Οι New York Times γιατί η μοναξιά δεν είναι αρρώστια / Οι Times για το σημείο όπου η κλασική λογοτεχνία συναντά τις νέες τεχνολογίες / Η South China Morning Post για κάποιους που δεν αφήνουν τίποτε όρθιο / Και η Wall Street Journal...
  • New York Times

    Μοναξιά/ Πρόβλημα ναι, αρρώστια όχι

    Ναι, είναι αλήθεια ότι αισθανόμαστε συχνά μόνοι. Αλλά ας μην υπερβάλουμε, λέει στους New York Times ο Ερικ Κλίνενμπεργκ, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Ας μην φτάνουμε στο άλλο άκρο, να λέμε ότι η μοναξιά είναι αρρώστια.

    Η μοναξιά, εξηγεί ο ίδιος, έχει δυο σύγχρονες αιτίες. Η μία βρίσκεται στο γεγονός ότι η κοινωνία έχει γίνει πιο ατομοκεντρική με τα συνδικάτα, την εκκλησία και λοιπούς οργανισμούς να μετράνε όλο και λιγότερο. Από την άλλη πλευρά, τα έξυπνα κινητά, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το Διαδίκτυο μας απομονώνουν. Και τώρα, το καταλάβαμε πια, «ακόλουθοι» και «φίλοι» δεν μπορούν να αντικαταστήσουν εκείνους με σάρκα και οστά.

    Αλλά λέγοντας ότι η μοναξιά είναι κάτι σαν επιδημία, το παρακάνουμε. Πρώτον, επειδή τα στατιστικά δεδομένα δεν επιβεβαιώνουν αυτόν τον ισχυρισμό. Και δεύτερον επειδή το συναίσθημα της μοναξιάς δεν είναι κατ’ ανάγκην αρνητικό. Όπως εξηγεί ο Τζον Κατσόπο, καθηγητής Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Σικάγο, μπορεί να είναι «ένα βιολογικό σήμα που μας στέλνει ο εαυτός μας για την αναγκαιότητα να χτίσουμε πιο ισχυρούς κοινωνικούς δεσμούς».

    Υπάρχει όμως και ένας τρίτος λόγος για τον οποίο δεν πρέπει να υπερβάλουμε: «Υπερεκτιμώντας το πρόβλημα γίνεται πιο δύσκολο να επικεντρωθούμε σε εκείνους που έχουν πραγματικά ανάγκη». Δηλαδή, φτωχούς, άνεργους, μετανάστες και άλλες κατηγορίες συνανθρώπων μας με ασταθείς και ζωές και σχέσεις.

    «Δεν πιστεύω ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας επιδημίας μοναξιάς» καταλήγει ο Κλίνενμπεργκ. «Αλλά υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι που δεν είναι κοινωνικά συνδεδεμένοι. Αυτοί αξίζουν αναμφίβολα περισσότερη προσοχή από αυτή που τους δίνουμε σήμερα».

    Φωτό: Το σκίτσο υπογράφει ο Jing Wei. Πηγή: The New York Times
  • The Times

    Λογοτεχνία/ Και η Τζέιν Εϊρ θέλει τη σέλφι της

    Τα «Ανεμοδαρμένα ύψη» με πρωταγωνιστές που ανταλλάσσουν μηνύματα στο Whatsapp αντί για γράμματα με φροντισμένη καλλιγραφία. Η «Τζέιν Εϊρ» που ενημερώνει το προφίλ της στο Instagram. O κύριος Ντάρσι του «Περηφάνια και Προκατάληψη» που λέει αυτά τα λόγια: «Ολοι ξέρουν ότι ένας εργένης που έχει περιουσία και μια αξιοπρεπή παρουσία στο Διαδίκτυο πρέπει να ψάχνει για γυναίκα».

    Θα μπορούσε να είναι η τελευταία ανακάλυψη του εκδοτικού μάρκετινγκ – ένας τρόπος να κλείσουν οι εκδοτικοί οίκοι το μάτι στους millennials εκσυγχρονίζοντας τους μεγάλους κλασικούς. Προς το παρόν, γράφουν οι Times, δεν είναι παρά ένα λογοτεχνικό πείραμα που εμπνεύστηκαν οι ειδικοί του κλάδου για να κατανοήσουν πώς θα ήταν αυτά τα σημαντικά μυθιστορήματα εάν είχαν γραφτεί σήμερα. Το πείραμα επεκτείνεται και στα εξώφυλλα: «Η Τες των ντ’ Ιρμπερβίλ» του Τόμας Χάρντι, για παράδειγμα, εμφανίζεται να τσατάρει στο κινητό της – το ίδιο και οι υπόλοιποι ήρωες.

    Ως σύμβουλος επιστρατεύτηκε ο Τζον Σάδερλαντ, καθηγητής Αγγλικής Λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο Κόλετζ του Λονδίνου. Ο οποίος όταν ρωτάται εάν είναι δυνατόν να εισαχθούν οι νέες τεχνολογίες στην κλασική λογοτεχνία απαντά: «Ευτυχώς, τα “Ανεμοδαρμένα ύψη είναι ακόμη κατά 99% της Εμιλι Μπροντέ και μόνο 1% του Μάικλ Ζάκερμπεργκ».

    Φωτό: Μα ήταν πραγματικά ανάγκη; Πηγή: The Times
  • South China Morning Post

    Savoir faire/ «Κάτω τα χέρια από τους πιγκουίνους!»

    Ότι ο τουρισμός των νέων Ινδών και Κινέζων της μεσαίας τάξης ήταν λίγο ενοχλητικός και μερικές φορές «ρυπογόνος» είναι γνωστό. Αλλά ποιος θα φανταζόταν ότι θα ήταν αναγκαία ακόμη και η παρέμβαση του Πεκίνου; Και όμως συνέβη: η κινεζική κυβέρνηση, γράφει η South China Morning Post, εξέδωσε έναν επίσημο δεκάλογο με τον οποίο εξηγεί στους τουρίστες τι να μην κάνουν για να μη βλάπτουν το περιβάλλον.

    Το εγχειρίδιο καλής τουριστικής συμπεριφοράς αφορά πρωτίστως τους Κινέζους που επισκέπτονται την Ανταρκτική. «Κάτω τα χέρια από τους πιγκουίνους!» είναι ο τίτλος εφημερίδας του Χονγκ Κονγκ που ανήκει στον κινέζο δισεκατομμυριούχο Τζακ Μα. Ναι, διότι οι θορυβώδεις ταξιδιώτες συμπατριώτες του μετακινούνται με ελάχιστη προσοχή στα μέρη που επισκέπτονται και ήδη στο Νότιο Πόλο έχουν κάνει μεγάλες ζημιές.

    Οι επισκέπτες της Ανταρκτικής που θα διαταράσσουν την τοπική πανίδα θα τιμωρούνται με αποκλεισμό έως και τρία χρόνια από τις πολικές περιοχές. Ο νέος νόμος ψηφίστηκε στο Πεκίνο την Πέμπτη και αναθέτει ευθύνες ακόμη και στους τουριστικούς πράκτορες, οι οποίοι θα πρέπει πρώτα να εξασφαλίσουν ότι οι κινέζοι τουρίστες δεν θα εισάγουν στην Ανταρκτική υλικά ρυπογόνα ή επιβλαβή για τη χλωρίδα και την πανίδα.

    Στο Νότιο Πόλο, περίπου το ένα τρίτο των τουριστών προέρχονται από τις ΗΠΑ. Αλλά πέρυσι η Κίνα – η οποία διαθέτει τέσσερις ερευνητικούς σταθμούς – ξεπέρασε την Αυστραλία ως δεύτερη χώρα προέλευσης για ταξιδιώτες στην Ανταρκτική, στέλνοντας περίπου 5.500 τουρίστες, 12 % του συνόλου. Ένα ταξίδι από το Πεκίνο στην Ανταρκτική με πτήση τσάρτερ κοστίζει από 9.500 έως 18.000 δολάρια.

    Λεφτά έχουν. Τρόπους;

    Φωτό: Πηγή: South China Morning Post
  • Wall Street Journal (έκδοση με συνδρομή)

    Απόψεις/ «Ο αχρείαστος πόλεμος στους πλούσιους»

    Η Oxfam είναι μία ΜΚΟ που καταπολεμά τη φτώχεια. Στην μελέτη «Reward work, not wealth» («Επιβραβεύοντας την εργασία και όχι τον πλούτο») υποστηρίζει ότι η φορολόγηση των πλουσίων είναι ο μόνος τρόπος για να μειωθεί η ανισότητα και να βοηθηθούν οι φτωχοί.

    Το θέμα είναι πανάρχαιο και ο Ντέιβιντ Χέντερσον δίνει στην Wall Street Journal την απάντηση της κλασικής δεξιάς, αντλώντας τα επιχειρήματά του από τις  «αντιφάσεις μεταξύ εμπειρικών ευρημάτων και συμπερασμάτων» που βρίσκει στη μελέτη της Oxfam. Οι συγγραφείς γράφουν ότι «μεταξύ του 1990 και του 2010, ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας (με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα) έχει μειωθεί κατά το ήμισυ και συνεχίζει να μειώνεται». Ωστόσο, η Oxfam υποστηρίζει ότι «εάν δεν μειώσουμε το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών, θα αποτύχουμε στον στόχο για την εξάλειψη της ακραίας φτώχειας». Ο Χέντερσον βλέπει εδώ μόνο «έναν παράδοξο ισχυρισμό, δεδομένου ότι οι συγγραφείς αναγνωρίζουν είκοσι χρόνια τεράστιας προόδου, παρά την επίμονη ανισότητα».

    Υπάρχουν δύο τρόποι για να μειωθεί το χάσμα, σημειώνει ο συντάκτης: φέρνοντας τους φτωχούς σε καλύτερη κατάσταση ή φέρνοντας τους πλούσιους σε χειρότερη. «Μαντέψτε τι προτείνει η Oxfam», λέει ο Χέντερσον ειρωνικά. Η ΜΚΟ θέλει να πληγεί παντού ο πλούτος, η περιουσία, η κληρονομιά και το κεφαλαιουχικό κέρδος και ζητά από τους δισεκατομμυριούχους να αποδίδουν έναν «παγκόσμιο φόρο»  που θα αποφασίζεται από έναν «παγκόσμιο οργανισμό». Για τον Χέντερσον αυτό θα ήταν ένα γιγαντιαίο «φορολογικό καρτέλ». Και ανόητο, όπως αντιπαραβάλλεται η εργασία με τον πλούτο, όταν ο «πλούτος είναι η κύρια αμοιβή της παραγωγικής εργασίας και οι αυξημένοι φόροι θα είναι αντικίνητρο για την παραγωγή της».

    Παλιά ζητήματα. Αλλά η δεξιά υπέρ των πλούσιων και η αριστερά υπέρ των φτωχών σε ένα θέμα συμφωνούν: «Ο πιο γρήγορος τρόπος για να μειωθεί η ανισότητα είναι να μεταναστεύσουν οι άνθρωποι από τις φτωχές χώρες στις πιο πλούσιες». Είναι ακριβώς αυτό το σημείο όπου οι λαϊκιστές όλου του κόσμου βλέπουν να συνωμοτούν σε αγαστή συνεργασία η πλουτοκρατική ελίτ με την Αριστερά των σαλονιών.

    Φωτό: Ναι αλλά είναι πρόκληση. Πηγή: Shutterstock



text
  • Επρεπε να αφήσουν τη Ζωή να κάνει ένα encore πριν την ψηφοφορία


    28 Μαρτίου 2024, 22:23