Η Ελλάδα υποχωρεί ίσως στον σημαντικότερο δείκτη: την τεχνολογική ετοιμότητα | Shutterstock
Αναγνώστες

Το αυξανόμενο τεχνολογικό χάσμα: σημαντικότερο και από την ίδια την κρίση

Στην χώρα μας υπάρχει ακόμη αντίσταση στην ιδέα ότι οι πελάτες μπορεί να έχουν την δυνατότητα να βαθμολογούν τις υπηρεσίες ταξί που τους παρέχονται. Τέτοιες αντιδράσεις οδηγούν σε πολιτικές που σχετίζονται με την απαγόρευση  της λειτουργίας τεχνολογικά προηγμένων λύσεων που ανατρέπουν το status quo
Tο δικό σας Protagon

Η τεχνολογία αλλάζει ολοένα και περισσότερο την καθημερινότητα μας και είναι σημαντικός παράγοντας για την δυναμική μιας οικονομίας. H πρόσφατη ετήσια έρευνα του IMD κατατάσσει τις χώρες με βάση την ψηφιακή τους ανταγωνιστικότητα και επισημαίνει την άμεση σύνδεση του συγκεκριμένου δείκτη με την συνολική ανταγωνιστικότητα μιας χώρας. Στην συγκεκριμένη έρευνα, βλέπουμε δυστυχώς την χώρα μας να πέφτει από την 44η θέση το 2013 στην 50η το 2017. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η διαφορά είναι μικρή αλλά θα πρέπει να παρατηρήσει ότι μέσα στο ίδιο διάστημα η γειτονική Βουλγαρία ανέβηκε από την 55η θέση το 2013 στην 45η το 2017. Το ανησυχητικό είναι ότι στο διάστημα αυτό η Ελλάδα έπεσε από την 41η θέση στην 51η θέση όσο αναφορά τον επιμέρους δείκτη της σχετικής γνώσης που αποτυπώνει τις ικανότητες του ανθρώπινου δυναμικού, όπως εκπαίδευση, επένδυση και παραγωγή γνώσης για την ψηφιακή μεταρρύθμιση της οικονομίας. Στο ίδιο διάστημα η γείτονα χώρα έκανε άλμα από την 55η θέση στην 41η. Αυτή η σύγκριση θα πρέπει να μας βοηθήσει να καταλάβουμε ότι παρόλο που νιώθουμε ότι η τεχνολογία έχει επιφέρει αλλαγές στην ζωή μας, οι αλλαγές αυτές είναι πολύ πιο γρήγορες και σημαντικές σε άλλες χώρες που πολλές φορές άδικα μπορεί και να υποτιμούμε.

Η Ελλάδα της κρίσης υποχωρεί ίσως στον σημαντικότερο δείκτη που θα μπορούσε να την οδηγήσει σε ριζική αλλαγή και αναδόμηση της οικονομίας της: την τεχνολογική ετοιμότητα και τεχνογνωσία. Στην αγορά αυτό είναι φανερό με πολλαπλούς τρόπους. Από την μια, το να βρει στελέχη που να έχουν τις κατάλληλες γνώσεις και εμπειρίες (π.χ. προγραμματιστές), δεν είναι όσο εύκολο ήταν πριν από μερικά χρόνια – ακούει συχνά κανείς ότι πολλοί έχουν μεταναστεύσει ή, και αν δεν έχουν μεταναστεύσει, βρίσκονται στην Ελλάδα αλλά εργάζονται για εταιρίες του εξωτερικού. Από την άλλη, εταιρίες που αλλάζουν ριζικά στο πώς λειτουργούν οι νέες οικονομίες δεν έχουν το ίδιο επίπεδο παρουσίας. Για παράδειγμα, στις περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες, εταιρίες όπως η Amazon έχουν ανατρέψει το τρόπο λειτουργίας της αγοράς και έχουν δημιουργήσει καινούργια επιχειρηματικά μοντέλα. Πολίτες σε αυτές τις χώρες έχουν μειώσει σημαντικά τις αγορές τους από τα καταστήματα και η πρώτη τους σκέψη είναι η αγορά μέσω ίντερνετ. Σε πολλές πόλεις η παραγγελία σου από την Amazon παραδίδεται όχι μόνο την ίδια μέρα, αλλά και μέσα σε μια ώρα.

Πέρα από την ευκολία και την εξοικονόμηση χρόνου, ο πολίτης σε αυτές τις χώρες αντιλαμβάνεται ότι το παλιό μοντέλο λιανικής με φυσικά καταστήματα πεθαίνει. Ενώ η Uber έχει προβλήματα και σε άλλες χώρες, ο ανταγωνισμός στον συγκεκριμένο τομέα έχει ανατρέψει τα δεδομένα και απλές τοπικές εταιρίες ταξί στο εξωτερικό, έχουν τις δικές τους εφαρμογές (applications) παρέχοντας αντίστοιχες υπηρεσίες. Στην χώρα μας υπάρχει ακόμη αντίσταση στην ιδέα ότι οι πελάτες μπορεί να έχουν την δυνατότητα να βαθμολογούν τις υπηρεσίες ταξί που τους παρέχονται. Τέτοιες αντιδράσεις οδηγούν σε πολιτικές που σχετίζονται με την απαγόρευση  της λειτουργίας τεχνολογικά προηγμένων λύσεων που ανατρέπουν το status quo.

Με την έλλειψη αντίστοιχων εμπειριών που θέτουν την τεχνολογία πολύ πιο ενεργά στην καθημερινότητα, ο νέος επιχειρηματίας στην χώρα μας μπορεί να μην αντιλαμβάνεται εύκολα το πώς λειτουργούν άλλες σημαντικές αγορές. Έτσι μειώνονται οι πιθανότητες για την δημιουργία νέων επιχειρηματικών μοντέλων με διεθνή απήχηση. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν χρειαζόμαστε άλλον ένα φούρνο ή σουβλακερί και ότι ο κόσμος γύρω μας αλλάζει γρήγορα. Ο ξένος επενδυτής που δεν αναζητά τον ήλιο και την θάλασσα, γιατί να επενδύσει σε μια χώρα που τεχνολογικά υποχωρεί σε σχέση με άλλες; Αν κανείς προσθέσει και το δυσανάλογο κόστος εργασίας (λόγω υπέρογκων εισφορών), πιο είναι το πλεονέκτημα που προσφέρουμε για την προσέλκυση κεφαλαίων; Ενώ ένα σημαντικό μέρος του τεχνολογικά καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού μας έχει φύγει, ολοένα περισσότεροι νέοι, βλέπουν το εξωτερικό σαν αυτονόητο βήμα για το ξεκίνημα της καριέρας τους. Αν η έρευνα και καινοτομία με σκοπό την δημιουργία προστιθέμενης αξίας δεν περάσει ουσιαστικά στην αντίληψη όλων, πολύ φοβάμαι ότι το τεχνολογικό κενό της χώρας θα μεγαλώνει και μαζί του θα απομακρύνεται κάθε πιθανότητα για ουσιαστική ανάπτυξη.

Οι ολοένα χαμηλότεροι μισθοί που ανακοινώνονται και πολύ συχνά συγκρίνουμε με τους μισθούς σε γειτονικές μας χώρες είναι πολύ απλά αποτέλεσμα της χαμηλής μας ανταγωνιστικότητας, που παρεμπίπτοντος είναι 8 θέσεις χαμηλότερη από αυτή της Βουλγαρίας στην παγκόσμια κατάταξη σύμφωνα με την έκθεση ανταγωνιστικότητας του IMD (Ελλάδα 57η θέση, Βουλγαρία 49η). Ευτυχώς, υπάρχουν και λαμπροί κομήτες όπως εταιρίες σαν την Innoetics και την Taxi Beat, που η εξαγορά τους μας θυμίζει ότι είμαστε ικανοί για την ανάπτυξη νέων εγχειρημάτων που βασίζονται σε νέες τεχνολογίες. Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα οικονομικό περιβάλλον που θα μπορεί να δημιουργεί και να κερδίζει από αστέρια που θα θέλουν να παραμείνουν στο γαλάζιο ελληνικό ουρανό που αυτήν την στιγμή παραμένει συννεφιασμένος.


* O Bασίλης Θεοχαράκης είναι καθηγητής Marketing & Επιχειρηματικότητας/Διευθυντής Προγραμμάτων ΜΒΑ & Executive στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ στο Ηνωμένο Βασίλειο