584
|

Δυστυχείς και δύστυχοι στα θρανία

Δυστυχείς και δύστυχοι στα θρανία

Τον Δεκέμβριο του 2013 δημοσιοποιήθηκε η έκθεση PISA του ΟΟΣΑ για τη σχολική εκπαίδευση και τη συγκριτική ανάλυση 65 χωρών. Ο ελληνικός Τύπος όλων των αποχρώσεων κάλυψε τότε την είδηση δίνοντας έμφαση στη μεγάλη πτώση των επιδόσεων των 15χρονων Ελλήνων μαθητών σε μαθηματικά, φυσικές επιστήμες και κατανόηση κειμένου. Ενδεικτικά μπορεί να δει κανείς τι έγραψε το Βήμα. Κατόπιν, ξεκίνησε η αμφισβήτηση της μεθοδολογίας του PISA, από την Καθημερινή με το τσιτάτο «παιδιά, μη μασάτε, και ο PISA γέρνει», μέχρι την εκπαιδευτική πύλη AlfaVita (σημείωση: έχει και ένα ραδιοφωνικό ένθετο στον σταθμό 105.5 στο Κόκκινο) και η οποία καταγγέλλει τον PISA ως ένα «μονοπωλιακό παγκόσμιο εξεταστικό παράδειγμα».

Αντιλαμβάνομαι τις αντιδράσεις και τις μεθοδολογικές διαφωνίες, καταλαβαίνω πώς κάποιοι ενοχλούνται, για τους λάθους ή τους σωστούς λόγους, από τον τρόπο που ο PISA αξιολογεί τους μαθητές και τις επιδόσεις τους. Είναι ενδιαφέρον βεβαίως πως κάποιοι από αυτούς που αντιδρούν είναι εντάξει με τη μεθοδολογία άλλων ερευνών ή ακόμα και των δημοσκοπήσεων, αλλά το αντιπαρέρχομαι. Όμως, πέρα από αυτά τα αποτελέσματα, η φετινή έκθεση του ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση φανέρωνε κι άλλα πράγματα, λιγότερο εύκολο να αμφισβητηθούν για τον απλούστατο λόγο ότι αφορούν απλές ποσοτικές μετρήσεις και όχι ποιοτικές αξιολογήσεις. Στο πλαίσιο της έρευνας, έγιναν συγκεκριμένες ερωτήσεις στους μαθητές όλων των χωρών, ενώ επίσης μετρήθηκαν και κάποιες συμπεριφορές.

Υπήρχε για παράδειγμα μια ολόκληρη ενότητα για το πώς αισθάνονται οι μαθητές στο σχολείο. Νιώθουν χαρούμενοι, απομονωμένοι, ικανοποιημένοι; Κάνουν νέους φίλους με ευκολία; Αισθάνονται ότι ανήκουν στο σχολικό περιβάλλον; Οι Έλληνες μαθητές συγκαταλέγονται στους 10 λιγότερο ευτυχισμένους μεταξύ των 65, ενώ επίσης αξιοσημείωτο είναι ότι λιγότεροι από τους μισούς (το 44,7% για την ακρίβεια) θεωρούν ότι η κατάσταση στο σχολείο είναι ιδανική. Ο μέσος όρος των 65 χωρών είναι 63,7%.

Αν προσπαθήσουμε να μελετήσουμε συνδυαστικά τις επιδόσεις στις εξετάσεις του PISA και τον βαθμό ευτυχίας των μαθητών, η Ελλάδα, μαζί με την Κύπρο και τη Ρουμανία είναι αυτές που έχουν τα χειρότερα αποτελέσματα στην Ευρώπη, έχοντας και χαμηλές επιδόσεις και χαμηλό ηθικό (υπάρχει ένα γράφημα στη συλλογή φωτογραφιών πιο πάνω το οποίο απεικονίζει γλαφυρά αυτό που εννοώ).

Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζουν τα στοιχεία για τις απουσίες και καθυστερήσεις των μαθητών: Οι Έλληνες μαθητές είναι στο top-10 και των χωρών με τις περισσότερες αργοπορίες και αυτών με τις περισσότερες απουσίες. Στο διάστημα των δύο εβδομάδων όπου καταγράφηκαν οι συμπεριφορές των μαθητών, μόνο το 51% δεν αργοπόρησε ποτέ και μόνο το 58% δεν απουσίασε καθόλου. Και για όσους βιαστούν να πουν ότι οι απουσίες είναι απόρροια της κρίσης, τα ποσοστά είναι αντίστοιχα (και λίγο χαμηλότερα) εκείνων του 2003 όπου είχε διεξαχθεί ξανά η ίδια έρευνα. Επομένως, τα υψηλά ποσοστά καθυστερήσεων και απουσιών μάλλον οφείλονται σε άλλα, χρόνια ζητήματα. Επίσης, συμπτωματικά ή όχι τόσο συμπτωματικά, και οι τρεις χώρες της Ευρώπης με τη χειρότερη αναλογία βαθμών και ευτυχίας που είδαμε παραπάνω (Ελλάδα, Κύπρος και Ρουμανία) συγκαταλέγονται και στις χώρες με τις περισσότερες απουσίες μαθητών.

Όπως και να δει κανείς αυτά τα στοιχεία, όσο και να αμφισβητεί τη μεθοδολογία του ΟΟΣΑ, οι αριθμοί αυτοί λένε μια ιστορία. Αντανακλούν δεκαετίες εγκατάλειψης της εκπαίδευσης, χαμηλών επενδύσεων, λανθασμένων προτεραιοτήτων. Αποτυπώνουν επίσης ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα και την περίπλοκη σχέση αγάπης και μίσους που έχουν οι ελληνικές οικογένειες με τα σχολεία των παιδιών τους. Αντικατοπτρίζουν όμως και μια νέα γενιά Ελλήνων η οποία μεγαλώνει χωρίς να αισθάνεται ευτυχής για την εκπαίδευσή της αλλά ούτε και ευτυχισμένη από τη ζωή της εν γένει, εντός και εκτός σχολείου. Και εκεί τον χαμηλό βαθμό δεν τον παίρνουν οι Έλληνες μαθητές, αλλά η χώρα στο σύνολό της.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News