H θέση της ελληνικής αντιπροσωπείας στο τελευταίο Eurogroup. Θα χρειαστούν ακόμα πολλά κρουασάν... | Alexandros Michailidis / SOOC
Απόψεις

Αξιολόγηση ή αλλιώς ο Σίσυφος της ελληνικής κρίσης

Οι Θεσμοί επιστρέφουν, αλλά τίποτε δεν προδικάζει επιτάχυνση των διαδικασιών ολοκλήρωσης της αξιολόγησης. Οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν για εβδομάδες, καθώς, το χρονικό ορόσημο των ολλανδικών εκλογών θα σπρώξει το χρόνο μετά το Μάρτιο, ενώ ακόμα εκκρεμεί η συμμετοχή του ΔΝΤ
Γιάννης Μαστρογεωργίου

Έγινε ένα βήμα, αλλά για να κλείσει η αξιολόγηση χρειάζονται ακόμα άλματα. Κυρίως εκ μέρους της ελληνικής πλευράς. Η κυβέρνηση διένειμε ένα non paper οργουελικού περιεχομένου που συνοδεύτηκε από διθυραμβικές δηλώσεις υπουργών, ισχυριζόμενη ότι και πρόοδο έχει κάνει και κόκκινες γραμμές διατηρεί και τη διαπραγμάτευση συνεχίζει…

Η απόφαση του Eurogroup είναι μία ετεροχρονισμένη απόφαση. Είναι κάτι που θα μπορούσε και θα έπρεπε να έχει αποφασιστεί μήνες πριν!

Η κυβέρνηση είχε τη δυνατότητα και την ευχέρεια μετά τον τελευταίο ανασχηματισμό να κλείσει την αξιολόγηση, που αφορά μεταρρυθμίσεις και παρεμβάσεις που η ίδια έχει συμφωνήσει από τον Αύγουστο 2015.

Χάθηκαν, όμως, άσκοπα αρκετοί μήνες… χάθηκε χρόνος κρίσιμος προκειμένου να κερδηθεί πολιτικός χρόνος χρήσιμος, αλλά εθνικά επιζήμιος.

Αυτό που δεν αποσαφηνίζει η κυβέρνηση είναι ότι τα προνομοθετημένα μέτρα θα εφαρμοστούν για το διάστημα μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018, ενώ τα «αντισταθμιστικά μέτρα» θα εφαρμοστούν, εφόσον επιβεβαιωθεί ο δημοσιονομικός στόχος, άρα ένα χρόνο αργότερα. Δηλαδή, οι ψηφισμένες από φέτος περικοπές στο αφορολόγητο και στις συντάξεις θα ενεργοποιηθούν άμεσα το 2019 εάν φανεί πως ο στόχος για τα πλεονάσματα δεν πιάνεται. Ενώ, εάν το 2019 επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% τα «αντισταθμιστικά μέτρα» θα ισχύσουν από τον Απρίλιο του 2020, όταν η Eurostat επικυρώσει το αποτέλεσμα.

Και ποια είναι αυτά τα «αντισταθμιστικά» μέτρα;

Μπορεί η κυβέρνηση με το non paper μετά το Eurogroup, να ισχυρίζονταν ότι δέχθηκε να νομοθετήσει «μεταρρυθμίσεις» οι οποίες θα εφαρμοστούν από τον Ιανουάριο του 2019 «με τον όρο ότι η δημοσιονομική επίπτωση θα είναι ουδέτερη», ο επικεφαλής, όμως, του Eurogroup είπε κάτι διαφορετικό.

Είπε, ότι θα επιστρέψουν στην Αθήνα τα κλιμάκια για να οριστικοποιηθούν «οι βαθιές μεταρρυθμίσεις που πρέπει να νομοθετήσει η ελληνική κυβέρνηση στις συντάξεις, στο φορολογικό και στους κανόνες στην αγορά εργασίας» και αν από αυτές προκύψει στο μέλλον κάποιο δημοσιονομικό κενό (προφανώς θετικό), τότε η κυβέρνηση θα μπορεί να το χρησιμοποιήσει για να προχωρήσει σε μέτρα ενίσχυσης της ανάπτυξης. «Δεν είναι δικά μου αυτά τα λόγια, το «ούτε 1 ευρώ νέα μέτρα», είπε χαρακτηριστικά. Αντίθετα, όπως δήλωσε, «δεν μπορώ να υποσχεθώ το τέλος της λιτότητας».

Σε κάθε περίπτωση πρέπει να περιγράψουμε αντικειμενικά την κατάσταση όπως διαμορφώνεται σήμερα.

Οι Θεσμοί επιστρέφουν, αλλά τίποτε δεν προδικάζει επιτάχυνση των διαδικασιών ολοκλήρωσης της αξιολόγησης. Οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν για εβδομάδες, καθώς, το χρονικό ορόσημο των Ολλανδικών εκλογών θα σπρώξει το χρόνο μετά το Μάρτιο, ενώ ακόμα εκκρεμεί η συμμετοχή του ΔΝΤ, κάτι που θα φανεί εν πολλοίς στη συνάντηση Μέρκελ – Λαγκάρντ.

Όμως, επειδή είναι αδύνατο να συμμετάσχει με νέα κεφάλαια το ΔΝΤ και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους μετατίθενται για το μέλλον, είναι προφανές ότι δεν τίθεται θέμα ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης ακόμα.

Το ΔΝΤ δεν μπορεί να συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο τρίτο πρόγραμμα όχι μόνο γιατί το ελληνικό χρέος είναι εξαιρετικά μη βιώσιμο και γιατί διαπιστώνει εδώ και μήνες ότι το ελληνικό πρόγραμμα δεν βγαίνει αλλά και γιατί αρχίζει να ανησυχεί για το 2018 που θα τελειώσει.

Το ΔΝΤ έχει χορηγήσει 17 δισ. ευρώ δάνεια στην Ελλάδα με τα προηγούμενα Mνημόνια. Για να χρηματοδοτήσει το τρίτο Mνημόνιο χρειάζεται θετική έκθεση βιωσιμότητας για το χρέος.

Όμως, στο ΔΝΤ καταγράφεται και ένας άλλος προβληματισμός. Σε 16 μήνες ολοκληρώνεται το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα.

Tο ερώτημα για την Ελλάδα δεν είναι μόνο το θέμα του χρέους ή των πρωτογενών πλεονασμάτων, αλλά ποιο είναι το σχέδιο για μετά τον Ιούνιο του 2018 οπότε και λήγει το τρίτο Μνημόνιο. Και σε αυτό το σχέδιο η Ελλάδα είναι απούσα, καθώς δεν έχει καν παρουσιάσει ακόμα το δικό της Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα

Η Ελλάδα χωρίς τη χρηματοδοτική ασφάλεια των Μνημονίων θα πρέπει να αντλήσει κεφάλαια κυρίως από τις αγορές, θα μπορέσει όμως, να επιβιώσει στις πιέσεις των αγορών; Δύσκολο. Αυτό που χρειάζεται, άρα, είναι ένα ολοκληρωμένο σχέδιο εξόδου στις αγορές, που θα μετατρέψει την αβέβαιη επιθυμία σε πιθανή βεβαιότητα την έξοδο από το Μνημόνιο το 2018.

Κατά το πιθανότερο σενάριο, αν δεν ολοκληρώσει η χώρα σύντομα όλες τις αξιολογήσεις και δεν δοκιμάσει έξοδο στις αγορές το Β’ εξάμηνο του 2017, τότε θα οδηγηθεί σε ένα 4ο Μνημόνιο που θα σημαίνει ότι στο μεν καλό σενάριο θα χρησιμοποιηθούν τα χρήματα που φαίνεται να περισσεύουν από το 3ο.

Στο δε χειρότερο, ίσως να απαιτηθούν επιπλέον χρήματα από τον ESM με παράλληλη έξοδο στις αγορές και με άγνωστα ακόμα επιτόκια. Θα υπάρξει, δηλαδή, ένας συνδυασμός μέτρων – και συγκεκριμένα ένα 4ο Μνημόνιο – με επισφαλή έξοδο στις αγορές.

Μεσοπρόθεσμο ALERT

Σε αυτό το πλαίσιο το ερώτημα για την Ελλάδα δεν είναι μόνο το θέμα του χρέους ή των πρωτογενών πλεονασμάτων, αλλά ποιο είναι το σχέδιο για μετά τον Ιούνιο του 2018 οπότε και λήγει το τρίτο Μνημόνιο. Και σε αυτό το σχέδιο η Ελλάδα είναι απούσα, καθώς δεν έχει καν παρουσιάσει ακόμα το δικό της Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, η κατάθεση του οποίου θα έπρεπε να είχε γίνει από το Μάιο του 2016 και έκτοτε χάθηκε μέσα στην αέναη αξιολόγηση…

Χωρίς σχέδιο και πυξίδα, η οικονομία θα βυθίζεται, η κοινωνία θα φτωχοποιείται και πιθανόν κάποιοι να ετοιμάζονται να ανέβουν στο βουβό κύμα της Δραχμής, τον εφιάλτη της οποίας το ΔΙΚΤΥΟ έχει πρώτο παρουσιάσει εδώ και καιρό σε μελέτη του.

Ως εκ τούτου, τον Απρίλιο του 2017 αναμένονται τα πιο σημαντικά για το ελληνικό πρόγραμμα, καθώς η κυβέρνηση θα μας έχει δείξει τις ακριβείς προθέσεις της, το ΔΝΤ θα επανεξετάσει το ελληνικό ζήτημα και θα αξιολογήσει εκ νέου τα οικονομικά δεδομένα και θα αποφασίσει τη στάση του με την έκθεση βιωσιμότητας DSA του ελληνικού χρέους.


* O Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι Διευθυντής του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη