1798
Ενα από τα πορτρέτα του φωτογράφου Νικ Νάιτ για τη Λένα Κιτσοπούλου | Νικ Νάιτ

Πώς κολλάει η Λένα Κιτσοπούλου με τον Ωνάση;

Κατερίνα I. Ανέστη Κατερίνα I. Ανέστη 25 Δεκεμβρίου 2017, 00:20
Ενα από τα πορτρέτα του φωτογράφου Νικ Νάιτ για τη Λένα Κιτσοπούλου
|Νικ Νάιτ

Πώς κολλάει η Λένα Κιτσοπούλου με τον Ωνάση;

Κατερίνα I. Ανέστη Κατερίνα I. Ανέστη 25 Δεκεμβρίου 2017, 00:20

Μάλιστα. Τέσσερις σκιέρ δίνουν μια διάλεξη στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση για την Αντιγόνη. Γιατί ταυτίζονται μαζί της. Η νέα παράσταση της δημιουργού που όλοι αγαπούν να αποκαλούν προκλητική και πρωτοποριακή, της Λένας Κιτσοπούλου, το «Aντιγόνη – LonelyPlanet» έχει αίμα, πολύ αίμα, πάρα πολύ αίμα, μια μακρά, αναλυτική περιγραφή μιας έκτρωσης, έχει θιγμένους εγωισμούς, αναφορές στον Ωνάση, σαδιστικές συμπεριφορές, ένα βίντεο όπου η Αντιγόνη σέρνεται στα πατώματα της Στέγης και της φεύγουν κομμάτια από τα σπλάχνα, όπου ακόμη την κακοποιούν οι φύλακες της Στέγης πριν καταλήξει να ερωτοτροπεί με το νεκρό σώμα του αδελφού της.

Η Κιτσοπούλου μιλάει στο Protagon για σημεία-κλειδιά αυτής της παράστασης που μοιάζει να την οδηγεί σε μια νέα φόρμα, εξηγεί γιατί ζητά από το κοινό να μην χειροκροτήσει όταν εμφανίζεται λίγο πριν από το τέλος της παράστασης και περιγράφει τη συνεργασία της με τον επιδραστικό φωτογράφο Νικ Νάιτ.

Επιστρατεύετε σκιέρ για να μιλήσουν για την Αντιγόνη. Αλήθεια, κάνετε σκι;

Έκανα πολύ σκι όταν ήμουνα μικρή, μέχρι περίπου τα είκοσι. Έχω πολύ δυνατές εμπειρίες από το σκι. Ειδικά όταν οι πίστες είναι μεγάλες και έχεις πραγματικά την αίσθηση ότι είσαι στο πουθενά. Είναι σαν ναρκωτικό. Όλο αυτό το άσπρο γύρω σου δημιουργεί μία τρομερή ευεξία, νιώθεις ότι είσαι κάπου στα σύννεφα και έχεις τρομερή ενέργεια. Δεν ακούς τίποτα απολύτως παρά μόνο την ανάσα σου και τον ήχο που κάνουν τα πέδιλα πάνω στο χιόνι.

Η Λένα Κιτσοπούλου ζητά από το κοινό να μην χειροκροτήσει και να μην βγει από την αριστερή έξοδο λίγο πριν το τέλος της παράστασης. Στο βάθος η αιματοβαμμένη Αντιγόνη (Σοφία Κόκκαλη) μέσα στον διαφανή της τάφο (φωτό: Σταύρος Χαμπάκης)
Η Λένα Κιτσοπούλου ζητά από το κοινό να μην χειροκροτήσει και να μην βγει από την αριστερή έξοδο λίγο πριν το τέλος της παράστασης. Στο βάθος η αιματοβαμμένη Αντιγόνη (Σοφία Κόκκαλη) μέσα στον διαφανή της τάφο (φωτό: Σταύρος Χαμπάκης)

Ενσωματώνετε σε σημαντικό βαθμό τον χώρο και τους συμβολισμούς που φέρει μέσω της σύνδεσης με τον Αριστοτέλη Ωνάση στον οποίο υπάρχουν αναφορές. πώς λειτούργησε αυτό;

Μου αρέσει πολύ να χρησιμοποιώ το εδώ και  το τώρα. Ο,τι έργο κι αν είναι, δεν μπορώ να μην συμπεριλάβω τον πραγματικό χώρο. Οπως σε κάθε έργο μου κάποια στιγμή σπάει η οποιαδήποτε φόρμα και οι ρόλοι γίνονται οι ηθοποιοί που τους υποδύονται και απευθύνονται στο κοινό, έτσι συμβαίνει και με τον χώρο. Στο συγκεκριμένο δε έργο αυτό είναι ακόμα πιο άμεσο, με την έννοια ότι είναι μία διάλεξη η οποία έτσι κι αλλιώς λαμβάνει χώρα στην Στέγη. Δεν μπορώ να αποφύγω τους συνειρμούς που μου προκαλεί ο χώρος. Προς Θεού, δεν έχω σκοπό στο έργο να σχολιάσω τον Ωνάση, ή την ιστορία αυτή, και ούτε το κάνω, απλώς χρησιμοποιώ την αναπόφευκτη αυτή γνώση, τη δική μου και των θεατών, και μέσω της ηρωίδας, η οποία σέρνεται στα φουαγιέ του κτιρίου βαδίζοντας προς τον θάνατο, μιλάω για τις προσωπικές μου αγωνίες σε σχέση με αυτή την πορεία που όλοι μας έτσι κι αλλιώς έχουμε πάρει.

Η Αντιγόνη δεν είναι ηρωίδα. Είναι έφηβη. Αυτή η ερμηνεία σας κρύβει μια τρυφερότητα στη βάση της και μια αλήθεια που προφανώς έχουν ξεπεράσει κάποιοι για να μη μειώσουν την τραγικότητα. Πώς συνδεθήκατε με αυτή της τη διάσταση; Πώς ήσασταν ως έφηβη εσείς;

Πιστεύω ότι από την στιγμή που έχουμε υπάρξει κάτι, αυτό δεν φεύγει από μέσα μας. Είμαι έφηβη. Κουβαλάω αυτό το κομμάτι της εφηβείας, όπως κουβαλάω και τον παιδικό μου εαυτό. Έχουν απλώς στοιβαχτεί από πάνω κι άλλα πράγματα, διάφορα μπάζα και τσιμέντα, αλλά η παιδικότητα και η εφηβεία βρίσκονται πάνω μου. Ήμαστε όλοι και μωρά και παιδιά και έφηβοι, απλώς έχουμε υποστεί διάφορες πλαστικές επεμβάσεις. Ο ηρωισμός, πολλές φορές έχει να κάνει με την  ηλικία. Οι ήρωες στην ιστορία, αυτοί που δεν φοβήθηκαν τον θάνατο, αυτοί που έβαλαν το στήθος τους μπροστά, αυτοί που πολέμησαν πρώτη γραμμή, ήταν άνθρωποι νέοι. Πιο εύκολα θα κάνει μπάντζι τζάμπινγκ ένας έφηβος παρά εγώ. Σαν έφηβη ήμουνα πολύ τολμηρή, πολύ απόλυτη, έφερνα πολύ συχνά τον εαυτό μου στα όριά του.

Τέσσερις πρωταθλητές σκι δίνουν μια διάλεξη στη Στέγη για την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή (φωτό: Σταύρος Χαμπάκης)
Τέσσερις πρωταθλητές σκι δίνουν μια διάλεξη στη Στέγη για την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή (φωτό: Σταύρος Χαμπάκης)

Όταν είδα την παράσταση, πίσω μου κάθονταν δύο άντρες που στη στιγμή της περιγραφής της έκτρωσης είχαν λυθεί στα γέλια, παραμιλούσαν σχεδόν, τραντάζονταν ολόκληροι και μαζί τα καθίσματα δύο σειρών. Ήταν αδύνατο να ακούσουμε ακόμα και φράσεις της Σοφίας Κόκκαλη που μιλούσε για την έκτρωση. Με ξάφνιασε αυτή τους η αντίδραση. Πώς θα την σχολιάζατε;

Μία αντίδραση οργανική είναι και το ζητούμενο. Το μόνο ζητούμενο θα έλεγα στο θέατρο.Σίγουρα δεν επικοινωνώ με όλους και πολλές φορές με παραξενεύει να γελάνε οι άνθρωποι σε σημεία που εγώ δεν θα γέλαγα. Μπορεί όμως αυτό το γέλιο να προέρχεται από κάτι προηγούμενο που δεν εκτονώθηκε και να ξεσπάει ετεροχρονισμένα. Ποτέ δεν ξέρεις  ο άλλος τι σκέφτεται, με τι ταυτίζεται, τι κουβαλάει. Το καλύτερο είναι να είναι κανείς αφημένος και ανοιχτός στα ερεθίσματα, γιατί πολλές φορές οι άνθρωποι επηρεάζονται και ακολουθούν μόδες και γελάνε επιδεικτικά, όχι επειδή το θέλουν ακριβώς, μα απλώς για να δείξουν στους άλλους ότι καταλαβαίνουν περισσότερα, ή ότι είναι πολύ προχωρημένοι και δεν κωλώνουν να γελάσουν μέσα σε μία παράσταση.

Με ποια σημεία της παράστασης εσείς περισσότερο γελάσατε; Αλλά και συγκινηθήκατε;

Σίγουρα υπάρχει συγκίνηση, αλίμονο. Το χιούμορ είναι μία άμυνα στον πόνο. Και η τραγωδία πάντα συναντάει την κωμωδία. Συγκινούμαι πολύ με την ταινία. Όπως συγκινούμαι με την αφέλεια των τεσσάρων ομιλητών, οι οποίοι υποστηρίζουν με τόσο πάθος ώρες – ώρες τα πιο απλοϊκά πράγματα και τα πιο χαζά, θα έλεγα. Ο τελευταίος μονόλογος του Γιάννη Τσορτέκη είναι ένας κωμικός μονόλογος, ο οποίος προκύπτει μέσα από την τραγωδία του ήρωα. Αυτός βιώνει μία τραγική εμπειρία. Μεταβάλλεται σε ένα είδος φασίστα απέναντι στην κόρη του η οποία παρ’ όλο που έχει πατέρα πρωταθλητή του σκι, εκείνη θέλει να γίνει τενίστρια. Αυτός υποφέρει και ο κόσμος γελάει.

Σκηνή από το βίντεο όπου οι φύλακες της Στέγης "κακοποιούν" στο φουαγιέ την αιματοβαμμένη Αντιγόνη (φωτό: Σταύρος Χαμπάκης)
Σκηνή από το βίντεο όπου οι φύλακες της Στέγης “κακοποιούν” στο φουαγιέ την αιματοβαμμένη Αντιγόνη (φωτό: Σταύρος Χαμπάκης)

Τι πυροδότησε το τρολάρισμα για τη Στέγη; 

Πάνω απ’ όλα σε ό, τι κάνω τρολάρω τον εαυτό μου. Ποτέ δεν βρίσκομαι σε θέση υπεροπτική, γιατί δεν αισθάνομαι έτσι. Η Στέγη μου έχει δώσει στέγη και είμαι ευγνώμων, γιατί μπορώ με απόλυτη ελευθερία να κάνω την δουλειά μου. Η ίδια η Στέγη μου δίνει την δυνατότητα και το βήμα να έχω ελευθερία λόγου. Δεν τρολάρω ποτέ κανέναν, μιλάω για μία πραγματικότητα που βλέπω γύρω μου. Χρησιμοποιώ το περιβάλλον για να μιλήσω για μένα. Στο ταινιάκι, η Σοφία Κόκκαλη, λέει, καλύτερα να σέρνεσαι στην Στέγη παρά σε ένα δυάρι στο Παγκράτι, χωρίς θέρμανση. Αυτό δεν είναι τρολάρισμα. Είναι η απόλυτη αλήθεια. Καλύτερα είναι να σέρνεσαι σε ένα ζεστό και καθαρό πάτωμα, παρά σε ένα κρύο μωσαϊκό. Είναι απόλυτος ρεαλισμός. Εκφράζοντάς τον όμως, θέλω να πιστεύω ότι μπαίνει στον θεατή και μία τρίτη σκέψη. Είναι τελικά καλύτερα; Ή, μήπως άμα φτάσεις στο σημείο να σέρνεσαι στα πατώματα, είναι κάπου αλλού το θέμα και όχι στην ποιότητα του πατώματος; Πολλές φορές έχω σκεφτεί, ότι άμα βίωνες μία στενοχώρια είναι καλύτερο να έχεις μία οικονομική άνεση και να πεις θα πεταχτώ δυο μέρες στο Παρίσι να δω τα μουσεία. Άμα δεν έχεις λεφτά ούτε για τσιγάρα, τότε η στενοχώρια ενισχύεται. Το έχω σκεφτεί. Είναι όμως έτσι; Αναρωτιέμαι. Συνεχώς αναρωτιέμαι σε ό, τι κάνω. Δεν παίρνω θέση. Παρ’ όλα αυτά ο χώρος της Στέγης, το κτήριο αυτό σαν κτήριο μέσα σε μία σημερινή Αθήνα που υποφέρει, το πλούσιο αυτό κτήριο που στεγάζει καλλιτέχνες και έργα κυρίως «αντισυμβατικά», προσφέρεται για τέτοιου είδους διπλές οπτικές.

Γιατί να μην χειροκροτήσουμε τους ηθοποιούς; Αντιλαμβάνεστε ότι αυτό έχει και ένα είδος σαδισμού προς τους θεατές που νιώθουν την ανάγκη να εκφραστούν για αυτό που είδαν; 

Τους χειροκροτούν τους ηθοποιούς. Γίνεται μία υπόκλιση, ενώ το έργο κατά κάποιον τρόπο συνεχίζεται. Γίνεται υπόκλιση μέσα σε μία ροή. Δεν θέλω να βασανίσω κανέναν. Απλώς, οργανικά οδηγήθηκα σε αυτή την ιδέα. Επειδή στάθηκα στον εγκλωβισμό της Αντιγόνης μέσα στον τάφο, αποφάσισα, δηλαδή, να τελειώσω το έργο μου λίγο πριν το θάνατο, στο σημείο του πνιγμού, έτσι θεώρησα ότι πρέπει να τελειώνει και η παράσταση. Χωρίς φινάλε. Με το πρόσωπο που υποδύομαι, το οποίο είναι κάτι σαν φύλακας του χώρου, κάτι σαν θάνατος και ανοιγοκλείνοντας την κουρτίνα μέχρι να φύγει και ο τελευταίος θεατής, προσπαθώ να αφήσω την αίσθηση ότι αυτό μπορεί να συνεχίζεται αιώνια. Μία κανονική υπόκλιση εκείνη την ώρα, θα μου χάλαγε αυτή την ιδέα.

Δείτε ένα βίντεο για την παράσταση:

Θέατρο, στην γνωστή του σύμβαση, βίντεο με σαφή στοιχεία videoart αφήγησης, έντονη εικαστικότητα (το γυάλινο φέρετρο με την ματωμένη Αντιγόνη) και η παρουσία σας στο τέλος με έντονα στοιχεία περφόρμανς. Υπάρχει μια εξέλιξη στον δημιουργικό σας τρόπο (μπορώ να δω απαρχές στους Τυρρανόσαυρους Rex) που αναρωτιέμαι αν συνειδητά σας οδηγεί σε μια νέα φόρμα.

Χαίρομαι που το λέτε αυτό, γιατί κι εγώ πιστεύω ότι έγινε μία τέτοια μετάβαση με τους Τυρρανόσαυρους. Δεν ξέρω να το εξηγήσω με ορολογίες, όμως νιώθω την ανάγκη να βρίσκω συνεχώς καινούργιους τρόπους έκφρασης, καινούργιες φόρμες και πράγματι, τελευταία, αφού τελειώνει ο καταιγιστικός λόγος που με χαρακτηρίζει θα έλεγα, σαν να θέλω να δω, τι υπάρχει μετά από αυτό. Τι υπάρχει σε μία σιωπή, σε μία εικόνα, σε μία αναπάντεχη συνέχεια. Πώς συνεχίζεις την ίδια αφήγηση με άλλα μέσα, με άλλη γλώσσα και με άλλες φόρμες.

 Πώς ήταν η συνεργασία με τον φωτογράφο Νικ Νάιτ; Τι ήταν αυτό που θέλατε να τον ρωτήσατε και τι σας απάντησε;

Ήτανε μία πολύ δυνατή εμπειρία για μένα. Κυρίως θαύμασα την ευγένεια όλων των συνεργατών του, την αρμονία των κινήσεών του, την ηρεμία που επικρατούσε καθ’όλη τη διάρκεια της φωτογράφισης και των βίντεο. Συνέβαιναν πράγματα βαθιά και ουσιαστικά που πέρναγαν από πάνω μου σαν χάδι. Ένιωθα πολύ προστατευμένη εκεί μέσα. Ο ίδιος ο Νικ Νάιτ ήταν πολύ ήρεμος, πολύ αφοσιωμένος σε αυτό που έκανε. Έμοιαζε με χειρουργείο η όλη κατάσταση εκεί μέσα. Τίποτα δεν ήτανε χύμα κι όμως όλα κυλούσαν πολύ φιλικά, λες και είχες πάει για τσάι. Πραγματικά η διαδικασία ήταν σαν χορογραφία του Παπαϊωάννου. Δεν ήθελα να τον ρωτήσω κάτι. Αφέθηκα σε αυτό που μου έδινε με την στάση του και το στυλ του.

φωτό: Νικ Νάιτ
φωτό: Νικ Νάιτ

Μετά την Αντιγόνη; Ποια ηρωίδα; Και γιατί; 

Δεν το ξέρω το μετά. Ξέρω σίγουρα ότι θα βρεθώ τον Φεβρουάριο στην Γενεύη, όπου θα σκηνοθετήσω ένα δικό μου κείμενο με τον τίτλο CRY στο θέατρο SaintGervais. Βρίσκομαι ακόμα στην διαδικασία επιλογής μεταξύ δύο – τριών θεμάτων. Ευελπιστώ μετά από αυτό η Αντιγόνη να ταξιδέψει σε κάποια θέατρα έξω. Ακόμα δεν σκέφτομαι το μακρινό μέλλον. Το μυαλό μου φτάνει περίπου μέχρι την Άνοιξη.

Info

Επόμενες παραστάσεις: Από 25 ως 30 Δεκεμβρίου και από 3 ως 7 Ιανουαρίου. Στη Σκηνή Χριστίνα Ωνάση της Στέγης

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...