίνει, διότι έτσι μάθαμε. Προκειμένου να πάρουμε χρήματα (δάνειο, επιχορήγηση, επιδότηση, κλπ), είμαστε έτοιμοι να συμφωνήσουμε σε όλα και να διαβεβαιώσουμε τους δανειστές ότι θα τηρήσουμε τα συμφωνηθέντα και θα πληρώνουμε στην ώρα μας. Αλλά δεν το εννοούμε.

Στο επόμενο στάδιο, αφού έχουμε πάρει τα λεφτά, τα κάνουμε όλα με τον δικό μας τρόπο.

[Εδώ, προσθέτω ότι οι μισοί και πλέον Έλληνες νομίζουν ότι το My Way του Σινάτρα γράφτηκε μόνο για αυτούς. Όταν το ακούνε, ή όταν το τραγουδούν οι ίδιοι, τους πιάνουν τα κλάματα. Τέλος αγκύλης…].

Ο «δικός μας τρόπος» είναι γνωστός. Θα σας μεταφέρω μόνο μια σύντομη ιστορία που έζησα από πρώτο χέρι σε τηλεοπτικό σταθμό που στήθηκε σε μεγάλη πόλη της επαρχίας γύρω στο 2008-2009. Ο ιδιοκτήτης ξόδεψε τα μαλλιοκέφαλά του για να φέρει ειδικούς από την Ισπανία να του τοποθετήσουν τα μηχανήματα και να εκπαιδεύσουν τεχνικούς και δημοσιογράφους, παραγωγούς και σκηνοθέτες στη χρήση τους. Μόλις αυτοί έφυγαν έπειτα από περίπου 1,5 μήνα εκεί, σε χρόνο ρεκόρ όλες οι οδηγίες ξεχάστηκαν, και τα πανάκριβα μηχανήματα αξιοποιήθηκαν μόνο κατά το 7-8 τοις εκατό των δυνατοτήτων τους.

Αυτόν τον «τρόπο μας», τον γνωρίζουν καλά πια και οι ξένοι, και μας το λένε καθαρά. Κάθε φορά που εμείς κλαιγόμαστε «μα έχουμε ψηφίσει όσα ζητήσατε, είμαστε εντάξει στις υποχρεώσεις μας, εσείς δεν είστε», (μόνιμη επωδός του Τσίπρα – έχω φυλαγμένες όλες τις δηλώσεις του, μα όλες!), εκείνοι απαντούν κοφτά «εφαρμόστε, τότε, εκείνα που ψηφίσατε, και δεν θα έχετε κανένα πρόβλημα».

Αυτό λένε και τώρα οι δανειστές, ξεκαθαρίζοντας π.χ. ότι απομείωση του χρέους με τον τρόπο που θέλετε, ξεχάστε το. Μία ελάφρυνση σε χρόνο αποπληρωμής, ίσως και σε τόκους, μπορεί. Αλλά πάλι, «εφαρμόστε πρώτα όσα συμφωνήσαμε, όσα ψηφίσατε». Και με αυτά, οι δανειστές εννοούν, πρωτίστως, τα ουσιώδη, μεταρρυθμιστικά μέτρα. Που εμείς δεν θέλουμε καθόλου, διότι θίγουν κεκτημένα.

Κάποια, όμως, είναι αλήθεια πως έχουν πάρει τον δρόμο τους. Έστω και με τον «δικό μας τρόπο», τους δικούς μας ρυθμούς.

Το μεγάλο πρόβλημα με την συμφωνία, ανάγεται και στο ότι -για να μην πω κυρίως στο ότι- η κυβέρνηση που την συνήψε και που θα την ψηφίσει, δεν πιστεύει σε αυτήν. Το παραδέχεται ανοικτά…

Η πραγματικότητα όμως παραμένει μία: Η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη. Απλώς δεν έχει χρεοκοπήσει τυπικά, διότι κάποιοι (οι Ευρωπαίοι εταίροι, πρωτίστως, και το ΔΝΤ δευτερευόντως), μας έχουν δανείσει. Αυτοί βάζουν τα λεφτά που, μήνας μπαίνει – μήνας βγαίνει, πληρώνουν μισθούς και συντάξεις του Δημοσίου, που κρατούν τα σχολεία, τα νοσοκομεία, τα πανεπιστήμιά μας, τις ένοπλες δυνάμεις μας ακόμα, εν λειτουργία. Αν δεν πάρουμε μία φορά τη δόση μας, τελειώσαμε.

Δανειστήκαμε από αυτούς χρήματα υπό όρους. Ευνοϊκούς για μας, λέω εγώ. Ληστρικούς, λένε άλλοι. Θέλετε και εκβιαστικούς; Εκβιαστικούς!

Μας τα δίνουν, όμως. Και εμείς υπογράψαμε. Γιατί άραγε; Με σκοπό πονηρό, να μην τα επιστρέψουμε ποτέ; Διότι τάχα, μετράμε ως «ψυχολογικό μέγεθος» στην Ευρώπη, τώρα όσο ποτέ άλλοτε, και «δεν τους παίρνει μετά το Brexit  να αποσχισθεί και η ένδοξη Ελλάδα».

Σε άλλο, συναφές επίπεδο, το μεγάλο πρόβλημα με την συμφωνία, ανάγεται και στο ότι -για να μην πω κυρίως στο ότι- η κυβέρνηση που την συνήψε και που θα την ψηφίσει, δεν πιστεύει σε αυτήν. Το παραδέχεται ανοικτά.

Η πραγματική ανάγνωση αυτού, δεν είναι ότι «εκβιαστήκαμε από τους δανειστές», ή ότι «έτσι όπως τα έκαναν οι προηγούμενοι, δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να δεχτούμε έναν οδυνηρό συμβιβασμό», αλλά ότι «αυτό μας δίνει ένα θαυμάσιο άλλοθι για να παραμείνουμε στην εξουσία», κάνοντας ταυτόχρονα τον κόσμο να πιστεύει ότι «εμείς προσπαθούμε, και θα βγάλουμε τη χώρα από τη κρίση».

Αυτό, δεν πρόκειται βεβαίως να συμβεί. Γιατί η κρίση είναι πιο σοβαρή από την κυβέρνηση που την διαχειρίζεται. Και επίσης γιατί, όπως είπαμε, δεν πιστεύουν στην συνταγή την οποία οι ίδιοι αποδέχτηκαν και ψήφισαν.

Ένα κόμμα που δεν πιστεύει στην ιδιωτική πρωτοβουλία, που δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει αυτό για την αγορά, πάντοτε θα είναι ξινό έως και εχθρικό απέναντί της. Αν δεν κατανοεί τη σημασία των ιδιωτικοποιήσεων, και τις αποδέχεται με κρύα καρδιά, ελπίζοντας ότι κάποια μέρα θα τις ξαναδώσει πάλι στο κράτος, καθίσταται τελικά επικίνδυνα για τη χώρα.

Τα Μνημόνια που συνοδεύουν τον αναγκαστικό μας δανεισμό, είναι στην ουσία τα κυβερνητικά προγράμματα που όφειλε, αλλά δεν υλοποίησε ποτέ καμιά κυβέρνηση στην Ελλάδα. Η λαϊκιστική πολιτική τους, είχε στόχευση μόνο στο πελατειακό τους κράτος  – όχι στο κανονικό που έπρεπε να έχουμε,  και που έπρεπε να υπηρετούν.

Κόστισαν και κοστίζουν ακριβά αυτά τα Μνημόνια, ιδίως το τελευταίο, του ΣΥΡΙΖΑ, που ήταν εντελώς αχρείαστο. Αν θέλουμε όμως, να γίνουμε κανονική ευρωπαϊκή χώρα, θα πρέπει τα μεταρρυθμιστικά τους μέτρα τουλάχιστον, να τα εφαρμόσουμε πλήρως και γρήγορα.

Θέλουμε, όμως, να γίνουμε «κανονική ευρωπαϊκή χώρα»; Ή μήπως, πάλι, έχουμε κατά νου ένα ελληνοπρεπές, αριστερό μοντέλο, και μάλιστα ανεπεξέργαστο, θεωρητικό, δημαγωγικό, στα πρότυπα κάθε πολιτικής εξαγγελίας της φιλόδοξης, πλην ανεπαρκούς κυβέρνησης – βλέπε Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης;

Και, επανερχόμενος: Μπορεί μια κυβέρνηση που δεν πιστεύει βαθιά στην ιδέα, στην φιλοσοφία, της Ενωμένης Ευρώπης, να την υπηρετήσει τόσο, που ακόμα και τα πολλά στραβά της να αγωνιστεί να βελτιωθούν; Αν δεν νιώθεις συνιδιοκτήτης του σπιτιού σου, πώς θα το στηρίξεις; Πώς θα το αλλάξεις; Φαντασθείτε, μόνο, να εκλέγαμε τον Ούγγρο Ορμπαν πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Θα τελειώναμε αυθημερόν.

ΕΕ και θεσμοί της, κατά τον Πρωθυπουργό, έχουν «άλλη αντίληψη αυτοί» για το πώς πρέπει να αναδομήσουμε τη κοινωνία μας, και ως εκ τούτου δεν έχουν και δικαίωμα να νοιάζονται για το εάν και πως θα πάρουν πίσω τα όσα μας δάνεισαν…

Ακόμα και τώρα, λοιπόν, η ρητορική της κυβέρνησης και του ίδιου του Πρωθυπουργού, είναι επιθετική προς την ΕΕ και τους θεσμούς της. Και άλλες χώρες έχουν διαφωνίες και συγκρούσεις με αυτούς, αλλά δεν καταφεύγουν σε «εχθρική δημαγωγία» – προσπαθούν, πολιτισμένα, και με την γνωστή ευρωπαϊκή αλληλοκατανόηση και διάλογο, να αλλάξουν πράγματα, προχωρώντας.

«Η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει και θα το πετύχουν εκείνοι που την πιστεύουν, όχι οι λογής-λογής κατσικοκλέφτες», έγραφε πριν λίγες μέρες στο facebook η Ειρήνη Αγαπηδάκη, υποψήφια διδάκτωρ ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τακτική αρθρογράφος πολιτικών και κοινωνικών γεγονότων.

Την περασμένη Πέμπτη 4 Μαΐου, στην εισήγησή του στο υπουργικό συμβούλιο μετά την επιτευχθείσα, σε τεχνικό επίπεδο, συμφωνία με τους εκπροσώπους των δανειστών μας, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας είπε επί λέξει τα εξής προς τα μέλη της κυβέρνησής του:

«Οι δανειστές δεν είναι φίλοι μας. Ούτε έγιναν τον Ιούλιο του ’15, ούτε τον Μάη του ’16, ούτε τώρα. Και αυτό δεν είναι ηθικό σχόλιο. Είναι η πραγματικότητα. Οι δανειστές αφενός επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τα χρήματα που δάνεισαν στην Ελλάδα και αφετέρου έχουν συγκεκριμένο μοντέλο και στρατηγική για τον τρόπο οργάνωσης της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας. Το μοντέλο αυτό βρίσκεται σε σύγκρουση πολλές φορές με αυτό που εμείς επιδιώκουμε για τη χώρα, για την οικονομία και για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών».

Εκτός του ότι ο κ. Τσίπρας δεν έχει εξηγήσει ποτέ με λεπτομέρεια και εμπεριστατωμένα ποιο είναι το μοντέλο «που εμείς επιδιώκουμε για τη χώρα μας» -ένα business plan, πλήρες, όχι αντιγραφές από ιδεολογικά φροντιστήρια ενός ρομαντικού αλλά και φουρτουνιασμένου παρελθόντος, και να μας πει πού και πότε έχει εφαρμοστεί, με επιτυχία, αυτό το όποιο μοντέλο- ας ρίξουμε μια ματιά σ’ αυτά τα απεχθή πρόσωπα του άφιλου Πρωθυπουργού.

Οι δανειστές στους οποίους και ως αντιπολίτευση, αλλά και τώρα ως κυβέρνηση, αναφέρεται απαξιωτικά ο κ. Τσίπρας, είναι, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο ΕSM (ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) και ο έξω-ευρωπαϊκός θεσμός του ΔΝΤ. Επί πλέον είναι και ευρωπαϊκά κράτη μέλη, χωριστά. 

Όλοι αυτοί, κυβερνήσεις και θεσμοί της ΕΕ, είναι κατά τον Τσίπρα μη φίλοι μας. Όλοι μας έχουν δανείσει, σε όλους χρωστάμε. Και στην Κύπρο. Και στην Ιταλία. Και στην Ισπανία. Και σε όλον τον… συμμαχικό μας Νότο. Όμως, κατά τον Πρωθυπουργό, έχουν «άλλη αντίληψη αυτοί» για το πώς πρέπει να αναδομήσουμε τη κοινωνία μας, και ως εκ τούτου δεν έχουν και δικαίωμα να νοιάζονται για το εάν και πως θα πάρουν πίσω τα όσα μας δάνεισαν.

Από αυτήν την αφετηρία, όμως,  ξεκινούν όλες οι πολιτικές στρεβλώσεις της κυβέρνησης, αλλά και του προσώπου που κρατά στα χέρια τα ηνία της. Κι εδώ αναφύονται ένα-ένα, όλα τα προβλήματα που οδηγούν την πορεία της οικονομικής μας κρίσης σε ένα απόλυτο αδιέξοδο.

Όταν βλέπεις τους φίλους ως εχθρούς, δεν έχεις τύχη. Έχεις τερματίσει. Κάπου στις ακτές της Καραϊβικής, στη Λατινική Αμερική. Ας πούμε…