799
|

Το ελιξίριο της Σαπουντζάκη

Γιάννης Παπαδημητρίου Γιάννης Παπαδημητρίου 25 Φεβρουαρίου 2014, 00:03

Το ελιξίριο της Σαπουντζάκη

Γιάννης Παπαδημητρίου Γιάννης Παπαδημητρίου 25 Φεβρουαρίου 2014, 00:03

Φορώντας χρυσαφένιες μπότες μέχρι το γόνατο, ασορτί καπέλο, κίτρινο ταγέρ με βάτες και μίνι σορτσάκι, η Ζωζώ Σαπουντζάκη τραγουδάει το «Βίρα τις άγκυρες», με φόντο ένα πολεμικό πλοίο. Πλαισιωμένη από εφτά ναύτες και τέσσερις κοπέλες με μωβ φορέματα, ηγείται μιας απαιτητικής χορογραφίας, στη διάρκεια της οποίας ουκ ολίγες φορές σηκώνει ψηλά το πόδι της σαν ακμαία μπαλαρίνα. Ως θεατής, δεν παρατηρείς τίποτα γελοίο, τίποτα σαχλό, τίποτα που να σου δημιουργεί την αίσθηση ενός αναξιοπρεπούς ανθρώπου που αρνείται να αποσυρθεί από τα φώτα της δημοσιότητας και αυτο-ευτελίζεται. Αντιθέτως, με την τσαχπινιά, το μπρίο και την αστείρευτη ενέργειά της, σου προκαλεί θαυμασμό.

Για περισσότερο από δυόμισι ώρες, στην εξαιρετική παράσταση “Με μουσικές εξαίσιες, με φωνές!” του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, η Θεσσαλονικιά ηθοποιός χορεύει ταγκό, ερμηνεύει Βέμπο, παίζει ντέφι με περίσσιο σκέρτσο, φλερτάρει με τους θεατές, κάθεται μόνη της σε ένα παγκάκι την ώρα που χιονίζει και αναπολεί το παρελθόν. Το έργο, που ενδεχομένως πρόκειται για μία από τις πληρέστερες και ποιοτικότερες παραγωγές του ΚΘΒΕ την τελευταία πενταετία, αφηγείται την ιστορία της Θεσσαλονίκης μέσα από τα τραγούδια και τη μουσική. Και σε αυτή την πορεία, η Σαπουντζάκη κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο, καθώς συμμετέχει στην πλειοψηφία των σκηνών, δίχως να υστερεί σε κανένα σημείο.

Αμερικάνικο μιούζικαλ

Αειθαλής και εντυπωσιακά λαμπερή, κινείται στο σανίδι σαν να είναι είκοσι χρονών. Για την ακρίβεια, σε συνεπαίρνει τόσο πολύ η ζωντάνια της, που όχι μόνο αδυνατείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της, αλλά δε σε νοιάζει και τι κάνει για να διατηρεί τη φρεσκάδα και το σώμα της -τα πόδια της θαρρείς πως έχουν αποκλειστικό συμβόλαιο με τη νεότητα. Νύχια κόκκινα, αστραφτερά δαχτυλίδια, μακριά σκουλαρίκια, χρωματιστά φτερά, σέξι τουαλέτες και ναζιάρικες πόζες, έρχονται να “δέσουν” μια εικόνα που θυμίζει αμερικάνικο μιούζικαλ. Θυμάμαι πόσο ευτυχισμένη έδειχνε, πόσο ειλικρινές χαμόγελο είχε, όταν σε ένα σκετς οι χορευτές τη σήκωσαν στα χέρια και κείνη τραγουδούσε. Έμοιαζε με ερωτευμένο κοριτσούδι που πετάει στα σύννεφα.

Το πόσο καλά νιώθει πάνω στη σκηνή, φαίνεται και από το χιούμορ της. Κάποια στιγμή, αναφέρει καλλιτέχνες με τους οποίους έχει συνεργαστεί, κι ακούγεται ένας θεατής να λέει αυθόρμητα «όλοι πεθαμένοι είναι…». Τότε, ακομπλεξάριστα εντελώς, του απαντάει η Σαπουντζάκη «εγώ όμως είμαι ακόμη εδώ!», για να εισπράξει ένα δυνατό και παρατεταμένο χειροκρότημα. Αυτό το χειροκρότημα που για πάνω από εβδομήντα χρόνια γεμίζει τις μπαταρίες της. Λίγο αργότερα, που είχε κατέβει στην πλατεία και περπατούσε ανάμεσα στις καρέκλες, ρωτάει τον κόσμο: «ξέρετε γιατί με λένε Ζω-ζω; Γιατί ζω δυο φορές!», και με σηκωμένα τα χέρια, σαν να πανηγύριζε τη νίκη της κόντρα στο θάνατο, παρότρυνε τον κόσμο να «ζει δυνατά» και τον ευχαριστούσε που την τιμούσε με την παρουσία του.

Τα «Σαπουντζάκια»

Αν μη τι άλλο, οι Θεσσαλονικείς γνωρίζουν καλά την Σαπουντζάκη. Η ίδια, ξεκίνησε την καριέρα της από το «Θέατρο του Λευκού Πύργου», συνεπώς κατά μια έννοια αποτελεί ζωντανό κομμάτι της ιστορίας της πόλης. Μάλιστα, στην παράσταση έχει ένα δικό της τέταρτο όπου εξιστορεί τη σταδιοδρομία της. Ντυμένη με μια μωβ, φουφουλωτή γούνα, περιγράφει γιατί τη βάφτισαν «κοριό», πως μικρό παιδί διάβαζε στα πατάρια των θεάτρων και μετά έπαιζε, τη γνωριμία της με το Γιάννη Δαλιανίδη, ο οποίος έφτιαξε τα πρώτα της κοστούμια, την παραμονή της στην Αμερική… Μέσα από τα λόγια της, ταξιδεύεις στην ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης λίγο πριν τελειώσει ο Β᾽ Παγκόσμιος Πόλεμος. Τη φαντάζεσαι στα οχτώ της να τρώει γλυκά από τον Αγαπητό, να ακούει στο ραδιόφωνο τη Σοφία Βέμπο και να βολτάρει μπροστά από τις βάρκες στο Λευκό Πύργο.

Φυσικά, δεν έλειψε η αναφορά στην αδελφή της Βάσω. «Το κουκί και το ρεβίθι», όπως αυτοχαρακτηρίζονταν σε ένα τους θεατρικό, ή αλλιώς τα «Σαπουντζάκια», είχαν γοητεύσει όλη την πόλη. Οι δυο αδελφές, σε ηλικία εννιά ετών, χόρευαν, τραγουδούσαν, υποδύονταν ρόλους και ξεσήκωναν τους πάντες με το ταλέντο τους. Η Βάσω, όμως, στα δεκαπέντε της ξελογιάστηκε από έναν αεροπόρο, παντρεύτηκε κι εγκατέλειψε το σανίδι… «Αλήτικα όνειρα, μια νύχτα ξελογιάστρα με φεγγάρι, τη σκέψη μας κάνετε για κόσμους χρυσαφένιους να σαλπάρει, τότε γινόμαστε και οι δυο ό,τι μας γουστάρει, και καρτεράμε τον ύπνο να μας πάρει”, τραγουδούσαν μαζί στην τελευταία τους παράσταση, τραγουδούσε και η Σαπουντζάκη μόνη της γεμίζοντας με συγκίνηση την ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα. Και πώς να μην συγκινηθείς, πώς να μην ενθουσιαστείς μαζί της;

Η Ζωζώ Σαπουντζάκη, στα 81 της χρόνια, εξακολουθεί να είναι μια βασίλισσα της νύχτας. Συνεχίζει να έχει μεγάλη ζήτηση και να γίνεται συζήτηση γύρω από το όνομά της. Ακόμη κι αν δεν σου αρέσει, ακόμη κι αν τη χλευάσεις για τα καυτά της σόρτς, ακόμη κι αν πιστεύεις ότι είναι φαιδρό που επιμένει να εμφανίζεται, ακόμη κι αν έχεις να τις σούρεις τα μύρια όσα, δε γίνεται να μην υποκλιθείς μπροστά στο ατίθασο πάθος της για ζωή. Κι όχι μόνο θα υποκλιθείς, αλλά θα νιώσεις και την ανάγκη να σηκωθείς όρθιος να τη χειροκροτήσεις. Γιατί την ώρα που εσύ διαβάζεις αυτό το κείμενο, εκείνη κάνει πρόβες σπίτι της για τη βραδινή παράσταση. Αλήτικα όνειρα…

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News