510
|

«Μα να μην το μάθει ο κόσμος»

Avatar Λουκρητία 21 Σεπτεμβρίου 2014, 00:16

«Μα να μην το μάθει ο κόσμος»

Avatar Λουκρητία 21 Σεπτεμβρίου 2014, 00:16

Τον Ιούνιο του 2014, οι κάτοικοι της Φιλαδέλφειας έδωσαν μια μεγάλη υπόσχεση: να ακούν. Ακριβώς όπως το διαβάζετε. Στις 3 Ιουνίου γιόρτασαν το πρώτο #IWillListen στην πόλη τους και υποσχέθηκαν να ακούν τον συνάνθρωπό τους χωρίς να κρίνουν. Έναν χρόνο νωρίτερα, το ίδιο είχε συμβεί και στην Νέα Υόρκη. Η πρωτοβουλία έχει ως σκοπό την ευαισθητοποίηση του κοινού απέναντι σε όσους πάσχουν από ψυχικές νόσους, αλλά φοβούνται ή ντρέπονται να μιλήσουν για αυτές στο περιβάλλον τους, μα και σε ειδικούς. Η αναγκαιότητα της καμπάνιας προέκυψε από μια έρευνα για την Εθνική Συμμαχία για την Ψυχική Ασθένεια (National Alliance on Mental Illness – NAMI), η οποία έδειξε ότι το κοινωνικό στίγμα ήταν ο λόγος που κρατούσε τον κόσμο μακριά από τις δωρεάν υπηρεσίες της NAMI, πριν να είναι πολύ αργά.

Ας έρθουμε όμως στο τώρα, τρεις μηνές μετά, και στο εδώ, περνώντας τον Ατλαντικό. Η Γεωργία είναι μια 48χρονη διαζευγμένη μητέρα δυο αγοριών 12 και 13 ετών. Ζει στην επαρχία μαζί με άλλους 3.000 περίπου κατοίκους. Εργάζεται κανονικά, αν και με μειώσεις στον μισθό, αλλά δεν έχει πρόβλημα επιβίωσης. Τελευταία, έχει αλλάξει η ζωή της, χωρίς να καταλαβαίνει το γιατί. Δεν θέλει να πηγαίνει στη δουλειά της, καθώς την πιάνει -αυτό που λένε πολλοί- κρίση πανικού. Ιδρώνει, τραυλίζει, δεν μπορεί να αναπνεύσει, το σώμα δεν υπακούει, ενίοτε και το μυαλό. Στο σπίτι, έχει αφήσει το σχήμα του σώματός της στον καναπέ. Αδειάζει το κορμί της πάνω του, σαν σακί με πατάτες, κι όταν καταφέρνει να σηκωθεί, πηγαίνει στο κρεβάτι. Η σχέση με τα παιδιά είναι διεκπεραιωτική. Ένας στενός συγγενής τής πρότεινε να συμβουλευτεί έναν νευρολόγο-ψυχίατρο, που είναι γνωστός της οικογένειας. Η αντίδραση της Γεωργίας ήταν διστακτική, μα το ραντεβού κλείστηκε για Δευτέρα. Έκτοτε, οι αμφιβολίες και οι φοβίες της 48χρονης έχουν φουντώσει. «Σοβαρά θα πάμε; Κι αν μου δώσει φάρμακα; Δεν θέλω. Κι αν το μάθει κανείς; Όχι, δεν μπορώ, δεν θέλω. Και να λένε “α, κοίτα, αυτή παίρνει φάρμακα”; Πώς θα κυκλοφορώ; Άστο καλύτερα».

Την περίπτωση της Γεωργίας την έμαθα μόλις χθες. Δεν ξέρω αν τελικά θα πάει στο ραντεβού. Για εμάς, που είμαστε έξω από τη ζωή της, δεν έχει καμιά σημασία. Για την ίδια, όμως, έχει τεράστια, όπως και για κάθε έναν που αντιμετωπίζει παρόμοιες καταστάσεις, είτε ως πάσχων είτε ως περίγυρος πάσχοντα. Και σκέφτομαι πως έχουμε μεγάλη ανάγκη μια καμπάνια σαν αυτή του #IWillListen, από αρμόδιους φορείς και επαγγελματίες της ψυχικής υγείας. Ιδιαιτέρως στην επαρχία, στις μικρές κοινωνίες που όλοι (παρα)γνωρίζονται και η εξώπορτα δεν κρατάει κανένα μυστικό μέσα στο σπίτι. Η ντροπή δεν γιατρεύει την ψυχική νόσο. Αντιθέτως, τη γιγαντώνει, τη θεριεύει, μέχρι που καταπίνει τον άνθρωπο. Το να ζητήσει κάποιος βοήθεια για μια ψυχική ασθένεια από έναν ειδικό ή να πάρει μια φαρμακευτική αγωγή, δεν διαφέρει σε τίποτα από το να σπάσει κάποιος το πόδι του και να απευθυνθεί σε ορθοπεδικό. Ή μάλλον όχι, διαφέρει. Για το δεύτερο, δεν ντρέπεται κανείς και δεν επικρίνει κανείς. Ας ακούσουμε.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News