Πλάνο από δρόμο της Θεσσαλονίκης | Konstantinos Tsakalidis / SOOC
Αναγνώστες

Αναμνήσεις από τη χώρα των ηττημένων (3ο μέρος)

Ο Μάιος της πρωτομαγιάς και του πρωτοκαλόκαιρου, κατέληξε ακριβώς εκεί από όπου ξεκίνησε: σε μια ανέξοδη και αχρείαστη απεργία, που μαζί με τα επεισόδια, την ταλαιπωρία και τον πρώιμα απειλητικό ήλιο, χαλάρωσαν τις πεποιθήσεις και τις προσδοκίες, μιας χώρας που συνήθισε προ πολλού να ηττάται
Tο δικό σας Protagon

Εδώ και χρόνια, αλλά ειδικά φέτος λίγο πριν την αβέβαιη έξοδο από την οκταετή επιτήρηση και πλησιάζοντας στο τέλος μιας απογοητευτικής πρώτης «αριστερής» τετραετίας τα κατακόκκινα φλογερά γαρύφαλλα που άλλοτε στόλιζαν το πέτο του ηγετικού στελέχους της αριστεράς λίγο πριν την εκτέλεση του τον Μάρτιο του 1952, δεν έχουν πια κανένα φόβο μήπως κοπούν βίαια για να μετατραπούν στο ευκαιριακό επαναστατικό σύμβολο των μονίμως αργόμισθων αγωνιστών, των διορισμένων από τα κομματικά γραφεία και των μαχητικών συνδικαλιστών της πλατείας Κολωνακίου. Τα γαρύφαλλα αφού γλίτωσαν από τον ανελέητο λουλουδοπόλεμο στα «νυχτερινά πολιτιστικά κέντρα» που λόγω κρίσης έχουν μειωθεί αντιστρόφως ανάλογα με την έτσι κι αλλιώς επαρχιώτικη αισθητική νεοπλουτισμού και μεγαλομανίας τους, κι από τις λιγοστές και άνευρες συγκεντρώσεις των κατακερματισμένων σωματείων, μένουν  να μαραίνονται στα παγωμένα και δύσοσμα νερά των πλαστικών ανθοδοχείων στα ψυγεία των πρόχειρων ανθοπωλείων έξω από τα νεκροταφεία.

Η 1η Μαΐου περνά πια χωρίς κανείς να αισθάνεται στις φλέβες του το παλλόμενο πάθος του αγώνα, της διεκδίκησης, της πάλης. Σιωπηλοί λιγοστοί διαδηλωτές, σκυφτοί πρώην ιδεολόγοι του Πολυτεχνείου όχι με τον φόβο της καταδίωξης, αλλά με την ντροπή του συμβιβασμού να βαραίνει το βήμα και τη συνείδησή τους, δηλωσίες του 21ου αιώνα και αρνητές μιας αυταπάτης, μαζεμένοι σε πλατείες, ανάμεσα σε μετανάστες, αστέγους και εξαθλιωμένους των έρημων, ημιθανών πόλεων.

Ευτυχώς την κατάσταση διέσωσε έστω και προσωρινά η επίσημη επίσκεψη του διαδόχου του βρετανικού θρόνου. Το αυστηρό πρωτόκολλο γρήγορα  εγκαταλείφθηκε  όχι όμως και τα δημοσιογραφικά κλισέ που ήθελαν το υψηλό ζεύγος «να περπατά στην Ερμού, ανάμεσα στον κόσμο, να πίνει τον εθνικό μας πια φρέντο (sic) χωρίς καλαμάκι και γενικά να συμπεριφέρεται όπως οι απλοί άνθρωποι». Ακολούθησαν σκηνές φολκλόρ του περασμένου αιώνα, μέτριας σκηνοθεσίας,  όπου ο μεσόκοπος διάδοχος θυμήθηκε τις ελληνικές ρίζες του κι έσυρε τον χορό, προς τέρψη του πλήθους που παραληρούσε και φούσκωνε από εθνική υπερηφάνεια, ξεχνώντας για λίγο την εθνική ταπείνωση και το όνειδος  της παραχώρησης ακόμη και αυτής της υποτιθέμενης εθνικής κυριαρχίας.

Τέλειωσε το διήμερο, μαζί και η φθαρμένη λάμψη του βρετανικού φλέγματος κι απόμειναν οι γνωστές ανούσιες μετριότητες των βαρύγδουπων κατά τα άλλα, θεατρικών διασκευών, των όπως όπως μεταφρασμένων πολυσέλιδων μυθιστορημάτων του τάδε ιάπωνα λογοτέχνη και του δείνα αμερικανού (φευ) φιλοσόφου ή ακόμη χειρότερα ποιητή. Στις λιγοστές αίθουσες τέχνης, εκθέσεις για δημόσιες σχέσεις, με καλεσμένο «όλον τον καλό κόσμο», άδειοι κινηματογράφοι σινεφίλ, γήπεδα και συλλαλητήρια με ξύλο, ματ και δακρυγόνα. Ξύλο στον τελικό Κυπέλλου, ενός πρωταθλήματος 4ης κατηγορίας  και μηδαμινής ποιότητας,  ξύλο και στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης.

Ανατρίχιασαν τα κόμματα, ενώ ο εν γένει πολιτικός κόσμος έμεινε πάλι άναυδος και φυσικά καταδίκασε την βία «από όπου κι αν προέρχεται» στα τηλεοπτικά παράθυρα γνωστού ενημερωτικού τηλεοπτικού πρωινού που επιμένει εδώ και δεκαετίες να καλημερίζει την ξενυχτισμένη Ελλάδα, λησμονώντας σκοπίμως ότι και μόνον αυτή η στερεότυπη μονότονη διατύπωση είναι μια μορφή ψυχολογικής κακοποίησης.

Στα ίδια παράθυρα, οδυρμοί, απειλές, κατηγορίες και για το θέμα της ονομασίας της FYROM, που φυσικά θα παραμείνει εν τέλει άλυτο, γιατί κανείς δεν επιθυμεί ούτε και θέλει το αντίθετο. Το «Δημοκρατία του Ίλιντεν», εκτός του ότι μας ανάγκασε να ανατρέξουμε έντρομοι σε μηχανές αναζήτησης ή σε πρόχειρες εγκυκλοπαίδειες , προσπαθώντας να κρύψουμε την προφανή άγνοια μας, τέθηκε μόνο για να καταπέσει και να αποσυρθεί γρήγορα ώστε αυτός ο διαφαινόμενος συμβιβασμός να περάσει αν όχι ως εθνική επιτυχία, τουλάχιστον ως ιστορική ευκαιρία επίλυσης ενός θέματος που η αλήθεια είναι, ότι μας απασχολεί  εδώ και δεκαετίες.

Ο Μάιος της πρωτομαγιάς και του πρωτοκαλόκαιρου, κατέληξε ακριβώς εκεί από όπου ξεκίνησε: σε μια ανέξοδη και αχρείαστη απεργία, που μαζί με τα επεισόδια, την ταλαιπωρία την ευπρόσδεκτη απουσία των βαρετών δημοσιογραφικών εκπομπών και τον πρώιμα απειλητικό ήλιο, χαλάρωσαν τις πεποιθήσεις και τις προσδοκίες, μιας χώρας που συνήθισε προ πολλού να ηττάται. Έμειναν μόνο τα γαρύφαλλα να σαπίζουν στα νεκροταφεία και τα κενοτάφια. Όσα βέβαια δεν αντικαταστάθηκαν ακόμη από πλαστικές ή υφασμάτινες απομιμήσεις, μιας μάταιης ανάγκης  να ξεγελάσουμε τον χρόνο, να διατηρήσουμε όσο περισσότερο γίνεται την αυταπάτη της χαμένης διάρκειας.