Στιγμιότυπο από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, τη Δευτέρα 31/10. Διακρίνονται από αριστερά οι Δημήτρης Κρεμαστινός, Ανδρέας Λοβέρδος (Δημοκρατική Συμπαράταξη) και ο Σπύρος Δανέλλης (Ποτάμι). | Nikos Libertas / SOOC
Απόψεις

Το ΕΣΡ και ο δεξιός λαϊκισμός

Δημοκρατική Συμπαράταξη και Ποτάμι δέχονται κριτική για τη συναινετική στάση που κρατούν ώστε να συγκροτηθεί το ΕΣΡ. Από πού κι ως πού η συμφωνία είναι σύρσιμο πίσω από τον Νίκο Παππά; Κι από πού ως πού οτιδήποτε πράττει ή λέγει οποιοδήποτε κόμμα πλην ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ αξιολογείται αναλόγως προς τα πού κλίνει;
Μιχάλης Μιχαήλ

Φαίνεται πώς ορισμένες παθογένειες στη πολιτική ζωή της χώρας είναι ανίατες ή δύσκολα ιάσιμες. Και όσα κι αν περνάμε σαν χώρα και κοινωνία με τη κρίση επτά χρόνια τώρα, βασικές νοοτροπίες στις κομματικές αντιλήψεις και την πολιτική πρακτική δύσκολα αλλάζουν. Η πικρή αυτή διαπίστωση επαναλαμβάνεται με αφορμή την αιχμηρή κριτική που δέχονται τόσο η Δημοκρατική Συμπαράταξη όσο και το Ποτάμι για τη συναινετική στάση που κρατούν για να συγκροτηθεί το ΕΣΡ και να ομαλοποιηθεί επιτέλους η κατάσταση στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο.

Αφορά συγκεκριμένα στο γιατί τα δυο κόμματα της ευρύτερης Κεντροαριστεράς ψήφισαν υπέρ της τροποποιημένης πρότασης του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση, ο οποίος μάλιστα έκανε δεκτή πρόταση του Ανδρέα Λοβέρδου για τη συγκρότηση του ΕΣΡ!

Η κριτική αυτή προέρχεται κατά κύριο λόγο από παράγοντες και σχολιαστές του χώρου της Κεντροδεξιάς και αποδίδει τη στάση των δυο κομμάτων σε «παρωχημένα συμπλέγματα περί Κεντροαριστεράς και “αντι-δεξιά” σύνδρομα». Παρουσιάζει τα δυο κόμματα περίπου ως «αφελή» καθώς λέει ότι «έπεσαν στην παγίδα του ΣΥΡΙΖΑ» και δεν στηρίζουν τη σκληρή γραμμή της ΝΔ που συμπυκνώνεται στο δόγμα: «Πρωτεύον ζήτημα είναι να πέσει ο Τσίπρας, να γίνουν εκλογές και να κυβερνήσει η ΝΔ. Όλα τ΄ άλλα έπονται».

Η λογική αυτή είναι άτοπη και θαρρώ επικίνδυνη. Γιατί τελικά δεν διαφέρει καθόλου από τη λογική της ηγετικής ομάδας του Μαξίμου και του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία: «Οποιος δεν είναι μαζί μας είναι απέναντί μας, ακόμη κι αν δεν είναι με τους αντιπάλους μας». Με την ισοπεδωτική λογική της ενοχοποίησης των πάντων. Ενισχύει υπό το άγχος της ανάδειξης στην εξουσία τη διχαστική εξίσωση του άσπρου = ΝΔ, μαύρου=ΣΥΡΙΖΑ. Ακριβώς δηλαδή ότι έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2014!

Λαϊκισμός! Με αφορμή το ΕΣΡ οφείλουμε να συνεννοηθούμε και στον ευρύτερο χώρο της αντιπολίτευσης. Η αντιπολίτευση στον ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι σκληρή γιατί αυτή η κυβέρνηση έχει αποτύχει σε όλα τα σοβαρά θέματα. Δεν μπορεί όμως να είναι μια αντιπολίτευση ψυχωτική, με όρους κομματικού μίσους και χωρίς συναίσθηση ευθύνης για τη χώρα. Αν κάποιοι νομίζουν ότι η αντιπολίτευση της ΝΔ -που σε λίγο αρχίζει να μοιάζει με τον προεκλογικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ- ωφελεί τη χώρα κάνουν κατά την ταπεινή μου άποψη λάθος. Θα είναι οι αυριανοί «κοψοχέρηδες» σαν μερικούς που πρόσφατα «δοκίμασαν» ΣΥΡΙΖΑ και τώρα κλαίνε…

Μεταρρυθμιστικός λόγος άλλωστε χωρίς συναινετικές πράξεις είναι σαν αυγολέμονο χωρίς αυγό. Για να το διατυπώσω πιο πολιτικά. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε σε μια αντιπολίτευση που θυμίζει φοιτητικό αριστερισμό, επειδή αυτή πέτυχε σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Από αυτή την άποψη είναι απολύτως ορθοί όλοι οι σχετικοί χειρισμοί της Δημοκρατικής Συμπαράταξης αλλά και του Ποταμιού που ανέδειξε μάλιστα και ως υποψήφιο τον ακαδημαϊκό και πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Μιχάλη Σταθόπουλο ως προτεινόμενο για την προεδρία του ΕΣΡ. Τι καλύτερο;

Επειδή ορισμένοι στη ΝΔ και γενικότερα στην ευρύτερη Δεξιά δεν κρατιούνται και θέλουν να πάρουν το γρηγορότερο το μαγαζί (την εξουσία) για να κυβερνήσουν, αφού «τα παιδιά του ΣΥΡΙΖΑ δεν ξέρουν και τα κάνουν μπάχαλο» όπως λένε, ελλοχεύει ο κίνδυνος να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο η κατάσταση· περισσότερο και απ’ όσο το έχει καταφέρει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με την ανερμάτιστη πολιτική που ασκεί.

Είναι πασιφανές ότι η απαίτηση για συναίνεση και συνεννόηση είναι όχι μόνο είναι απαραίτητη αλλά ζωογόνος ανάγκη για τη χώρα. Οι μεταρρυθμίσεις τις οποίες ευαγγελίζεται η ΝΔ χρειάζονται ακριβώς αυτήν την συναίνεση και συνεννόηση. Μεταρρυθμίσεις χωρίς αυτά τα δύο στοιχεία δεν γίνονται. Το απέδειξε περίτρανα η ψήφιση του νόμου Διαμαντοπούλου το καλοκαίρι του 2011. Αρα το να επικρίνουν όσους κάνουν πράξη τη συνεννόηση αναδεικνύουν τη βαθύτερη αντίληψή τους. Δεν την πιστεύουν. Και υπάρχουν τέτοιες δυνάμεις στο δεξιό στρατόπεδο.

Η στάση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του Ποταμιού καθορίστηκε από την εμφανή κι έμπρακτη υποχώρηση της κυβέρνησης για το ΕΣΡ αποδεχόμενη τη συνταγματική απαίτηση για ευρεία συμφωνία. Κι όταν υποχωρεί η κυβέρνηση τι θα πρέπει να κάνουν η Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι; Να μην πιέσουν αυτή η υποχώρηση να ολοκληρωθεί;

Προφανώς όσοι ασκούν την εν λόγω κριτική θα προτιμούν να συμπλεύσουν με τη ΝΔ. Μόνο που τότε αναιρείται ένας βασικός δημοκρατικός κανόνας της διακριτότητας των κομμάτων.

Καθαρές κουβέντες: Ο ΣΥΡΙΖΑ τα έχει κάνει μαντάρα και με τις τηλεοπτικές άδειες και γενικώς. Αλλά αν πάει να τα μαζέψει –και στο θέμα του ΕΣΡ πάει να τα μαζέψει– πρέπει να υποστηριχθεί κι όχι να καταγγελθεί. Έτσι μάθαμε κάποιοι ( λίγοι) παλιοί κεντροαριστεροί. Να το εννοούμε όταν λέμε ότι η χώρα χρειάζεται συνεννόηση και συναίνεση και να μην το χρησιμοποιούμε βερμπαλιστικά, ως σύνθημα κενό περιεχομένου.

Υπάρχει σήμερα ευκαιρία για να συγκροτηθεί το ΕΣΡ και να ρυθμιστεί συναινετικά το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο κι αυτή η ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί. Ανεξαρτήτως εάν αυτό βολεύει το ΣΥΡΙΖΑ ή τη Νέα Δημοκρατία. Τελεία.

Συγγνώμη, πόθεν προκύπτει και πόθεν συνάγεται ότι η στάση των δυο κομμάτων υπαγορεύτηκε από την ανάγκη να διαφοροποιηθούν από τη ΝΔ; Και ότι «θα μπορούσαν να βρουν κάτι άλλο»; Δηλαδή η εκπλήρωση της συνταγματικής επιταγής για συγκρότηση του ΕΣΡ είναι άνευ σημασίας θέμα;

Τελικά, θέλουμε να συγκροτηθεί το ΕΣΡ και να επιχειρηθεί από αυτό η ρύθμιση του τηλεοπτικού τοπίου ή μήπως προτιμάμε να μείνουν τα πράγματα ως έχουν μέχρι τις εκλογές ώστε να τα «ρυθμίσει» η ΝΔ;

Από πού κι ως πού η συμφωνία για τη συγκρότηση του ΕΣΡ είναι σύρσιμο πίσω από τον Παππά; Κι από πού ως πού οτιδήποτε πράττει ή λέγει οποιοδήποτε κόμμα πλην ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ αξιολογείται αναλόγως προς τα πού κλίνει; Αν είναι έτσι, να τα καταργήσουμε κι εντελώς και να κρατήσουμε τους «δυο μονομάχους»…