Η Repubblica για τα εγκλήματα σε απευθείας μετάδοση / Η Corriere della Sera για το χαμένο φιλμ της κηδείας ενός μεγάλου συγγραφέα / Το New Scientist για τα δυο μεγάλα προβλήματα του 21ου αιώνα / Και οι New York Times…
  • La Repubblica (έντυπη έκδοση)

    Facebook / Είναι το σύγχρονο Κολοσσαίο;

    Το έγκλημα είχε έναν δράστη. Αλλά πόσοι είναι οι ένοχοι; Είναι μόνο ο Στιβ Στίβενς που αποφάσισε να σκοτώσει το θύμα του στο Κλίβελαντ μεταδίδοντας τη σκηνή της εκτέλεσης από το Facebook ή μήπως είναι και η ίδια η πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης που αφήνει τον καθένα να το μετατρέπει σε ένα «σύγχρονο Κολοσσαίο», όπως είπε ένας αναλυτής στον Fox News;

    Υπερβολές; Μπορεί όχι και τόσο. Γιατί δεν είναι η πρώτη φορά, υπενθυμίζει η Repubblica, που το Facebook χρησιμοποιείται ως κανάλι διάδοσης της ωμής βίας. Τον περασμένο Μάρτιο, ο βιασμός μιας 15χρονης μεταδόθηκε από το Facebook Live, ενώ κανένας από τους χρήστες που παρακολουθούσαν δεν ειδοποίησε την αστυνομία. Εναν μήνα νωρίτερα είχε πέσει θύμα μπούλινγκ σε απευθείας μετάδοση ένα άτομο με νοητική υστέρηση. Και μπορεί οι υπεύθυνοι του Facebook να υπόσχονται πλήρη συνεργασία με την αστυνομία, αλλά κανείς δεν ξεχνά ότι χρειάστηκαν τρεις ολόκληρες ώρες για να εξαφανιστεί το βίντεο της εκτέλεσης στο Κλίβελαντ από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

    «Το Facebook έχει την υποχρέωση να ελέγχει τα βίντεο που μεταδίδονται από την πλατφόρμα του, όπως και έχει την υποχρέωση να περιορίζει τον λόγο μίσους» έγραψε στο Digital Marketing ο ειδικός Ερικ Σάιφερ, ενώ τις δικές της ενστάσεις κατέθεσε στο Wired η πιονέρισσα της ψηφιακής εποχής Εμιλι Ντρέιφους. Η ίδια επισημαίνει ότι η τεχνητή ευφυΐα δεν είναι σε θέση να αναγνωρίζει εγκληματικές πράξεις που μεταδίδονται σε απευθείας μετάδοση. «Το βάρος – καταλήγει – πέφτει στους ώμους των θεατών».

    Αλλά δεν είναι και να αισιοδοξεί κανείς. Στο Κολοσσαίο τα εισιτήρια θα εξαντληθούν πιθανότατα πολλές φορές.

    Φωτό: Αριστερά ο Στιβ Στίβενς από το Οχάιο και δεξιά το θύμα του, σε τρία καρέ από το βίντεο του φόνου στο Facebook. Πηγή: Reuters/ Facebook
  • Corriere della Sera

    Ιστορία / Το άγνωστο αντίο στον Μπόρις Πάστερνακ

    Ο θάνατός του ανακοινώθηκε επισήμως με ένα ειδησάριο στην τελευταία σελίδα της Λιτερατούρναγια Γκαζέτα, το οποίο δεν είχε καν δώσει η Ενωση Συγγραφέων  – από εκεί, ο Μπόρις Πάστερνακ είχε διαγραφεί μετά την κυκλοφορία του «Δόκτωρ Ζιβάγκο».

    Κι όμως, ήταν εκατοντάδες εκείνοι που πήγαν στις 2 Ιουνίου του 1960 στο Περεντέλκινο, το χωριό των καλλιτεχνών λίγο έξω από τη Μόσχα, για να αποχαιρετήσουν τον μεγάλο συγγραφέα. Ο Πάστερνακ είχε αφήσει την τελευταία του πνοή στις 30 Μαΐου στη ντάτσα του. Στο πλευρό του ήταν η σύζυγός του Ζιναΐδα, ενώ την επομένη ήρθε από την πρωτεύουσα και η Ολγα Ιβίνσκαγια, ερωμένη και μούσα του.

    Γι’ αυτό το τελευταίο αντίο στον απόκληρο συγγραφέα είχαν γίνει ελάχιστα πράγματα γνωστά έως σήμερα. Να όμως που η οικογένειά του αποφάσισε να δώσει στη δημοσιότητα τη μαγνητοταινία, στην οποία είχε αποτυπωθεί εκείνη η ημέρα. Από εκεί μαθαίνει κανείς ότι στο Περεντέλκινο είχαν δώσει το «παρών» φίλοι, θαυμαστές, γείτονες, αλλά και πράκτορες της KGB αφού το καθεστώς φοβόταν ότι η κηδεία θα μετατρεπόταν σε διαμαρτυρία εναντίον του.

    Αλλά εκείνη την ημέρα δεν υπήρχε μόνο οργή. Υπήρχε θλίψη και φόβος. Η σορός του Πάστερνακ είχε εκτεθεί στο σαλόνι της ντάτσας, ενώ στο πιάνο έπαιζε ο φίλος του και σπουδαίος πιανίστας Σβιατοσλάβ Ρίχτερ εναλλάξ με τον Στάνισλαβ Νεουχάουζ, γιο του επίσης σπουδαίου μουσικού Χάινριχ Νεουχάουζ. Το πρωί της 2ας Ιουνίου εμφανίστηκαν στον σιδηροδρομικό σταθμό αφίσες που εξυμνούσαν «έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές του 20ου αιώνα», τις οποίες η αστυνομία έσπευσε να αφαιρέσει.

    Ανάμεσα σε εκείνους που κουβάλησαν το φέρετρο στους ώμους τους ήταν οι συγγραφείς Αντρέι Σινιάφσκι και Γιούλι Ντάνιλε. Δυο άλλοι όμως, ο Κονσταντίν Παουστόφκσι και ο Βενιαμίν Καβερίν, αρνήθηκαν να εκφωνήσουν τον επικήδειο φοβούμενοι την αντίδραση του καθεστώτος. Το χρέος αυτό, γράφει η Corriere della Sera, ανέλαβε να φέρει σε πέρας ο φιλόσοφος Βαλέντιν Ασμους.

    Δυο μήνες αργότερα, οι αρχές θα συλλάμβαναν την Ολγα, ενώ τον Σεπτέμβριο θα ερχόταν η σειρά της κόρης του Πάστερνακ, Ιρίνας. Το έγκλημά τους;  Οτι έχει φτάσει στα χέρια του ιταλού εκδότη Φελτρινέλι ο «Δόκτωρ Ζιβάγκο». Το κυνήγι συνεχιζόταν και μετά θάνατον.

    Φωτό: Καρέ από την αποκατεστημένη κόπια της κηδείας του σπουδαίου ρώσου συγγραφέα. Πηγή: Corriere della Sera (που δημοσιεύει και το βίντεο)
  • New Scientist

    Ανάλυση / Το κλίμα, τα αντιβιοτικά και η κοινή γνώμη

    Τι σχέση έχει η κλιματική αλλαγή με την κατάχρηση των αντιβιοτικών; «Και τα δυο– επισημαίνει στο κύριο άρθρο του το περιοδικό New Scientist – είναι προβλήματα που γεννιούνται από την τεχνολογική πρόοδο. Και τα δυο μπορεί να προκαλέσουν χάος σε μια ακαθόριστη στιγμή του μέλλοντος. Και τα δυο απαιτούν συλλογικές θυσίες για να επιλυθούν. Και τα δυο, τέλος, προκαλούν μάλλον ανία στην κοινή γνώμη». Με άλλα λόγια, ποιος ασχολείται;

    Υπάρχουν όμως και διαφορές. Και η πιο σημαντική από αυτές είναι ότι στο μέτωπο του πολέμου κατά της κατάχρησης των αντιβιοτικών, έχουν γίνει κάποια βήματα. Οι γιατροί εμφανίζονται πλέον περισσότερο φειδωλοί στη συνταγογράφηση, ενώ έχει σημειωθεί πρόοδος και στο πεδίο της έρευνας. Γιατί συνέβη αυτό; Επειδή «αντίθετα από τη βιομηχανία των ορυκτών καυσίμων, οι φαρμακευτικές εταιρίες δεν επιδόθηκαν σε πολιτικές λόμπι ούτε εξελίχθηκαν σε αρνητές του προβλήματος».

    Το περιοδικό σημειώνει ότι στόχος των αρνητών είναι όχι μόνο να ενσπείρουν την αμφιβολία στην επιστημονική κοινότητα αλλά και να κάνουν την κοινή γνώμη να μην ασχολείται με το πρόβλημα. Όμως, «η κούραση είναι φίλη της αδράνειας. Η ιστορία των αντιβιοτικών δείχνει ότι το πρόβλημα μπορεί να λυθεί όσο δεν σιωπούμε». Και τώρα, πρέπει να ακουστεί η φωνή μας περισσότερο από ποτέ.

    Φωτό: Λιώνει και δεν την σώζουν ούτε τα αντιβιοτικά. Πηγή: Shutterstock
  • The New York Times

    Αποψη / Γιατί οι συνεντεύξεις δεν έχουν νόημα

    Οι επαγγελματικές συνεντεύξεις είναι άχρηστες. Ακριβώς αυτό υποστηρίζει στους New York Times ο Τζέισον Ντέινα, καθηγητής Διοίκησης Επιχειρήσεων στο πανεπιστήμιο του Γέιλ, μελετώντας με τους συναδέλφους τους τις μη δομημένες συνεντεύξεις, δηλαδή εκείνες στις οποίες οι ερωτήσεις δεν υπόκεινται σε ένα καθορισμένο σχήμα, αλλά έχουν τη μορφή τυχαίων ερωτήσεων. Ο αμερικανός καθηγητής πήρε αφορμή από ένα αστείο περιστατικό για να στηρίξει το συμπέρασμά του: αυτό μιας φίλης του που προσελήφθη επειδή κρίθηκε αποτελεσματική στη διαχείριση κρίσεων καθώς παρέμεινε ψύχραιμη παρά το γεγονός ότι είχε αργήσει στο ραντεβού για τη συνέντευξη.

    Στην πραγματικότητα, αποκαλύπτει ο ίδιος, η φίλη του είχε παραμείνει ψύχραιμη επειδή δεν ήξερε ότι είχε αργήσει – αντίθετα πίστευε ότι είχε πάει στο ραντεβού νωρίτερα. Το πρόβλημα επομένως είναι ότι ο καθένας από εμάς, και επομένως και αυτοί που κάνουν τις ερωτήσεις σε μια επαγγελματική συνέντευξη, τείνει να κρίνει με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνει ανεξάρτητα από τη βασιμότητά τους. Για να μείνουμε στο αστείο περιστατικό, η πραγματικότητα είναι ότι η φίλη του θα πανικοβαλλόταν εάν ήξερε ότι είχε καθυστερήσει στο ραντεβού της.

    Το συμπέρασμα του καθηγητή είναι ότι επειδή υπερεκτιμούμε την κριτική μας ικανότητα θα πρέπει οι επαγγελματικές συνεντεύξεις να μην είναι μια γενική κουβέντα, αλλά να περιλαμβάνει συγκεκριμένες ερωτήσεις και τεστ σχετικά με τις τεχνικές δεξιότητες που απαιτεί η θέση. Γιατί καλά εάν από τη λάθος εκτίμηση βγει κερδισμένος αυτός που ψάχνει δουλειά, θα προσθέταμε εμείς. Αλλά εάν βγει χαμένος;

    Φωτο: Η εικονογράφηση είναι του Jun Cen. Πηγή: The New York Times



text
  • Ενοχη για το θάνατο της Τζωρτζίνας η Πισπιρίγκου. Βρέχει χρόνια σήμερα


    29 Μαρτίου 2024, 11:54